Προβληματισμός στις αποτιμήσεις των ομολόγων

Τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου που κατέχουν οι ασφαλιστικές αποτελούν ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο για το χαρτοφυλάκιό τους. Ωστόσο το κεφάλαιο αυτό που αποτελεί επενδυτική επιλογή των εταιρειών την ίδια στιγμή έχει εξελιχθεί και σε πονοκέφαλο για τις διοικήσεις τους οι οποίες βρίσκονται συχνά αντιμέτωπες με τις αποτιμήσεις τους. Ο λόγος είναι ότι τα ομόλογα  έχουν γίνει σημείο αναφοράς των εποπτικών αρχών οι οποίες και στο παρελθόν έχουν λάβει αποφάσεις για την αποτίμηση των κρατικών τίτλων αλλά και σήμερα επίσης βρίσκονται σε σχετική διαδικασία. 

Είναι σημαντικό να αξιολογήσει κανείς το συνολικό ύψος της τοποθέτησης των ασφαλιστικών εταιρειών σε ομόλογα το οποίο ανέρχεται σε περίπου 5,5 δις ευρώ. Το ποσό αυτό έχει διπλή ερμηνεία: δείχνει αφενός ότι η ασφαλιστική αγορά στηρίζει το ελληνικό δημόσιο και αφετέρου ότι είναι εξαρτημένη από τις εκάστοτε επιλογές των αρμοδίων που αφορούν την αποτίμηση των τίτλων. Προσφάτως σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Επιτροπής το θέμα των ομολόγων ετέθη στο τραπέζι του διαλόγου στο πλαίσιο μιας πρωτοβουλίας για συμμετοχή και των ιδιωτών στο πρόβλημα χρέους της Ελλάδος. 

Οι εποπτικές αρχές του χρηματοπιστωτικού τομέα των άλλων χωρών λέγεται ότι ήταν διατεθειμένες -έτσι φάνηκε- να προχωρήσουν σε φιλικό επαναπρογραμματισμό των λήξεων των ελληνικών ομολόγων.  Στο πλαίσιο αυτό μάλιστα υπάρχουν και διαβεβαιώσεις από τις χώρες τους για την κάλυψη των απαιτήσεων φερεγγυότητας ότι τα ελληνικά ομόλογα θα υπολογίζονται στην ονομαστική τους αξία. 

Οι εξελίξεις αυτές προβληματίζουν την ασφαλιστική αγορά η οποία εύλογα αναμένει και αυτή, να κερδίσει ευνοϊκή μεταχείριση κάτι που θα επιτευχθεί εφόσον η ΤτΕ θα προχωρήσει σε φιλικό επαναπροσδιορισμό των ομολόγων. 

Ωστόσο οι  πληροφορίες μας αναφέρουν ότι η Τράπεζα της Ελλάδος που εποπτεύει την ελληνική ασφαλιστική αγορά οδηγείται σε αποτιμήσεις των ομολόγων της ασφαλιστικής αγοράς με βάση την αξία που είχαν στις 31.12.2009, μια απόφαση δηλαδή που ουσιαστικά τα αποτιμά υποτιμημένα κατά 3,5% σε σχέση με την ονομαστική τους αξία. Βέβαια η απόφαση αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της ίσης αντιμετώπισης που η ΤτΕ επιθυμεί να έχει στις εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα οπότε αφού έτσι προσέγγισε τις τράπεζες, δε θα μπορούσε να κάνει αλλιώς με τις ασφαλιστικές εταιρείες. Ωστόσο γεννάται ένα σημαντικό ερώτημα. Πώς οι ξένοι ιδιώτες θα λάβουν την απόφαση του φιλικού επαναπρογραμματισμού όταν η ελληνική αρχή ακολουθεί άλλη τακτική; Μήπως επιβάλλεται αναθεώρηση της απόφασης για να διευκολυνθούν και οι ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες;