Απώλειες στην ασφαλιστική βιομηχανία από ψευδείς ζημίες

Ίσως να μη βλέπουν συχνά το φως της δημοσιότητας κρούσματα σαν αυτό του κυκλώματος με τα στημένα τροχαία, το οποίο εντοπίστηκε πρόσφατα στο γραφείο της Εθνικής Ασφαλιστικής, στη Θεσσαλονίκη, όμως οι υποθέσεις απάτης προβληματίζουν ιδιαίτερα τις ασφαλιστικές εταιρείες, γιατί, χρόνο με το χρόνο, λαμβάνουν όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις.

Στημένα τροχαία, πλαστές ή φουσκωμένες ζημιές, ψευδή ή παραποιημένα στοιχεία, υπερβολές στα τιμολόγια, δηλαδή υποθέσεις ασφαλιστικής απάτης με την εμπλοκή, ασφαλισμένων, ασφαλιστών, δικηγόρων, εμπειρογνωμόνων και τεχνικών, μπορεί να μη φθάνουν συχνά στα μέσα ενημέρωσης, ωστόσο συναντώνται αρκετά συχνά στα ασφαλιστικά γραφεία.

Τα νούμερα και μόνο, που βέβαια προκύπτουν από εκτιμήσεις – γιατί μετρήσιμα στοιχεία δεν υπάρχουν – «μιλούν» από μόνα τους. Στο σύνολο της αγοράς, για όλους τους κλάδους ασφάλισης δηλαδή, υπολογίζεται ότι σε ετήσια βάση καταβάλλονται γύρω στα 200 εκατ. ευρώ σε περιπτώσεις στημένων υποθέσεων. Από το ποσό αυτό γύρω στα 80 εκατ. ευρώ αφορούν τον κλάδο αυτοκινήτων.

Εν αντιθέσει με τον κλάδο ζωής, όπου οι περιπτώσεις απάτης είναι περιορισμένες σε αριθμό, αλλά ακριβές στις αποζημιώσεις, στον κλάδο αστικής ευθύνης οχημάτων, τα κρούσματα απάτης είναι πολλά, σχεδόν καθημερινά, αλλά κοστίζουν πολύ λιγότερα ανά φάκελο. Όσο για τους μεγάλους εμπορικούς και βιομηχανικούς κινδύνους, και εκεί οι υποθέσεις είναι λιγότερες, όμως όταν δεν εξιχνιάζονται, συνήθως δημιουργούν τεράστιες «τρύπες» στα ταμεία των ασφαλιστικών εταιρειών.

Πόσο κοστίζουν οι απάτες

Με δεδομένο μάλιστα το ότι στην τελική τιμή κάθε υπηρεσίας επιδρούν ανάλογα όλες οι επιβαρύνσεις, οι ασφαλιστές εκτιμούν ότι οι απάτες κοστίζουν στους ασφαλισμένους περίπου το 4% των ασφαλίστρων που καταβάλλουν σε ετήσια βάση και λαμβάνοντας υπόψη ότι τα έσοδα των ασφαλιστικών εταιρειών υπολογίζονται στα 5 δισ. ετησίως, με μια απλή πράξη, προκύπτει ότι το συνολικό κόστος της απάτης φθάνει στα 200 εκατ. ευρώ σε δωδεκάμηνη βάση. Πρόκειται για χρήματα που καταβάλλουν οι ασφαλιστικές εταιρείες, τα οποία επιβαρύνουν ολόκληρο το σύστημα της ιδιωτικής ασφάλισης. 

Με άλλα λόγια, οι υποθέσεις απάτης επιδρούν σε κάθε εμπλεκόμενο στην ασφαλιστική αγορά και, για το λόγο αυτό, στην κάλυψή τους συμμετέχουν οικονομικά όλοι, ακόμη και οι ίδιοι οι ασφαλισμένοι, όπως αναφέρει στο iw ο πρόεδρος της Επιτροπής Αυτοκινήτων της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος, κ. Δημήτρης Ζορμπάς. Ο τελευταίος προσθέτει ότι μπορεί συντεταγμένα η ασφαλιστική βιομηχανία να μην είναι οργανωμένη έναντι του φαινομένου της απάτης, όμως κάθε εταιρεία χωριστά έχει λάβει τα μέτρα της, ώστε στο μέτρο του δυνατού και του εφικτού να προλαμβάνει κάποιες περιπτώσεις απάτης.

