Οι όμηροι των «Ασπίς» και «Commercial»

Χιλιάδες πολίτες που ήταν ασφαλισμένοι στην «Ασπίς» και την «Commercial Value» παραμένουν, εδώ και χρόνια, όμηροι μιας κατάστασης που εν πολλοίς – αν όχι αποκλειστικά – οφείλεται στη στάση της πολιτείας. Οι άνθρωποι αυτοί – εμείς ή οι διπλανοί μας – πλήρωναν επί σειρά ετών τα ασφαλιστήριά τους σε μια εταιρεία που λειτουργούσε στο ελληνικό έδαφος και ελέγχονταν από τις ελληνικές εποπτικές αρχές. 

Το γεγονός ότι η εταιρεία έκλεισε ήταν και πάλι απόφαση της πολιτείας και των αρμόδιων φορέων, που έκριναν ότι δεν θα έπρεπε να λειτουργεί. Με τους πελάτες της όμως που υπέστησαν τις συνέπειες της απόφασης της πολιτείας να σφραγίσει την εταιρεία, τι έγινε; Τι ακολούθησε και πώς το κράτος ενήργησε για να τους προστατεύσει; 

Τα παραπάνω ερωτήματα δεν είναι καθόλου αφελή. Είναι απολύτως πραγματικά και μάλιστα δίνουν αφορμή και για άλλες σκέψεις, που αφορούν το βαθμό του σεβασμού που δείχνει το κράτος στους πολίτες, το βαθμό της μέριμνας για τους πολίτες, που υπάρχει – και οφείλει να υπάρχει – σε μια πολιτεία, αλλά και για πολλές άλλες ακόμη, όπως για παράδειγμα το πόσο εύκολα λαμβάνονται αποφάσεις άδικες για τους πολίτες με τεράστιο κόστος και το πώς δεν λαμβάνονται αποφάσεις με μηδαμινό κόστος οι οποίες έχουν ισχυρή κοινωνική διάσταση, όπως το να αποζημιωθούν οι «όμηροι» της «Ασπίς» και της «Commercial». 

Οι άνθρωποι που πρωτοστατούν στον αγώνα τους εξέδωσαν προσφάτως μια ανακοίνωση που λέει πολλά. Συγκεκριμένα, αναφέρουν ότι «η διάσωση των καταθετών της Proton Bank έδειξε τα ισχυρά αντανακλαστικά της κυβέρνησης, η οποία προέβη σε μια αυτονόητη κίνηση, προκειμένου να προστατέψει τις οικονομίες ανθρώπων οι οποίοι ουδέποτε συνέργησαν στη δημιουργία των τεράστιων ζημιών του τραπεζικού ιδρύματος. Ταυτόχρονα ενήργησε με σωφροσύνη, προστατεύοντας έναν από τους πυλώνες του σύγχρονου χρηματοοικονομικού συστήματος, φροντίζοντας να μην καμφθεί το αίσθημα εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στο τραπεζικό σύστημα. Επιπλέον, με την κίνηση αυτή, η κυβέρνηση διατράνωσε τον ουσιαστικό ρόλο της επιτυχούς εποπτείας, αναλαμβάνοντας τις ευθύνες προτού αυτές προβούν καταστροφικές, ίσως και για το ίδιο το σύστημα». 

Πολύ σωστά όλα αυτά που αναφέρουν οι «όμηροι της Ασπίς και της Commercial», οι οποίοι αναρωτιούνται – και δικαιολογημένα – «γιατί η κυβέρνηση δεν ενήργησε με τα ίδια αντανακλαστικά για ένα πολύ απλούστερο ζήτημα, το οποίο θα μπορούσε να είχε λυθεί πριν καν δημιουργηθεί. Για ποιο λόγο, επί δύο συνεχή χρόνια, οι ασφαλισμένοι των ανακληθεισών εταιρειών δεν έχουν πρόσβαση στα χρήματά τους και στις πολυτιμότατες ασφαλιστικές τους παροχές. 

Μήπως είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας; Μήπως δεν πλήρωναν τις ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις προσηκόντως και ανελλιπώς; Μήπως έκλεψαν τα χρήματα; Μήπως έκαναν άλλες παρανομίες; Μήπως οι πελάτες των τραπεζών απολαμβάνουν άλλα προνόμια; Μήπως οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν εποπτεύονται με τον ίδιο μηχανισμό που εποπτεύονται και οι τράπεζες; Μήπως οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν αποτελούν κι αυτές έναν από τους πυλώνες του χρηματοοικονομικού συστήματος; Μήπως δεν έχει καμμία σημασία για την οικονομία η καταστροφή της ασφαλιστικής συνείδησης του κόσμου»; 

Και καταλήγουν: «είναι απορίας άξιον για ποιο λόγο το Ελληνικό Δημόσιο σύρεται για άλλη μια φορά στα δικαστήρια και γιατί ο ελληνικός λαός θα πληρώσει για άλλη μια φορά εκατομμύρια ευρώ εξαιτίας της ανικανότητας 2-3 ανθρώπων». Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε για ποιους μιλούν, αλλά σίγουρα οι αρμόδιοι πολιτικοί υπεύθυνοι μπορούν να μάθουν. Εκτός αν δεν θέλουν…