Ο αλλοδαπός ασφαλιστής ενάγεται στα δικαστήρια της χώρας του παθόντα

Το ζήτημα της ερμηνείας των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου για τη διεθνή δικαιοδοσία των δικαστηρίων των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει απασχολήσει όχι μόνον τα εθνικά δικαστήρια, αλλά και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το ΔΕΕ.

Σκεφθείτε την εξής περίπτωση: Κάτοικος Ελλάδος τραυματίζεται σε αυτοκινητικό ατύχημα, που προκάλεσε αυτοκίνητο ασφαλισμένο σε ασφαλιστική εταιρία άλλου κράτους μέλους της ΕΕ. Η γενική διάταξη του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προβλέπει, ότι αρμόδια είναι τα δικαστήρια του τόπου όπου έχει την έδρα του ο εναγόμενος, δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση θα ήταν τα δικαστήρια της χώρας όπου εδρεύει η ασφαλιστική εταιρία.

Όμως με τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου που ρυθμίζουν τα ζητήματα της διεθνούς δικαιοδοσίας, της αναγνώρισης και της εκτέλεσης αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, όπως ερμηνεύτηκαν από το ΔΕΚ, ο ζημιωθείς μπορεί να εναγάγει τον αλλοδαπό ασφαλιστή στα δικαστήρια της χώρας του. Αναλυτικά εξηγεί το θέμα η παρακάτω απόφαση του Αρείου Πάγου.

Με την απόφασή του αριθ. 599/2010, το Δικαστήριο του  ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ, συγκροτούμενο από τους Αρεοπαγίτες  Διονύσιο Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο του  Αρείου Πάγου, Ελευθέριο Μάλλιο, Γεωργία Λαλούση, Ευτύχιο Παλαιοκαστρίτη και
Δημητρούλα Υφαντή, έκρινε ως εξής: 

Ο Κανονισμός (ΕΚ) με αριθμό 44/2001 του Συμβουλίου της 22 Δεκεμβρίου 2000 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις στο άρθρο 9 ορίζει τα ακόλουθα: «1. Ο ασφαλιστής που έχει την κατοικία του στο έδαφος κράτους – μέλους μπορεί να εναχθεί: α) ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους – μέλους όπου έχει την
κατοικία του ή β) σε άλλο κράτος – μέλος, εφόσον την αγωγή έχει ασκήσει ο αντισυμβαλλόμενος του ασφαλιστή, ο ασφαλισμένος, ή ο δικαιούχος, ενώπιον του Δικαστηρίου του τόπου όπου ο ενάγων έχει την κατοικία ή ….γ)…, 2…».

Εξάλλου στο άρθρ. 11 του άνω Κανονισμού (άρθρ. 10 Συμβάσεως Βρυξελλών) με τίτλο «προσεπίκληση και ευθεία αγωγή» ορίζονται τα ακόλουθα: 1) Σε υποθέσεις ασφάλισης αστικής ευθύνης, ο ασφαλιστής μπορεί να προσεπικληθεί ενώπιον του δικαστηρίου που έχει επιληφθεί της αγωγής του ζημιωθέντος κατά του ασφαλισμένου, αν το δίκαιο του δικαστηρίου το επιτρέπει. 2. Οι διατάξεις των άρθρ. 8, 9, και 10 εφαρμόζονται σε περίπτωση ευθείας αγωγής του ζημιωθέντος κατά του ασφαλιστή, εφόσον η ευθεία αγωγή επιτρέπεται».

Ενόψει της παραπομπής της παρ. 2 του άρθρου 11 του άνω Κανονισμού στο άρθρ. 9 του ίδιου Κανονισμού γεννήθηκε το ζήτημα κατά πόσο ο ζημιωθείς σε αυτοκινητικό ατύχημα δύναται να χαρακτηρισθεί ως δικαιούχος κατά την έννοια της β` περιπτώσεως της παρ. 1 του άρθρ. 9 του Κανονισμού. Η ερμηνευτική αυτή εκδοχή είναι πρόδηλο ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντα του ζημιωθέντος, αφού για την περίπτωση που χρειασθεί να ασκήσει αγωγή για την κατίσχυση των αξιώσεων του, έχει τη δυνατότητα να εγείρει αυτή και ενώπιον δικαστηρίου της χώρας της κατοικίας του με προφανή τα εντεύθεν γι` αυτόν πλεονεκτήματα.

Ενόψει δε της αμφισβητήσεως που δημιουργήθηκε για το ανωτέρω ζήτημα, το Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) ύστερα από την αποστολή σχετικού ερωτήματος από το γερμανικό Ακυρωτικό, αποφάνθηκε ως ακολούθως:

Η παραπομπή του άρθρου 11 παρ. 2 του Κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου της 22-12-2000 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, στο άρθρο 9 παρ. 1 στοιχείο β` του
Κανονισμού αυτού πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια, ότι ο ζημιωθείς μπορεί να ασκήσει ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου της κατοικίας του σε κράτος – μέλος ευθεία αγωγή κατά του ασφαλιστή, εφόσον το οικείο δίκαιο επιτρέπει την
άσκηση τέτοιας αγωγής και ο ασφαλιστής έχει την έδρα του στο έδαφος κράτους – μέλους. Ήδη, τέτοια ρύθμιση εισάγεται με το άρθρο 5 της Πέμπτης Κοινοτικής Οδηγίας της 11-5-2005 η οποία θα έπρεπε να καταστεί εσωτερικό δίκαιο μέχρι
11-6-2007.