Σε άμυνα οι εταιρείες

Στις εταιρείες τα τελευταία χρόνια έχουν οργανωθεί ειδικά τμήματα καταπολέμησης της απάτης, τα οποία φιλτράρουν κάθε «ύποπτο» φάκελο, προκειμένου να διαπιστώσουν αν υποκρύπτουν παρατυπίες και, στην περίπτωση αυτή, κινητοποιείται ειδικός μηχανισμός, στον οποίο το γενικό πρόσταγμα έχουν οι δικηγόροι. Μέσω αυτών των τμημάτων οι ασφαλιστικές εταιρείες περιορίζουν σε σημαντικό βαθμό τις απώλειές τους, περνώντας ταυτόχρονα, προς κάθε κατεύθυνση, το μήνυμα ότι διαθέτουν μηχανισμούς εντοπισμού στημένων υποθέσεων. 

Ζητήματα απάτης έχουν όμως εντοπιστεί και στο επικουρικό κεφάλαιο και αποτελούν έναν από τους πολλούς λόγους για τους οποίους το «άνοιγμα» του ταμείου του έχει εκτιναχθεί στα 700 εκατ. ευρώ. 

Μάλιστα, όπως τονίζεται, οι απάτες στις υποθέσεις του επικουρικού δεν επιβαρύνουν μόνο το ταμείο του, αλλά και τους ίδιους τους ασφαλισμένους, δεδομένου του ότι μεταξύ του επικουρικού και των ασφαλισμένων το πεδίο συναλλαγών δεν είναι απόλυτα διαφανές, με αποτέλεσμα σε αρκετές περιπτώσεις οι ασφαλισμένοι να μη λαμβάνουν το σύνολο των αποζημιώσεων που τους αναλογούν. 

Το κρίσιμο σημείο σε αυτές τις περιπτώσεις βρίσκεται στον τρόπο καταβολής των αποζημιώσεων, στο αν δηλαδή τα ποσά καταβάλλονται σε μετρητά – σπάνια πια, με δίγραμμη επιταγή ή με δίγραμμη επιταγή μη μεταβιβάσιμη, επίσης σε σπάνιες περιπτώσεις – και βέβαια στο κατά πόσο για τις οικονομικές ζημιές τις οποίες αναλαμβάνει να καλύψει το επικουρικό κεφάλαιο ενημερώνεται η εφορία, ώστε να επιβάλλει και τον προβλεπόμενο από το νόμο φόρο. Άρα από τις απάτες σε βάρος του επικουρικού ζημιώνεται και το δημόσιο ταμείο, καθότι πολλές από τις αποζημιώσεις είναι αφορολόγητες.

Στην Ευρώπη βρίσκουν λύσεις

Ας δούμε όμως τι συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με το ζήτημα της ασφαλιστικής απάτης και πώς ακριβώς αυτό αντιμετωπίζεται. Σύμφωνα με τα όσα είχε αναφέρει ο κ. Κώστας Μπερτσιάς, στο πλαίσιο ειδικής μελέτης την οποία παρουσίασε σχετικά πρόσφατα, στη μεγάλη Βρετανία οι ψευδείς ασφαλιστικές απαιτήσεις εκτιμήθηκε ότι ζημιώνουν τις ασφαλιστικές εταιρείες του κλάδου ζημιών περίπου κατά 1,9 δισ. λίρες ετησίως, ενώ η αξία των εξακριβωμένων περιπτώσεων ασφαλιστικής απάτης ανήλθε κατά το έτος 2008 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία) σε 730 εκατ. λίρες. Το 50% περίπου των εξακριβωμένων περιπτώσεων ασφαλιστικής απάτης αφορούσαν στον κλάδο του αυτοκινήτου, ο οποίος εκτιμήθηκε ότι ζημιώνεται περίπου 350 εκατ. λίρες ετησίως. Οι ασφαλιστές στη Μεγάλη Βρετανία εκτίμησαν ότι από τις απάτες η επιβάρυνση των ασφαλίστρων, κατά μέσο όρο και ανά ασφαλισμένο, ανέρχεται στις 44 λίρες ετησίως. 

Σύμφωνα με άλλα στοιχεία, σε μια έρευνα στη Φινλανδία το 20% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι γνωρίζουν κάποιον που διέπραξε ασφαλιστική απάτη, στην Ολλανδία το 12% των ερωτηθέντων ομολόγησαν ότι έχουν στο παρελθόν διαπράξει ασφαλιστική απάτη και στη Γερμανία το 28% των ερωτηθέντων θεωρούν ότι η υποβολή απατηλής ασφαλιστικής αξίωσης δεν είναι έγκλημα.
Προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της απάτης από την ασφαλιστική αγορά, στην Ευρώπη έχουν αναληφθεί σημαντικές πρωτοβουλίες. Χαρακτηριστικότερη είναι αυτή της Μεγάλης Βρετανίας, όπου συστήθηκε το Insurance Fraud Bureau (IFB). Το γραφείο αυτό οργανώθηκε το 2006, είναι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, χρηματοδοτείται από την ασφαλιστική αγορά, ασχολείται αποκλειστικά και μόνο με την πρόληψη και ανίχνευση της ασφαλιστικής απάτης και συνεργάζεται στενά με τους δημόσιους φορείς και την αστυνομία, ενώ συνδράμει την Ένωση Ασφαλιστών Μεγάλης Βρετανίας και την ασφαλιστική αγορά, εν γένει, στην προσπάθεια αντιμετώπισης του φαινομένου. 

