Κανόνες διαφάνειας στα νοσοκομειακά κόστη

Διαφάνεια στις χρεώσεις των υπηρεσιών υγείας από τα νοσοκομεία, επιχειρεί να βάλει η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, εισάγοντας ειδικό άρθρο στο νομοσχέδιο για την εδραίωση της διαφάνειας στις ασφαλιστικές συμβάσεις.  Συγκεκριμένα το άρθρο ρυθμίζει θέματα που αφορούν στην ενημέρωση του ασφαλισμένου σε σχέση με την παροχή υπηρεσιών υγείας από τα ιδιωτικά νοσηλευτήρια. 

Οι ρυθμίσεις κοινοποιήθηκαν ήδη στους εκπροσώπους των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων, οι οποίοι αν και δεν έχουν προς το παρόν αντιδράσει επίσημα, δηλώνουν την επιφυλακτικότητά τους, επισημαίνοντας τη δυσκολία εφαρμογής τους, αλλά και την αποτελεσματικότητα των σχετικών διατάξεων.

Σημειώνεται ότι το σχετικό άρθρο περιελήφθη εμβόλιμο στο νομοσχέδιο για τη διαφάνεια των ασφαλιστικών συμβάσεων, σε μια προσπάθεια να αντικρουστεί η επιχειρηματολογία των ασφαλιστικών εταιρειών που προέκρινε ως αιτία της αύξησης του κόστους των ασφαλίστρων, την υπέρμετρη αύξηση του κόστους των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας. 

Αναλυτικά το σχετικό άρθρο προβλέπει ότι «ο παρέχων σε οργανωμένη μονάδα ιατρικές υπηρεσίες οφείλει να παρέχει στον ασθενή πριν την ανάθεση σε αυτόν της παροχής της υπηρεσίας σαφή, πλήρη και κατανοητή ενημέρωση για το αναμενόμενο κόστος της και το πρόσθετο κόστος για την αντιμετώπιση των συνεπειών, κινδύνων ή εμπλοκών που πιθανολογούνται να εμφανιστούν κατά τη διάρκεια της ιατρικής πράξης ή της θεραπείας. Η ενημέρωση περιλαμβάνει και το πρόσθετο κόστος για την αντιμετώπιση συνεπειών, κινδύνων ή επιπλοκών που πιθανολογούνται να εμφανιστούν κατά τη διάρκεια της ιατρικής πράξης ή της θεραπείας. Σε περίπτωση που παρέχονται  εναλλακτικές θεραπείες με μικρότερο κόστος ο ασθενής ενημερώνεται και γι’ αυτές.

Η ενημέρωση του ασθενούς για την προτεινόμενη πράξη σύμφωνα με το άρθρο 11 του ν. 3418/2005 εμπεριέχει ή συνοδεύεται από την ενημέρωση για τις οικονομικές επιβαρύνσεις που αυτή συνεπάγεται. Ο ασθενής ενημερώνεται άμεσα σε κάθε περίπτωση που κατά τη διάρκεια της θεραπείας ή της νοσηλείας προκύπτει εξαιρετική μη προγραμματισμένων ιατρικών πράξεων ή νοσηλείας αύξηση του κόστους σε σχέση με την παρασχεθείσα ενημέρωση.

Σε περίπτωση επείγουσας παροχής ιατρικών ή νοσηλευτικών υπηρεσιών για τις οποίες δεν είναι δυνατή ή ιατρικά ενδεδειγμένη η προηγούμενη ενημέρωση του ασθενούς για το κόστος αυτών, η ενημέρωση παρέχεται στα πρόσωπα εκείνα που έχουν εξουσία συναίνεσης για τη διενέργεια των πράξεων αυτών, άλλως στους οικείους του. Η ενημέρωση παρέχεται στον ασθενή αμέσως όταν η κατάσταση της υγείας του το επιτρέψει.

Ο παρέχων τις ιατρικές υπηρεσίες οφείλει να ενημερώνει τον ασθενή εάν το κόστος της θεραπείας καλύπτεται μερικά ή ολικά από τον ασφαλιστικό οργανισμό του ασθενούς και σε περίπτωση που δεν καλύπτεται, για εναλλακτικές θεραπείες που τυγχάνουν μερικής ή ολικής ασφαλιστικής κάλυψης.

Σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται για την ιατρική πράξη ή τη θεραπεία πρόσθετα υλικά ή φάρμακα, ο ασθενής ενημερώνεται διακριτά για το κόστος των υλικών αυτών. Ο παρέχων τις υπηρεσίες οφείλει να προβαίνει στην προμήθεια των υλικών αυτών κατά τρόπο που προστατεύει τα συμφέροντα του ασθενούς.

Σε περίπτωση κάλυψης μέρους ή όλων των εξόδων από ασφαλιστική εταιρεία, ο ασθενής δικαιούται να απαιτήσει η, σύμφωνα με τα παραπάνω ενημέρωση, να παρέχεται και στην εταιρεία. Η ενημέρωση σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους δεν είναι υποχρεωτική εφόσον το κόστος των ιατρικών πράξεων ή της θεραπείας καλύπτεται ολικά από ασφαλιστικό οργανισμό δυνάμει διατάξεων ή ειδικών συμφωνιών.

Ο παρέχων ιατρικές υπηρεσίες οφείλει να αναρτά σε εμφανή, διακεκριμένα και προσιτά για τους ασθενείς σημεία, όπως στους χώρους ιατρικών επισκέψεων ή στους χώρους εισαγωγής ασθενών, καθώς και στην ιστοσελίδα του, αναλυτικό κατάλογο με το κόστος όλων των παρεχόμενων βασικών ιατρικών πράξεων και θεραπειών.

Δεν επιτρέπεται διαφοροποίηση των τιμών των ιατρικών πράξεων και εργαστηριακών ή παρακλινικών εξετάσεων, εξαιτίας της κατηγορίας νοσηλείας που επιλέγει ο ασθενής καθώς και η διακεκριμένη χρέωση υπηρεσιών που αποτελούν αναπόσπαστο συστατικό μέρος της βασικής υπηρεσίας. Απαγορεύεται η άμεση ή έμμεση επιβολή αυξημένων χρεώσεων για την ιατρική πράξη, νοσηλεία ή θεραπεία εξαιτίας της μερικής ή ολικής κάλυψης αυτών από τον ασφαλιστή.

Ο ιατρός που παρέχει ανεξάρτητα τις υπηρεσίες του σε ασθενείς, χρησιμοποιώντας τις εγκαταστάσεις του και υποδομές παρόχου οργανωμένης μονάδας, οφείλει να διατηρεί σε αυτόν αναλυτικό κατάλογο με το τίμημα των υπηρεσιών του. Στον κατάλογο έχει ελεύθεση πρόσβαση η Ένωση Ασφαλιστικών Υπηρεσιών Ελλάδος και οι ασφαλιστές που παρέχουν μερική ή ολική ασφαλιστική κάλυψη των υπηρεσιών αυτών.

Δαπάνες για νοσηλευτικές ή ιατρικές υπηρεσίες που παρασχέθηκαν στο πλαίσιο οργανωμένων μονάδων υπηρεσιών υγείας και τελούν σε προφανή δυσαναλογία προς τις παρασχεθείσες υπηρεσίες ή αποκλίνουν υπέρμετρα και αδικαιολόγητα από την ακολουθούμενη συνήθη πρακτική του παρέχοντος τις υπηρεσίες ή από καθιερωμένα ή αναγνωρισμένα πρωτόκολλα θεραπείας είναι κατά το υπερβάλλον μέρος άκυρες και ανίσχυρες. Η καταβολή από τον ασφαλιστή του ασφαλίσματος για την κάλυψη ιατρικών ή νοσηλευτικών εξόδων του ασφαλισμένου δεν αποκλείει τη δυνατότητά του να αμφισβητήσει την αιτία ή το ύψος αυτών, εκτός εάν ο ασφαλιστής έγγραφα και ρητά παραιτείται από το δικαίωμά του αυτό. Το βάρος της απόδειξης της τήρησης των υποχρεώσεων του παρόντος άρθρου φέρει ο παρέχων την ιατρική υπηρεσία.

Για κάθε παράβαση των παραπάνω διατάξεων, ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης επιβάλλει πρόστιμο που ανέρχεται από 2.000 έως 200.000 ευρώ, ενώ κατά την επιμέτρηση του προστίμου λαμβάνονται υπόψη συνεκτιμώνται η βαρύτητα της παράβασης, η συχνότητα αυτής, η διάρκειά της, οι ειδικές συνθήκες τέλεσής της, η ύπαρξη υπαιτιότητας, ο κύκλος εργασιών του παραβάτη, οι ανάγκες της γενικής και ειδικής πρόληψης και η υπότροπη συμπεριφορά».