Ο Ρόλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη Διάσπαση της ING

Η προοπτική του «διαχωρισμού» και η αβεβαιότητα σχετικά με τη σχεδιαζόμενη αναδιάρθρωση της ING προκαλούν ανησυχία στους επενδυτές. 

Για τους μετόχους των άλλων τραπεζών που δέχτηκαν κρατική βοήθεια, η βασική πηγή ανησυχίας προέρχεται από το ρόλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη διάσπαση της ING.

Η ολλανδική τράπεζα έχει τους δικούς της λόγους για να ενεργεί έτσι. Η αύξηση κεφαλαίου μπορεί σε γενικές γραμμές να ερμηνευτεί σαν έκφραση της επιθυμίας της τράπεζας να αποφύγει την κρατική εμπλοκή. Ο διαχωρισμός της ING είναι σύμφωνος με το σχέδιο «Επιστροφή στις Βασικές Αρχές» που ανακοίνωσε τον Απρίλιο ο Διευθύνων Σύμβουλός της, κ. Γιαν Χόμεν, υποσχόμενος απλοποίηση και σμίκρυνση του ιδρύματος.

Ο διαχωρισμός των τραπεζικών δραστηριοτήτων από τις ασφαλιστικές θα γλιτώσει την ING από την υποτίμηση της μετοχής της, ως συνέπεια των συνδυασμένων δραστηριοτήτων της.

Το σχέδιο υποδεικνύει ότι οι αξιωματούχοι για τον ανταγωνισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τους οποίους η ING συνεργάστηκε στενά κατά την ανάπτυξη της πρότασης αναδιάρθρωσης, έχουν υιοθετήσει μια άκρως παρεμβατική προσέγγιση για τις τράπεζες που έχουν δεχτεί κρατική βοήθεια. Η διάσπαση της ING πάει πολύ πιο μακριά από ό,τι γενικά αναμενόταν.

Η Επιτροπή επέβαλε επίσης κάποια επιπλέον τέλη στην ING για τη συμμετοχή της στο σχήμα «μεταφοράς κινδύνου» της Ολλανδικής Κυβέρνησης, τα οποία πρόκειται να πληρωθούν από τα έσοδα της αύξησης κεφαλαίου. 

Η ING υποσχέθηκε να μην προχωρήσει σε καμία εξαγορά που θα μπορούσε να καθυστερήσει την αποπληρωμή της κρατικής βοήθειας και να μην εφαρμόσει ακραίες ανταγωνιστικές πολιτικές.

Οι αγορές στοιχηματίζουν τώρα ότι τράπεζες όπως η Lloyds Banking Group και η Royal Bank of Scotland στη Βρετανία και η KBC στο Βέλγιο θα υποχρεωθούν σε ανάλογες «τιμωρίες» αναδιάρθρωσης: οι μετοχές και των τριών αυτών τραπεζών έπεσαν πολύ μετά την ανακοίνωση της ING.

Πέρα από μια επίδειξη ισχύος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δύο ακόμα είναι οι τάσεις που καθίστανται προφανείς με την ανακοίνωση της ING. Η πρώτη είναι πως το επιχειρηματικό μοντέλο που συνδύαζε τις τραπεζικές με τις ασφαλιστικές δραστηριότητες σε ένα ενιαίο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα βγαίνει τώρα «εκτός μόδας». 

Η μία εξήγηση γι’ αυτό βρίσκεται στη νέα εστίαση των επενδυτών και των εποπτικών αρχών στην απλότητα και στο μέγεθος των ιδρυμάτων.

Η δεύτερη έχει να κάνει με το ότι καθίσταται σταδιακά συνείδηση πως τα ωφελήματα της διαφοροποίησης που προσέφερε ο συνδυασμός των ασφαλιστικών με τις τραπεζικές δραστηριότητες ίσως είναι επίπλαστα και όχι πραγματικά. 

Κι ένας τρίτος λόγος προκύπτει από τις νέες ισχυρές προσεγγίσεις για την προστασία των καταναλωτών, που δυσκολεύουν την πώληση ασφαλιστικών προϊόντων σε πελάτες τραπεζικής.

Η διάσπαση της ING ενισχύει την τάση πολλών εμπορικών τραπεζών να εστιάσουν περισσότερο στις βασικές τους δραστηριότητες και αγορές. Με την ολοκλήρωση της αναδιάρθρωσής της, σε βάθος τετραετίας, η ING θα έχει μετατραπεί ξανά από φιλόδοξο παγκόσμιο παίχτη σε μια ευρωπαϊκή τράπεζα με έναν ισχυρό πυρήνα στο Βέλγιο και στην Ολλανδία.

Τη συγκεκριμένη υποχώρηση πρέπει να τη δούμε ως αντανάκλαση δομικών πιέσεων αλλά και των αποφάσεων των αξιωματούχων για τον ανταγωνισμό στις Βρυξέλλες. 

Δηλαδή, της ανάγκης για μεγάλα μερίδια αγοράς που δίνουν τη δυνατότητα εξοικονόμησης κόστους σε ένα οικονομικό περιβάλλον χαμηλής ανάπτυξης, της αυξημένης έμφασης στις καταθέσεις σαν πηγής χρηματοδότησης και της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας σε ότι αφορά το εποπτικό πλαίσιο των πολυεθνικών τραπεζών. Η ING υποχρεώνεται να πάρει ένα δρόμο που πολύ πιθανόν να ήταν έτσι κι αλλιώς υποχρεωμένη να πάρει.