Αντίστοιχα, στη Γαλλία και το Βέλγιο συγκροτήθηκε το Anti – Fraud Association (ALFA), ένας οργανισμός που είναι επίσης μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και χρηματοδοτείται από την ασφαλιστική αγορά. Στόχος του ALFA είναι η ενημέρωση και εκπαίδευση της ασφαλιστικής αγοράς, η ενίσχυση της συνεργασίας με τους δημόσιους φορείς και η κατά το δυνατόν μεγαλύτερη συλλογή των αναγκαίων στοιχείων.

Παράλληλα με τα προαναφερόμενα, για την καταπολέμηση του φαινομένου της ασφαλιστικής απάτης σε άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές, έχει επιδιωχθεί η ενίσχυση της συνεργασίας του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα. Στη Μεγάλη Βρετανία, για παράδειγμα, υπεγράφη συμφωνία συνεργασίας (ΜoU) της ασφαλιστικής αγοράς και της αστυνομίας για την παροχή οδηγιών και τον καθορισμό των κριτηρίων για την παραδοχή και αναφορά των ύποπτων ασφαλιστικών απαιτήσεων αποζημίωσης στην αστυνομία.
Αντίστοιχα, στη Γαλλία, το Βέλγιο, τη Δανία και τη Φινλανδία έχει εξασφαλιστεί η συμμετοχή της ασφαλιστικής αγοράς στα προγράμματα εκπαίδευσης της αστυνομίας, ενώ σε όλη την Ευρώπη καταβάλλεται προσπάθεια να αναγνωριστεί από τις δημόσιες αρχές η σοβαρότητα του φαινομένου και η ανάγκη εφαρμογής του νόμου για την ασφαλιστική απάτη, η θέσπιση δηλαδή διαδικασιών που να επιτρέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών και τη διερεύνηση των υποθέσεων, χωρίς αυτό να αντίκειται στις διατάξεις για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

Παθητικότητα στην Ελλάδα

Όλα αυτά συμβαίνουν στην Ευρώπη, γιατί στην Ελλάδα οι σχετικές διαδικασίες έχουν απλοποιηθεί, έως εγκαταλειφθεί. Στη χώρα μας, πέρα από τις ίδιες τις ασφαλιστικές εταιρείες, κανείς δεν φαίνεται να ασχολείται με το ζήτημα της ασφαλιστικής απάτης.
Πάντως, στην Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος λειτουργεί υποεπιτροπή για την αντιμετώπιση της  ασφαλιστικής απάτης, με στόχο την επικοινωνία και την συνεργασία με την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και την ανταλλαγή απόψεων για τη διαμόρφωση στρατηγικής στην ασφαλιστική αγορά. 

Πέραν αυτού, άλλες πρωτοβουλίες δεν έχουν αναληφθεί και κυρίως δεν έχει υπάρξει καμμία αντίδραση από τις αρμόδιες αρχές, οι οποίες φαίνεται πως δεν επιδεικνύουν τη δέουσα προσοχή για τις συνέπειες της ασφαλιστικής απάτης στις ασφαλιστικές εταιρείες και στους ίδιους τους ασφαλισμένους. Βέβαια για να αποδώσουμε «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι» θα πρέπει να πούμε ότι και από την πλευρά της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος δεν έχει χαραχθεί συγκεκριμένη στρατηγική αντιμετώπισης της ασφαλιστικής απάτης, που να βαδίζει στα πρότυπα επιτυχημένων πρωτοβουλιών άλλων μεγάλων ευρωπαϊκών αγορών. 

Ωστόσο, το ζήτημα της ασφαλιστικής απάτης υπάρχει και θα υπάρχει στην καθημερινότητα των ασφαλιστών και των αρμόδιων τμημάτων των ασφαλιστικών εταιρειών και, δυστυχώς, το βέβαιο είναι ότι όσο η χώρα θα οδηγείται σε βαθύτερη κρίση τόσο θα εντείνονται τα περιστατικά απάτης και οι εμπλεκόμενοι σε ανάλογες υποθέσεις θα γίνονται περισσότερο ευρηματικοί. Το φαινόμενο, χρόνο με το χρόνο, θα λαμβάνει μεγαλύτερες διαστάσεις και, από κάποιο σημείο και μετά, το σίγουρο είναι ότι δεν θα μπορεί να ελεγχθεί.

