Ολοένα και λιγότερο αποτελεσματική η πολιτική της Fed

Η αγορά δεν υποδέχτηκε θετικά την απόφαση της Fed να εφαρμόσει το αποκαλούμενο πρόγραμμα “Operation Twist” σε μια προσπάθεια να ενισχύσει την οικονομική ανάκαμψη. Μικρή είναι η πεποίθηση ότι η στρατηγική πώλησης ομολόγων βραχυπρόθεσμης ωρίμανσης για την αγορά άλλων μακροπρόθεσμης διάρκειας θα επιφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Στη θεωρία, στόχος αυτής της στρατηγικής είναι η μείωση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων και η τόνωση του δανεισμού. Ωστόσο, με τα ποσοστά ανεργίας να βρίσκονται σε τόσο υψηλά επίπεδα, ο δανεισμός αποτελεί μη ρεαλιστική επιλογή ακόμα και με τους ευνοϊκότερους όρους. Επίσης, το γεγονός ότι τα επιτόκια μειώνονται δεν ισοδυναμεί με απρόσκοπτη πρόσβαση στο δανεισμό ειδικά από φυσικά πρόσωπα που βρίσκονται ήδη σε δεινή οικονομική κατάσταση.

Παρ’ όλα αυτά από τη στρατηγική αυτή επωφελούνται οι επιχειρήσεις και οι τράπεζες, οι οποίες εξασφαλίζουν ελκυστικότερη πρόσβαση σε αυτά τα κεφάλαια. Στο παρελθόν, όμως, οι τράπεζες χρησιμοποίησαν τα μέτρα «φτηνού» χρήματος που υιοθέτησε η Fed περισσότερο για να ενισχύσουν τους ισολογισμούς τους παρά για να διοχετεύσουν ρευστό στην αγορά και να τονώσουν την ανάπτυξη. Οι παραπάνω σκέψεις θέτουν υπό αμφισβήτηση τη στρατηγική της Fed και αν και η αγορά αναγνωρίζει τις πενιχρές επιλογές που έχει στα χέρια της η ομοσπονδιακή τράπεζα, στην πραγματικότητα η πολιτική χαλάρωσης και έκτακτων μέτρων στήριξης βάζει την αμερικανική και την παγκόσμια οικονομία στην «παγίδα» της ρευστότητας, από την οποία είναι δύσκολο να απεγκλωβιστούν.

Η αβεβαιότητα και ο επενδυτικός πανικός που απορρέουν από αυτή την πραγματικότητα θα συνεχίσει να επιδρά αρνητικά στις επενδύσεις ρίσκου, ενώ θα λειτουργεί προς όφελος των ασφαλών καταφυγίων. Με το ελβετικό φράγκο να έχει χάσει την ελκυστικότητά του μετά την παρέμβαση της Τράπεζας της Ελβετίας και το γιεν να χάνει σταδιακά και αυτό την λάμψη του εν αναμονή αντίστοιχων αποφάσεων από την Τράπεζα της Ιαπωνίας, το δολάριο αποτελεί το μοναδικό «ασφαλές» επενδυτικό καταφύγιο σε ένα δυσμενές παγκόσμιο μακροοικονομικό περιβάλλον. Τα αδύναμα οικονομικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν στην Κίνα (PMI μεταποίησης κάτω από τις 50 μονάδες για τρίτο διαδοχικά μήνα) δεν βελτιώνουν το επενδυτικό συναίσθημα, ενώ ενισχύουν τη βασική θεωρία μας που μιλά για περαιτέρω επιδείνωση της παγκόσμιας οικονομίας.

Κατά την άποψή μας, η Κίνα αντιμετωπίζει υψηλό ρίσκο οικονομικής κατάρρευσης, κάτι που θα επηρεάσει και το δολάριο Αυστραλίας. Με την Τράπεζα της Αυστραλίας να στρέφεται προς μια πολιτική στήριξης, η διαφορά στα επιτόκια θα αρχίσει να συρρικνώνεται προς όφελος άλλων νομισμάτων και εις βάρος του τοπικού νομίσματος, το οποίο εκτιμάται ότι θα υποτιμηθεί τους ερχόμενους μήνες. Το δολάριο Αυστραλίας (και άλλα νομίσματα αναδυόμενων αγορών) έχει επωφεληθεί τους τελευταίους μήνες, κατά μεγάλη ειρωνεία, ως ασφαλής επενδυτική επιλογή, καθώς οι επενδυτές θεωρούν ότι η οικονομία της Αυστραλίας είναι αλώβητη μπροστά στην παγκόσμια επιβράδυνση. 

Ως αποτέλεσμα, οι επενδυτές μεταφέρουν τα κεφάλαιά τους σε μια εύρωστη οικονομία που προσφέρει υψηλές αποδόσεις. Παρ’ όλα αυτά η οικονομία της Αυστραλίας έχει ήδη αρχίσει να παρουσιάζει σημάδια επιδείνωσης αντίστοιχα με αυτά που παρουσίασε η Ευρωζώνη κατά τις απαρχές της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008. Μάλιστα, αναμένουμε να πληθύνουν αυτές οι ενδείξεις όσο η κρίση περνάει στο τρίτο στάδιο και αρχίζει να επεκτείνεται με ταχύτερους ρυθμούς.