Η Ιταλία πρέπει να προετοιμαστεί για μεγάλους σεισμούς

Μετά από την πρώτη επέτειο του σεισμού L’Aquila, μια νέα έκθεση του τμήματος Έρευνας Κινδύνου της Aon Benfield αποκαλύπτει πως η κεντρική και νότια Ιταλία, θα πρέπει να προετοιμαστούν για το ενδεχόμενο μεγαλύτερων σεισμών και να λάβουν μέτρα για την ενίσχυση της πλημμελούς κατασκευής κτιρίων.

Ο σεισμός L’Aquila είχε ως αποτέλεσμα τον υψηλότερο αριθμό νεκρών στην ΕΕ μετά από το σεισμό Irpinia που σημειώθηκε το 1980 στην Ιταλία και τη μεγαλύτερη οικονομική απώλεια που οφείλεται σε σεισμική δραστηριότητα μετά από το σεισμό που εκδηλώθηκε το 1999 στην Αθήνα.

Η έρευνα διεξήχθη και συντάχτηκε από το Δρ. Ιωάννη Παπανικολάου, ακαδημαϊκό στο Κέντρο Ερευνών της Aon Benfield, ο οποίος εντόπισε τα ακόλουθα βασικά συμπεράσματα που μπορούν να βοηθήσουν στη σεισμική αξιολόγηση της επικινδυνότητας και το σχεδιασμό:

· Ο σεισμός L’Aquila δεν ήταν ένα γεγονός που εξέπληξε τους ειδικούς, καθώς σημειώθηκε σε μία περιοχή που  χαρακτηρίζεται από υψηλή σεισμική επικινδυνότητα στους παραδοσιακούς χάρτες και στα ιστορικά αρχεία

· Στην περιοχή μπορεί να προκληθούν ισχυρότεροι σεισμοί

· Δορυφορικές εικόνες έδειξαν ότι ο σεισμός είχε ως αποτέλεσμα το πολύ καθίζηση 25 εκατοστών και ανάτασης 10 εκ. 

· Η πλειοψηφία των ζημιών που υπέστησαν τα χωριά λόγω του σεισμού οφείλεται στην πλημμελή κατασκευή και τα παλαιά κτίρια, ενώ λιγοστά από τα κτίρια με σκυρόδεμα ενισχυμένο με ατσαλόβεργες κατέρρευσαν. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι αυτά τα πλαίσια των κτιρίων έμειναν άθικτα, κατέρρευσε το εσωτερικό των τοίχων. Αυτό υποδηλώνει ότι η φύση των τοίχων πλήρωσης και η πρόσδεσή τους στο πλαίσιο των κτιρίων θα πρέπει να επανεξεταστεί.

 Δρ. Ιωάννη Παπανικολάου σχολίασε ότι  «η μελέτη του L’Aquila είναι ιδιαίτερα σημαντική για δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, σεισμοί μετρίου μεγέθους συμβαίνουν συχνότερα από τις ισχυρές σεισμικές εκδηλώσεις σε εκτεταμένους χώρους όπου ο φλοιός της γης επιμηκύνεται. 

Για παράδειγμα, η Ιταλία βιώνει κάθε δεκαετία δύο μέτρια επιβλαβή γεγονότα, σε σχέση με ένα ή δύο ισχυρότερους σεισμούς που σημειώνονται κάθε αιώνα. Δεύτερον, η συχνότητα αυτών των τύπων μετρίου βαθμού σεισμών συνδυάζεται με την εγγύτητά τους στα αστικά κέντρα. 

Δεδομένου του μετρίου μεγέθους του σεισμού, του υψηλού επιπέδου των ζημιών στην κατασκευή των κτιρίων και των σημαντικών στοιχείων των ατυχημάτων, πρέπει να δοθεί έμφαση στη διασφάλιση ότι τα ιστορικά κέντρα είναι καλύτερα προετοιμασμένα για την επόμενη φορά, καθώς η εκδήλωση μεγαλύτερης σεισμικής δραστηριότητας είναι πιθανή».

Ο κ. Maurice Cox, Γενικός Διευθυντής της Aon Benfield στην Ιταλία, δήλωσε ότι «ο σεισμός L’Aquila δεν αποτέλεσε μεγάλη απώλεια για τις ασφαλιστικές εταιρίες. Ωστόσο, τα οφέλη από την ασφάλιση σεισμού γίνονται εμφανή μετά την καταστροφή και αρχίζουμε να βλέπουμε ότι οι  ασφαλιστικές εξετάζουν το ενδεχόμενο να παράσχουν κάλυψη για την καταστροφή κατοικιών και εμπορικής ιδιοκτησίας, κυρίως λόγω της απουσίας ενός κρατικού σχεδίου. 

Για να επιτευχθεί αυτό, οι ασφαλιστές θα πρέπει να βελτιώσουν την παρακολούθηση της οικονομικής τους έκθεσης και να αποκτήσουν πρόσβαση στα δεδομένα των κατασκευών, αποκτώντας ταυτόχρονα μεγαλύτερο έλεγχο των κινδύνων συσσώρευσης τους τόσο στη στήριξη της περιοχής όσο και στο να δημιουργήσουν μια κερδοφόρα επιχειρηματική γραμμή».