Χαρακτηριστικές περιπτώσεις απάτης

Ποιες είναι όμως οι πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις ασφαλιστικής απάτης στον κλάδο της ασφάλισης αστικής ευθύνης οχημάτων; Οι πιο συνηθισμένες παράτυπες πρακτικές, όπως μας τις εκμυστηρεύθηκαν οι ίδιοι οι ασφαλιστές, οι οποίοι προφανώς βρέθηκαν κατά το παρελθόν αντιμέτωποι με ανάλογα κρούσματα, έχουν ως εξής:

«Φούσκωμα» λογαριασμού: Πρόκειται για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο ασφαλισμένος από κοινού με τον επισκευαστή του οχήματος διογκώνουν το ύψος των ζημιών, προκειμένου ο κάτοχος του αυτοκινήτου είτε να εισπράξει υψηλότερη αποζημίωση είτε χωρίς κόστος να καλύψει και άλλες επισκευές.

Ψευδή δήλωση: Για την αποφυγή πιθανού κωλύματος κατά την καταβολή της αποζημίωσης, ως οδηγός του αυτοκινήτου το οποίο ενεπλάκη σε τροχαίο δηλώνεται τρίτο πρόσωπο. Την πρακτική αυτή ακολουθούν οδηγοί οι οποίοι δεν διαθέτουν δίπλωμα.

Αλλαγή τόπου: Όταν δεν υπάρχουν μάρτυρες, ορισμένοι οδηγοί αλλάζουν στα χαρτιά το σημείο όπου συνέβη το τροχαίο, προκειμένου στη συνέχεια να διεκδικήσουν αποζημίωση την οποία δεν δικαιούνται. 

«Στημένο» τροχαίο: Είναι πρακτική που χρησιμοποιείται όταν ο οδηγός προσκρούσει σε δένδρο, τοίχο, προστατευτική μπάρα κ.ά. Τότε επιστρατεύεται κάποιος γνωστός ο οποίος δηλώνει υπεύθυνος για το ατύχημα, ισχυριζόμενος ότι την κρίσιμη στιγμή έκλεισε με το όχημά του το θύμα του τροχαίου, εξαναγκάζοντάς το σε σύγκρουση με σταθερό εμπόδιο.

Τρακαρισμένα οχήματα: Έχουν εντοπιστεί μαντράδες ή και επισκευαστές αυτοκινήτων να αγοράζουν τρακαρισμένα αυτοκίνητα, τα οποία στη συνέχεια εξαφανίζουν, απαιτώντας την καταβολή αποζημίωσης για κλοπή.

Υψηλή προσφορά: Οι προσφορές των συνεργείων ορισμένες φορές γίνονται αποδεκτές στα δικαστήρια, οπότε κάποιοι φροντίζουν ώστε να αναφέρουν ποσά υψηλότερα της πραγματικής ζημιάς.

Ψευδή εισοδήματα: Το θύμα του τροχαίου, στην προσπάθειά του να διεκδικήσει δικαστικά υψηλότερη αποζημίωση λόγω τραυματισμού του, δηλώνει, με εικονικά παραστατικά, ψευδή εισοδήματα.

Ψευδή στοιχεία αυτοκινήτου: Ο ασφαλιστής από σφάλμα του δεν ελέγχει το προς ασφάλιση όχημα, ο δε ασφαλισμένος φροντίζει αρχικά να το δηλώσει ως ακριβότερο και στη συνέχεια να το «εξαφανίσει», διεκδικώντας αποζημίωση για κλοπή.

Εικονική κλοπή: Αφορά τις περιπτώσεις αυτές στις οποίες ο οδηγός διαθέτει μικτή ασφάλεια και από τη σύγκρουσή του με σταθερό εμπόδιο προκαλεί μεγάλη ζημιά στο αυτοκίνητο. Τότε «εξαφανίζει» το όχημα, δηλώνει κλοπή και σε τρεις με έξι μήνες εισπράττει την προβλεπόμενη από το συμβόλαιο αποζημίωση.

- Πλαστά συμβόλαια: Η ασφαλιστική εταιρεία – ακόμη και αν «συρθεί» στα δικαστήρια – είναι υποχρεωμένη να αποζημιώσει τον «πελάτη» της, όταν αυτός προσκομίσει πλαστό συμβόλαιο και στη συνέχεια να διεκδικήσει τα χρήματά της, πίσω προσφεύγοντας, η ίδια αυτή τη φορά, στη δικαιοσύνη.