Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
Δεν πρόλαβε να στεγνώσει το μελάνι της συμφωνίας της εξαγοράς της Partner Re (της οικογένειας Ανιέλι) από την γαλλική Covea,ύψους 9 δις. δολ. και ο διεθνής (αντ)ασφαλιστικός κλάδος «συνταράσσεται» από ένα πολύ μεγαλύτερο deal,ύψους 30 δις. δολ. Ο λόγος για την mega συγχώνευση των Aon και Willis Tower Watson (μέσω της εξαγοράς της δεύτερης από την πρώτη), που «παντρεύει» τη δεύτερη και την Τρίτη μεγαλύτερη μεσιτική εταιρεία του κόσμου, δημιουργώντας έναν νέο όμιλο με χρηματιστηριακή αξία της τάξης των 80 δις. δολ.
Η συμφωνία –που θα πραγματοποιηθεί με ανταλλαγή μετοχών- ήρθε ακριβώς έναν χρόνο αφότου οι συνομιλίες μεταξύ των δυο ομίλων είχαν οδηγηθεί σε ναυάγιο, 24 ώρες μετά την διαρροή στον τύπο των συνομιλιών. Ο διευθύνων σύμβουλος της Αon και η Γενική Οικονομική Διευθύντρια Christa Davies θα ηγηθούν του νέου ομίλου. Ο διευθύνων σύμβουλος της Willis Tower Watson John Haley θα γίνει εκτελεστικός πρόεδρος.
Οι μεσιτικές εταιρίες, οι οποίες «φέρνουν πιο κοντά» τις επιχειρήσεις που αναζητούν ασφαλιστική κάλυψη με τις ασφαλιστικές, συγχωνεύονται για να αυξήσουν τις προμήθειές τους και να εξυπηρετήσουν καλύτερα τους πελάτες που θέλουν να συναλλάσσονται με λιγότερους μεσάζοντες. Η Marsh McLennan, η μεγαλύτερη μεσιτική του κόσμου, εξαγόρασε πέρυσι την Jardine Lloyd Thompson Group έναντι 5,7 δις. δολ, η δε Willis Towers Watson προήλθε το 2016 από μια συγχώνευση, ύψους 8,9 δις. δολ.
«Η συμφωνία Aon-Willis Tower Watson συνδυάζει δυο επιχειρήσεις που εν πολλοίς αλληλοσυμπληρώνονται, σε μια παγκόσμια πλατφόρμα βασισμένη στην τεχνολογία που θα ανταποκρίνεται καλύτερα στις ανάγκες των πελατών», αναφέρεται στο κοινό ανακοινωθέν των δυο εταιρειών.
Οι μέτοχοι της Willis Towers θα λάβουν 1,08 μετοχές της Aon για κάθε μία από τις δικές τους μετοχές, με τους υφιστάμενους μετόχους να κατέχουν το 63% της νέας εταιρείας μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας. Το deal θα ενισχύσει τα κέρδη ήδη από την πρώτη πλήρη οικονομική χρήση μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας και θα οδηγήσει σε ετήσιες συνέργειες προ φόρων ύψους 800 εκατ. δολ από το τρίτο έτος.