Οι δυσκολίες για τη συμμετοχή των ασφαλιστικών στην αναδιάρθρωση του χρέους

Σε τρία σημεία επικεντρώνει η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών τον προβληματισμό του ασφαλιστικού κλάδου για τη συμμετοχή του στο μηχανισμό του Private Sector Involvement (PSI) για την  αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. 

Το πρώτο αφορά τον οριστικό λογιστικό χειρισμό των τεσσάρων επιλογών που αναφέρει το IIF και την αποτίμηση του ομολογιακού χαρτοφυλακίου για σκοπούς λογιστικής αποτύπωσης, ασφαλιστικής τοποθέτησης και περιθωρίου φερεγγυότητας. Προβλήματα ρευστότητας μπορεί να προκύψουν επίσης από το asset και liability matching, ενώ σε περιβάλλον Solvency I και II μπορεί να απαιτηθούν πρόσθετες κεφαλαιακές απαιτήσεις. 

Αυτό επισημαίνει η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος σε σχετικό έγγραφο που αναλύει τις επιπτώσεις από τη συμμετοχή των ασφαλιστικών εταιρειών στο πρόγραμμα αναδιάρθρωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους. 

Η ΕΑΕΕ επικαλείται ανάλυση της Morgan Stanley επισημαίνοντας ότι η έλλειψη συνέπειας στην αποτίμηση των κρατικών ομολόγων με το καθεστώς Solvency II, (όπου σε κάποιες περιπτώσεις γίνεται αποτίμηση των κρατικών ομολόγων με τη χρήση των IFRS, ενώ σε κάποιες άλλες χρησιμοποιούνται τοπικά λογιστικά πρότυπα) ενδεχομένως να έχει επιπτώσεις στο δείκτη φερεγγυότητας των εταιρειών που κάνουν χρήση των τοπικών προτύπων. Οι εταιρείες ζωής στην περίπτωση που αναγκαστούν να υποστούν οριστικές ζημιές θα είναι σε θέση, όπως σημειώνει, «να μοιραστούν τις ζημιές αυτές με τους ασφαλισμένους μέσω μείωσης των εγγυημένων αποδόσεων».

Όσον αφορά στο λογιστικό χειρισμό της προτεινόμενης λύσης, σύμφωνα με τη Morgan Stanley επικρατεί η άποψη ότι η ζημιά που θα προκύψει θα πρέπει να αποτυπωθεί άμεσα και να αναγνωριστεί λογιστικά. Τα ομόλογα που είναι καταχωρημένα σε πάγια διακράτηση (Held to Maturity) θα πρέπει να γίνει σχετική πρόβλεψη απομείωσης της αξίας τους της τάξης του 30%.

Διαβάστε την πρόταση IIF για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους