Υπόμνημα «διαφωνιών» της ΕΑΕΕ για το ν/σ περί διαφάνειας

Σε αναμονή του κρίσιμου ραντεβού που αναμένεται να καθοριστεί με την υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, κα Λούκα Κατσέλη, είναι η ασφαλιστική αγορά, ευελπιστώντας στην αλλαγή στάσης του υπουργείου στο θέμα του νομοσχεδίου για τη διαφάνεια στη λειτουργία της ασφαλιστικής αγοράς.

Αν και η τάσσεται υπέρ της προσπάθειας της πολιτείας για την εξασφάλιση μεγαλύτερης διαφάνειας στα ασφαλιστήρια συμβόλαια, η διαφωνία της στη σχετική πρωτοβουλία είναι κάθετη και αποτυπώνεται στο δεκαπέντασέλιδο υπόμνημα που έχει αποστείλει προς τη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή

Οι παρατηρήσεις της Ένωσης εστιάζουν στην ανάγκη ο στόχος αυτός να υπηρετείται με τεχνοκρατικά κριτήρια, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η φερεγγυότητα και βιωσιμότητα των ασφαλιστικών εταιρειών, που είναι σύμφωνα με την Ένωση «και ο σημαντικότερος παράγοντας για την προστασία του καταναλωτή» για να καταλήξει επισημαίνοντας ότι «το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν μια τέτοια προσπάθεια».  

Βασικός λόγος το γεγονός ότι αγνοούνται και παρακάμπτονται πάγιες τεχνικές πρακτικές τιμολόγησης των ασφαλίσεων ζωής της ελληνικής και διεθνούς ασφαλιστικής αγοράς, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την παρέμβαση στο χρόνο άσκησης του δικαιώματος εξαγοράς και στον τρόπο υπολογισμού της, καθώς και η παρέμβαση στην πολιτική προμηθειών των εταιρειών, που συνιστά παρέμβαση στην εμπορική πολιτική του κλάδου. 

Στην επιχειρηματολογία της ΕΑΕΕ αναφέρεται ότι η προσπάθεια καθορισμού του χρόνου εξαγοράς σε χρόνο προγενέστερο από ότι ισχύει με βάση τη σημερινή πρακτική, αγνοεί τη θεμελιώδη φύση των ασφαλιστικών προγραμμάτων ζωής, τα οποία σε αντίθεση με άλλα αμιγώς επενδυτικά προϊόντα, όπως π.χ. οι καταθέσεις, αποτελούν μακροχρόνια δέσμευση κεφαλαίου και όχι άμεσα ρευστοποιήσιμα χρηματοοικονομικά μέσα. 

Σε αντίθεση όπως σημειώνει με ότι ισχύει σήμερα, η ρύθμιση αυτή δημιουργεί κίνητρο και ευνοεί υπό τις παρούσες συνθήκες έλλειψης ρευστότητας, τις μαζικές εξαγορές σε βάρος κυρίως του ασφαλισμένου. 

Πλήρης είναι η διαφωνία της Ένωσης στην προσπάθεια της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή, να εισάγει κατά το στάδιο της προσυμβατικής ενημέρωσης του ασφαλισμένου μέσω της ασφαλιστικής διαμεσολάβησης τους κανόνες της οδηγίας MiFid, προσπάθεια την οποία χαρακτηρίζει «εσφαλμένη», αλλά και «ατυχή». Όπως προβλέπει το νομοσχέδιο πριν τη σύναψη σύμβασης ασφάλισης ζωής, ο ασφαλιστής θα πρέπει να ενημερώνει το λήπτη της ασφάλισης – εκτός από τα βασικά χαρακτηριστικά της ασφάλισης – «για τις αποδόσεις της προηγούμενης πενταετίας ή τις αποδόσεις κατά το διάστημα που ήταν διαθέσιμη η ασφάλιση», καθώς και ότι για τη χρήση πινάκων με υποθετικές αποδόσεις «το πρώτο παράδειγμα υποθετικής υπεραπόδοσης δεν μπορεί να υπερβαίνει το μέσο όρο των τριών τελευταίων ετών και την εγγυημένη απόδοση προσαυξημένη κατά ενάμισι ποσοστιαίες μονάδες, ενώ τυχόν δεύτερο υποθετικό παράδειγμα δεν μπορεί να υπερβαίνει το προηγούμενο κατά ενάμισι μονάδες»! 

Όπως επισημαίνει η Ένωση οι σχετικοί περιορισμοί είναι «αυστηρότατοι και απουσιάζουν παντελώς από τον τομέα επενδύσεων», τον οποίο ρυθμίζει η οδηγία MiFid, δημιουρφώντας «ανταγωνιστικό μειονέκτημα σε βάρος των ασφαλιστικών επιχειρήσεων έναντι των άλλων επιχειρήσεων που προσφέρουν παρεμφερή χρηματοοικονομικά προϊόντα».

Στην κορυφή των αντιρρήσεων παραμένει βεβαίως το θέμα της σύνδεσης των αναπροσαρμογών στα ασφάλιστρα υγείας με στατιστικούς δείκτες, οι οποίοι, όπως σημειώνεται στο σχετικό υπόμνημα, «είναι ανύπαρκτοι προς το παρόν». Η επιβαλλόμενη αδυναμία στις εταιρείες να ενσωματώνουν στα ασφάλιστρά τους την ανεξέλεγκτη αύξηση των δαπανών υγείας, θα έχει δραματική επίπτωση στη φερεγγυότητά τους, καθώς εκτιμάται ότι τα πρόσθετα κεφάλαια που θα απαιτηθούν υπερβαίνουν τα ίδια κεφάλαια του κλάδου και θα θέσει εκτός αγοράς τις εταιρείες.