Γιώργος Πέτσας: «Δε θέλησα να γίνω Ηρώδης»

Σε μια εκ βαθέων συζήτηση με δημοσιογράφους του ασφαλιστικού ρεπορτάζ, μεταξύ των οποίων και δύο συνεργατών του Insurance World, ο πρόεδρος της ΕπΕΙΑ, Γιώργος Πέτσας, 19 μέρες πριν παραδώσει με τρία πρωτόκολλα όλο το αρχείο της εποπτικής αρχής στην Τράπεζα της Ελλάδος, αισθάνθηκε την ανάγκη να μοιραστεί με το κοινό του μερικές από τις σκέψεις και τους προβληματισμούς του για τα όσα έπραξε τα 3 ½ χρόνια που παρέμεινε στην «ηλεκτρική» καρέκλα της Επιτροπής, αλλά και να εξηγήσει πως έφθασε να λάβει ορισμένες από τις κρισιμότερες αποφάσεις του, όπως αυτές που αφορούσαν στις ανακλήσεις των αδειών λειτουργίας των εταιρειών του ομίλου Ασπίς.
 
Η περίπου δίωρη κουβέντα με τον κ. Πέτσα άρχισε με τον ίδιο να δηλώνει ότι «το κεφάλαιο ΕπΕΙΑ έκλεισε σύντομα, αλλά όχι άδοξα» και να εξηγεί ότι ο δρόμος για την ολοκλήρωση της εξυγίανσης παραμένει μακρύς. «Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι είναι ευχαριστημένος με ότι βλέπει στην ασφαλιστική αγορά» ήταν ένα από τα πρώτα σχόλιά του, το οποίο δεν εξέφρασε τυχαία, καθότι αμέσως μετά ισχυρίσθηκε ότι με βάση τις υποχρεώσεις της Solvency, επαρκώς φαίνεται να ανταποκρίνονται σήμερα 3 με 4 ασφαλιστικές εταιρείες, καθώς και οι πολυεθνικές.
 
Ευθύς εξαρχής λοιπόν ξεκαθάρισε ότι από την αγορά λείπουν ακόμη κεφάλαια. Δεν θέλησε να αποκαλύψει πόσα, όπως δεν θέλησε να δώσει τις πραγματικές διαστάσεις των προβλημάτων στον κλάδο Υγείας. Αποκάλυψε μόνο ότι έχει ετοιμάσει ένα σχέδιο απόφασης για τον τρόπο σχηματισμού των αποθεμάτων στον κλάδο Ζωής με το οποίο τίθενται ρεαλιστικά κριτήρια, τα οποία στο βαθμό που θα τα δεχθεί η ΤτΕ θα βελτιώσουν σημαντικά την κεφαλαιακή επάρκεια των εταιρειών.
 
Ενδιαφέρον είχαν όμως οι αναφορές του προέδρου της ΕπΕΙΑ και για την Ασπίς Πρόνοια. Ο κ. Πέτσας δήλωσε σχετικά:
 
-Πολλούς μήνες πριν προχωρήσω στην ανάκληση της Ασπίς είχα ενημερώσει την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών ώστε να λάβει τα μέτρα της για την αγορά και τους ασφαλισμένους. Ο κ. Παπαθανασίου ανέλαβε κάποιες πρωτοβουλίες. Τότε όμως οι εκλογές δεν υπήρχαν ως προοπτική

– Δεν ήταν στις ευθύνες της ΕπΕΙΑ να προετοιμάσει την αγορά για τις συνέπειες από τις ανακλήσεις

– Η εγγυητική επιστολή η οποία κρίθηκε από την ΤτΕ πλαστή ήταν αυτή που ουσιαστικά οδήγησε την Ασπίς σε ανάκληση

– Έσπευσα να ανακαλέσω τις άδειες των εταιρειών του ομίλου Ασπίς διότι η κατάσταση είχε δρομολογηθεί με τρόπο, ώστε οι εταιρείες να μην μπορούν να επικαλεστούν άλλες προφάσεις για τα ανοίγματα στα αποθέματα. Γι΄ αυτό εξάλλου ο Παύλος Ψωμιάδης υποχρεώθηκε να προσφύγει στη λύση της εγγυητικής

– Ποτέ δεν δεχθήκαμε πιέσεις από την αγορά να προχωρήσουμε σε ανακλήσεις. Συζητήσεις έκανα με στελέχη του κλάδου, αλλά μόνο προκειμένου να ανταλλάξουμε απόψεις
 
Γενικότερα για την πολιτική ελέγχων της ΕπΕΙΑ ο πρόεδρός της τόνισε επίσης ότι με βάση την πρώτη ενημέρωση που είχε από τους αναλογιστές αντιλήφθηκε ότι τα προβλήματα του κλάδου ήταν πολλά και οι επιλογές του δύο. Είτε να κινηθεί επιθετικά ανακαλώντας άδειες σε άμεσο χρόνο, είτε να λειτουργήσει πιο ψύχραιμα. «Δεν θέλησα να γίνω Ηρώδης» τόνισε και πρόσθεσε ότι για το λόγο αυτό βάσισε τους ελέγχους στη Solvency II, προγραμμάτισε μια σειρά από παρεμβάσεις με ορίζοντα τριετίας, και προχώρησε σε δύο ευνοϊκές ρυθμίσεις για την αγορά, που προέβλεπαν ειδικό καθεστώς για την αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των εταιρειών (άρθρο 6) και την κάλυψη των αποθεμάτων σε τρεις δόσεις.
 