Με βάση τα όσα προκατέθηκαν ο αλλοδαπός ασφαλιστής του ζημιογόνου στην αλλοδαπή αυτοκινήτου μπορεί να εναχθεί από τον παθόντα και μόνιμο κάτοικο της Ελλάδος ενώπιον Ελληνικού δικαστηρίου με αίτημα επιδίκαση αποζημιώσεως για τη ζημία την οποία υπέστη από αυτό (ΑΠ 2163/2009). Εξάλλου, κατά το άρθρο 559 αριθ. 14 Κ.Πολ.Δ ιδρύεται λόγος αναιρέσεως και αν το
δικαστήριο παρά το νόμο κήρυξε απαράδεκτο. Κατά συνέπεια, η εσφαλμένη απόρριψη της αγωγής για έλλειψη δικαιοδοσίας ιδρύει τον ως άνω λόγο αναιρέσεως (ΟλΑΠ 2/1999).

Στην προκείμενη περίπτωση το Εφετείο με την προσβαλλόμενη απόφασή του δέχτηκε τα ακόλουθα:

 «… Με την ένδικη αγωγή του ο ενάγων και ήδη αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι από υπαιτιότητα του οδηγού του με αριθμ. Κυκλ. … φορτηγού, προστηθέντος από την κυρία αυτού εταιρία με την επωνυμία «…», συνέβη αυτοκινητικό ατύχημα της 4-11-2004 στην πόλη… της…, με συνέπεια να υποστεί υλικές ζημίες ο υπ’ αριθμ. Κυκλ. … ελκυστήρας, κυριότητας του. Ισχυριζόμενος περαιτέρω ότι το ζημιογόνο όχημα ήταν ασφαλισμένο στην πρώτη εναγομένη ασφαλιστική εταιρία (αναιρεσίβλητη) η οποία έχει την έδρα της στην … της…, και ότι η δεύτερη εναγομένη είναι ειδική αντιπρόσωπος της και διακανονιστής ζημιών στην Ελλάδα, ζητεί να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να του καταβάλουν εις ολόκληρον έκαστη, το ποσό των 69.439,20 ευρώ με το νόμιμο τόκο από της 14-3-2005, δηλαδή μετά την παρέλευση της τριμήνου προθεσμίας από την από 13-12-2004 αναγγελία της ζημίας, άλλως από την επίδοση της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως και να καταδικαστούν οι εναγόμενες στην καταβολή της δικαστικής του δαπάνης. 

Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή είναι, απορριπτέα ως απαράδεκτη, ελλείψει διεθνούς δικαιοδοσίας του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, όπου εισήχθη προς εκδίκαση όσον αφορά την πρώτη εναγομένη. Πλέον συγκεκριμένα, το ατύχημα συνέβη στην … της …, η πρώτη εναγομένη ασφαλιστική εταιρία του ζημιογόνου αυτοκινήτου έχει την έδρα της στην … της …. Περαιτέρω, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως ως προς τη δεύτερη εναγομένη διότι, αντιπρόσωπος –διακανονιστής ζημιών, ιδιότητα με την οποία ενάγεται η δεύτερη εναγομένη, στερείται παθητικής νομιμοποιήσεως δια την άσκηση αγωγής αποζημιώσεως του ζημιωθέντος σε αυτοκινητικό ατύχημα, είτε αυτοτελώς, είτε ως αντιπρόσωπος του αλλοδαπού ασφαλιστή. 

Σημειωτέον ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι δυνατόν να γίνει λόγος περί σωρευτικής αναδοχής χρέους εκ μέρους της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας, εφόσον το ατύχημα συνέβη στην …. Το Πρωτοβάθμιο λοιπόν Δικαστήριο, το οποίο δέχθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση ότι έχει δικαιοδοσία για την εκδίκαση της ένδικης αγωγής, όσον αφορά την πρώτη εναγομένη και ότι είναι παραδεκτή η αγωγή από απόψεως παθητικής νομιμοποιήσεως, όσον αφορά τη δεύτερη εναγομένη, έσφαλε στην εφαρμογή του νόμου και πρέπει να γίνουν δεκτοί κατ` ουσίαν, οι σχετικοί λόγοι της εφέσεως. Κατά συνέπεια πρέπει α) να γίνει δεκτή η έφεση κατ` ουσίαν, β) να εξαφανιστεί η εκκαλουμένη απόφαση ως προς τις διατάξεις αυτές, γ) να κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο αυτό και δ) να ερευνηθεί εκ νέου η αγωγή, η οποία πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη ελλείψει (διεθνούς) δικαιοδοσίας του Πρωτοβάθμιου για την εκδίκασή της, όσον αφορά την πρώτη εναγομένη και λόγω ελλείψεως παθητικής νομιμοποιήσεως, όσον αφορά τη δεύτερη εναγομένη…..».

Έτσι, όμως, που έκρινε το Εφετείο, αναφορικά με την αγωγή κατά της αναιρεσίβλητης αλλοδαπής ασφαλιστικής εταιρείας, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 3 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ και 9 παρ. 1 του Κανονισμού (ΕΚ) 44/2001, κήρυξε απαράδεκτο. Επομένως, ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως, κατ` εκτίμηση, από το εδάφιο 14 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ., είναι βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός και στη συνέχεια ν` αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, αφού είναι δυνατή η σύνθεσή του από άλλους Δικαστές (άρθρ. 580 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ.) και τέλος, να καταδικασθεί η αναιρεσίβλητη στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντα (άρθρ. 176 και 183 Κ.Πολ.Δ., όπως στο διατακτικό.

Γράφει η Άλκηστις Χριστοφίλου
LL.M., L.S.E. Εταίρος IKRP I. K. Ρόκας και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία