Lifting στα συμβόλαια από τις συμπληρωματικές καλύψεις

Σε παράγοντα κλειδί αναδεικνύονται οι συμπληρωματικές καλύψεις τόσο για τις ασφαλιστικές εταιρείες, όσο και για τους πελάτες τους.

Οι ασφαλιστικές για παράδειγμα ενισχύουν την παραγωγή ασφαλίστρων, σε τακτική και μόνιμη θα λέγαμε βάση και παράλληλα «δένουν» τον πελάτη μαζί τους (loyalty). Οι πελάτες από την άλλη πλευρά, διαμορφώνουν τα ασφαλιστικά προγράμματα μέσα από την ποικιλία των επιλογών στα δικά τους δεδομένα, λαμβάνοντας τις αποφάσεις εκείνες, που ανταποκρίνονται καλύτερα και πληρέστερα στις δικές τους ανάγκες.
 
Η οικονομική κρίση επίσης, καθιστά ακόμα πιο επίκαιρες τις συμπληρωματικές καλύψεις, καθώς θα πρέπει κανείς να αναρωτηθεί, πώς θα αντιμετωπίσει τις οικονομικές συνέπειες ενός συμβάντος που ενδεχομένως συμβεί στο μέλλον.

Να αναφέρουμε, ότι με βάση τα στοιχεία της Επ.Ε.ΙΑ. τα ασφάλιστρα των συμπληρωματικών καλύψεων ανήλθαν σε περίπου 140 εκατ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο του 2010 στον κλάδο Ζωής (ατομικές ασφαλίσεις), επί συνόλου – νέων και παλαιών συμβολαίων. 

Αυτό σημαίνει ότι αντιπροσωπεύουν ποσοστό 32,5% επί της συνολικής παραγωγής του κλάδου (430,8 εκατ. ευρώ).
Σε κάποιες εταιρίες μάλιστα, τα προσαρτήματα συμμετέχουν με μεγαλύτερα ποσοστά στο συνολικό χαρτοφυλάκιο του κλάδου Ζωής με ποσοστά που ξεπερνούν ακόμα και το 50%.

Συμπληρωματικές καλύψεις υπάρχουν λοιπόν σε όλους τους κλάδους. Χαρακτηριστικότερες ίσως περιπτώσεις αποτελούν τα νοσοκομειακά προγράμματα και οι καλύψεις στα προγράμματα αυτοκινήτου. Αμφότερες, κατηγορίες με … ισχυρό παρελθόν και προβληματική κερδοφορία.

Ας πάρουμε για παράδειγμα την περίπτωση των νοσοκομειακών. Ενώ η λεγόμενη βασική ασφάλεια αποτελεί συνήθως τον κύριο λόγο που ο πελάτης συνάπτει ένα ασφαλιστικό πρόγραμμα, στην περίπτωση των νοσοκομειακών στην ουσία μέχρι σήμερα τουλάχιστον, είχαμε μια παρέκκλιση: Ο βασικός λόγος ήταν η νοσοκομειακή κάλυψη και συχνά – προκειμένου να γίνει αυτό εφικτό -, η βασική ασφάλιση με ελάχιστα ποσά κάλυψης, χρησιμοποιήθηκε ως όχημα, έτσι ώστε να μην υπάρχει πρόβλημα και με τη σχετική νομοθετική διάταξη, που δεν περιλαμβάνει τα νοσοκομειακά στις βασικές ασφάλειες.

Τα αποτελέσματα τέτοιων πρακτικών είναι γνωστά, συμβάλλοντας μεταξύ άλλων παραγόντων στην προβληματική κερδοφορία του κλάδου υγείας, κάλυψη ωστόσο, που τόσο έχουν ανάγκη οι πολίτες αυτής της χώρας εξαιτίας των γνωστών προβλημάτων με τα ασφαλιστικά ταμεία.

Βασικό όπλο άμυνας των εταιρειών σε αυτήν την εξέλιξη, ήταν οι αναπροσαρμογές των ασφαλίστρων, η προσπάθεια να «κλείσουν» με κάθε τρόπο, παλιά ζημιογόνα προγράμματα και ο περιορισμός των παροχών σε πολλές περιπτώσεις.
 
Κανένας δεν μπορεί να αμφιβάλλει για τη χρησιμότητα και αναγκαιότητα των συμπληρωματικών καλύψεων και μπορούμε να αναλογιστούμε ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις και οι συνέπειες αν δεν υπήρχαν, σε περιπτώσεις που απασχόλησαν για παράδειγμα κατά καιρούς την επικαιρότητα.

Είναι επίσης σίγουρό, ότι οι σημερινές συνθήκες επιβάλλουν αυξημένο επαγγελματισμό και σωστή ενημέρωση από την πλευρά των δικτύων πωλήσεων, που έχουν πλέον να αντιμετωπίσουν πιο ώριμους πελάτες.

Οι τελευταίοι από την πλευρά τους, χρειάζεται να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί προκειμένου να πάρουν αυτό που πραγματικά έχουν ανάγκη και να είναι σωστά ασφαλισμένοι. Αναφέρουμε για παράδειγμα, την περίπτωση των «πακέτων» από καλύψεως που στα πλαίσια του ανταγωνισμού διατίθενται με προσιτό συχνά ασφάλιστρο. 

Οι πελάτες θα πρέπει να προσέξουν τι περιλαμβάνει το πακέτο και να είναι σωστά – από πλευράς κεφαλαίων – ασφαλισμένοι