«Τότε, στις προτεραιότητές μας τέθηκαν όσες εταιρείες δημιουργούσαν εμπόδια στον έλεγχο» πρόσθεσε ο κ. Πέτσας για να διευκρινίσει ότι μετά από πολλούς μήνες παρεμβάσεων στην αγορά η ΕπΕΙΑ ανέκοψε ταχύτητα μόνον όταν διαπίστωσε ότι κυβέρνηση αποφάσισε να μεταφέρει την εποπτεία στην ΤτΕ.
 
«Με το υπουργείο Οικονομικών δεν υπήρξε καμία συνεργασία, και η ευθύνη γι΄ αυτό δεν ήταν δική μου» σχολίασε, ενώ, αντίθετα, θετική ήταν η αναφορά του για τον κ. Παπαθανασίου, με τον οποίο δήλωσε ότι είχε πολύ καλή συνεργασία.
 
Στο υπουργείο ανάπτυξης καταλόγισε ευθύνες για την κακή εικόνα της αγοράς. «Είναι ένοχο το υπουργείο για τα όσα συνέβησαν στον κλάδο, όμως πρέπει να του αναγνωρίσουμε ως ελαφρυντικό το ότι δεν είχε εμπειρία, προσωπικό και υποδομές για να δράσει περισσότερο επιθετικά» ανέφερε.
 
Διαφορετική άποψη από αυτή του υπουργείο Οικονομικών εξέφρασε σε ότι αφορά την επίμαχη ρύθμιση Παπαθανασίου περί εγγύησης του δημοσίου για τα ανοίγματα της Ασπίς. Όπως είπε, ουδέποτε τέθηκε θέμα αντικοινοτικής ρύθμισης. «Όλα ήταν ζήτημα διαπραγμάτευσης με την κοινότητα. Προφανώς το υπουργείο Οικονομικών δεν θέλησε να βάλει ως σημείο αιχμής στη διαπραγμάτευση τα ανοίγματα του ομίλου». Επίσης διευκρίνισε ότι η ΕπΕΙΑ δεν είχε συμμετοχή στη σύνταξη της εν λόγω διάταξης.
 
Σε άλλο σημείο των αναφορών του παρουσιάσθηκε αντίθετος με το διορισμό επιτρόπου στις ασφαλιστικές εταιρείες. Η λειτουργία τους είναι διαφορετική από αυτή των τραπεζών, είπε για να διευκρινίσει ότι οι ασφαλιστικές έχουν «πελάτες» τα δίκτυα, τα οποία μπορούν μέσα σε μια νύκτα να εγκαταλείψουν μια προβληματική εταιρεία.
 
Σε ότι αφορά την Τράπεζα της Ελλάδος εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι θα διατηρήσει τον πήχη των ελέγχων στο ίδιο υψηλό επίπεδο με την ΕπΕΙΑ, ενώ επεσήμανε ότι αν δεν άλλαζε η εποπτεία και είχε περισσότερο χρόνο θα τροποποιούσε τον 400 ώστε τα ελλείμματα των ασφαλιστικών εταιρειών να αντιμετωπίζονται όχι ως πλημμέλημα αλλά ως κακούργημα και οι ευθύνες να διαχέονται σε περισσότερα πρόσωπα της διοίκησης.
 
Για την Πρώτη δήλωσε ότι η ΕπΕΙΑ αποφάσισε να δεχθεί το δάνειο της proton bank ώστε να εξασφαλίσει τα 15 από τα 21 εκατ. που χρωστούσε η εταιρεία. «Τα χρήματα αυτά παραμένουν δεσμευμένα» ανέφερε και πρόσθεσε ότι η Τ.τ.Ε. θα πρέπει τώρα να ελέγξει τα αποθέματα της εταιρείας προκειμένου να διαπιστώσει τη φερεγγυότητά της.
 
Αναφερόμενος στην Ένωση σχολίασε ότι όλα αυτά τα χρόνια η ΕπΕΙΑ είχε με τη διοίκηση του φορέα μόνο μια κόντρα: Για το κατά πόσο έπρεπε να δημοσιοποιήσει η Επιτροπή τις εταιρείες που έχουν υπαχθεί στο άρθρο 6.
 
Ο κ. Πέτσας, κλείνοντας την πολύ ενδιαφέρουσα και άκρως αποκαλυπτική κουβέντα του με τους δημοσιογράφους, μίλησε και για τον ίδιο προσωπικά, υπενθυμίζοντας ότι ο νόμος του απαγορεύει να δραστηριοποιηθεί στην ασφαλιστική αγορά για τα επόμενα τρία χρόνια, οπότε από την 1η Δεκεμβρίου θα επιστρέψει στην οργανική του θέση στο δημόσιο.