Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
Αντιμέτωπος με αυξημένη μεταβλητότητα όσον αφορά την κερδοφορία του και την κεφαλαιακή του βάση θα βρεθεί ο αντασφαλιστικός κλάδος διεθνώς εάν οι ετήσιες ζημίες από φυσικές καταστροφές επιστρέψουν στα «κανονικά» τους επίπεδα, εκτιμά η S&P Global Ratings.
Σύμφωνα με τη σχετική μελέτη του διεθνούς οίκου αξιολόγησης, η εξαιρετικά ισχυρή κεφαλαιακή θέση του κλάδου συνολικά τον καθιστά ανθεκτικό σε ακραία φαινόμενα. Είναι ενδεικτικό ότι από τους 21 αντασφαλιστικούς ομίλους που εξέτασε η S&P οι 15 θα διατηρούσαν επίπεδα κεφαλαιακής επάρκειας συμβατά με πιστοληπτική αξιολόγηση ΒΒΒ τουλάχιστον, ύστερα από ζημίες από φυσικές καταστροφές που συμβαίνουν μία φορά στα 250 χρόνια.
Η S&P κάνει επίσης λόγο για μειωμένη ζήτηση από πλευράς αντασφαλιζομένων για καλύψεις έναντι δυνητικών κινδύνων που έχουν υψηλή πιθανότητα να εκδηλωθούν, υποστηρίζοντας ότι οι αντασφαλιστικές εταιρείες κινούνται αμυντικά, επανεκχωρώντας περισσότερους «υψηλής συχνότητας» κινδύνους (high-frequency risk).
Η μελέτη υποστηρίζει ότι η τεχνική κερδοφορία των αντασφαλιστικών εταιρειών σε ομαλοποιημένη βάση έχει επιδεινωθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι πιθανότητες να μην καταφέρουν να εμφανίσουν ισοσκελισμένο ισολογισμό σε ένα ημερολογιακό έτος έχουν διπλασιαστεί από το 2012, εξαιτίας της έκθεσής τους στον κίνδυνο φυσικών καταστροφών.
«Κατά την άποψή μας, εάν οι αντασφαλιστικοί όμιλοι αντιμετώπιζαν μια σειρά φυσικών καταστροφών “μεσαίου μεγέθους”, που θα οδηγούσαν σε ζημίες ελαφρά υψηλότερες σε σχέση με τον ιστορικό μέσο όρο, τότε ο κλάδος θα περνούσε σε “μη κερδοφόρο” έδαφος όσον αφορά την παροχή των υπηρεσιών τους. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι μεγάλοι κερδισμένοι θα ήταν οι εταιρείες που είχαν αναλάβει εγκαίρως δράση για να βελτιώσουν την κερδοφορία τους εκτός της “σφαίρας” των φυσικών καταστροφών και να μειώσουν την έκθεσή τους στα γεγονότα υψηλής συχνότητας και υψηλής πιθανότητας που συμβαίνουν π.χ. μία φορά στα 10 χρόνια.
»Εάν η τιμολόγηση εξακολουθήσει να επιδεινώνεται σε όλους τους επιμέρους κλάδους, οι παίκτες που έχουν αντιμετωπίσει το ρίσκο κυρίως από πλευράς φερεγγυότητας και έχουν υπερμοχλεύσει τα κέρδη τους θα μπορούσαν να δουν την ανταγωνιστική τους θέση να υπονομεύεται», καταλήγει η S&P.