Κάμψη μεγεθών στο ελληνικό λιανεμπόριο

H σημαντική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, εξαιτίας τόσο της συρρίκνωσης των αποδοχών των εργαζομένων όσο και των σημαντικά αυξημένων φορολογικών απαιτήσεων, εξακολουθεί να περιορίζει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών.

Έτσι κατά το 2013, σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ, ο δείκτης όγκου του λιανικού εμπορίου περιορίζεται εκ νέου, σημειώνοντας ωστόσο μικρή επιβράδυνση της πτώσης του. Ο γενικός δείκτης υποχώρησε κατά 9,2% σε συνέχεια μείωσης κατά -12,1% πρόπερσι, ενώ σωρευτικά ο δείκτης έχει μειωθεί κατά περίπου 32% σε σχέση με το έτος βάσης 2005. 

Στους επιμέρους κλάδους του λιανικού εμπορίου, όλοι ανεξαιρέτως εξακολουθούν να καταγράφουν απώλειες, ωστόσο στους πέντε από τους οκτώ οι απώλειες επιβραδύνονται.

 Αναλυτικότερα, στους κλάδους με τη μεγαλύτερη συρρίκνωση για το πρώτο δεκάμηνο του 2013 συγκαταλέγονται τα φαρμακευτικά-καλλυντικά (μείωση κατά 13,3% έναντι -11,3% την αντίστοιχη προπέρσινη περίοδο), καθώς και τα πολυκαταστήματα, των οποίων ο τζίρος περιορίζεται κατά 10,4% (σε σχέση με -5,5% πρόπερσι).

Ακολουθούν τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (-9,5% αντί -7,7%) και τα έπιπλα-είδη οικιακού εξοπλισμού, των οποίων η μείωση του κύκλου εργασιών περιορίζεται στο ήμισυ σε σχέση με πρόπερσι (-8,6% σε σχέση με -16,8%). Ο δείκτης όγκου καυσίμων και λιπαντικών αυτοκινήτων μειώνεται κατά -6,6% (αντί -16,9% την προηγούμενη περίοδο), ενώ οι πωλήσεις στα είδη ένδυσης-υπόδησης συρρικνώνονται με ρυθμό της τάξης του -4,9%. Ηπιότερη κάμψη καταγράφεται στην κατηγορία τρόφιμα-ποτά-καπνός, των οποίων οι πωλήσεις περιορίζονται κατά -3,9% (αντί κάμψης κατά -16,9% πρόπερσι), ενώ τέλος οι πωλήσεις βιβλίων-χαρτικών σημειώνουν οριακές απώλειες κατά -0,7% (αντί μείωσης κατά -15,7% πρόπερσι).

 Σε γενικές γραμμές οι περισσότεροι υποκλάδοι του λιανικού εμπορίου εμφανίζουν ήπιες τάσεις σταθεροποίησης του τζίρου τους, καθώς η αγορά προσπαθεί να ισορροπήσει στις νέες σαφώς πιο περιορισμένες συνθήκες ζήτησης. 

Η παραπάνω μικρή εξασθένηση της ύφεσης στο λιανικό εμπόριο κατά τη διάρκεια του 2013 έχει αποτυπωθεί στους πρόδρομους δείκτες των Ερευνών Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ. Στους περισσότερους κλάδους οι προσδοκίες είναι λιγότερο απαισιόδοξες, με αποτέλεσμα ο συνολικός δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών του λιανικού εμπορίου να ενισχύεται κατά 22,9%, όταν το 2012 μειωνόταν με ρυθμό της τάξης του -3,1%. 

 Στους επιμέρους υποκλάδους λιγότερο απαισιόδοξες είναι οι προσδοκίες στα τρόφιμα-ποτά, με τον σχετικό δείκτη να περιορίζεται σχεδόν κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με πρόπερσι (-13,4%).

 Ο δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών για τα αυτοκίνητα-οχήματα διαμορφώθηκε τον Δεκέμβριο του 2013 στις 89,4 μονάδες, υψηλότερα κατά 18,1 μονάδες έναντι της περσινής τιμής, σε χαμηλότερο όμως επίπεδο έναντι του Νοεμβρίου του 2013 (93,4 μονάδες). Στο σύνολο του 2013 ο δείκτης διαμορφώθηκε στις 81,9 μονάδες κατά μέσο όρο, έναντι 60,7 μονάδων το 2011 και 2012. Η βελτίωση του δείκτη προήλθε τόσο από τη σημαντική εξασθένιση του αρνητικού ισοζυγίου των εκτιμήσεων για τις τρέχουσες πωλήσεις, στις -38 μονάδες (μέσος όρος) το 2013, έναντι -67 μονάδων το 2012, όσο και από τη διαμόρφωση του δείκτη των προβλέψεων για τις προοπτικές των πωλήσεων στο ήμισυ των περσινών επίπεδων, -22 έναντι -44 μονάδων. Το ισοζύγιο αποθεμάτων διαμορφώνεται για πρώτη φορά με αρνητικό πρόσημο, -14 μονάδων, καθώς οι επιχειρήσεις εκτιμάται ότι έχουν προσαρμόσει αποτελεσματικά τα εμπορικά τους πλάνα στην τρέχουσα οικονομική δραστηριότητα. Βελτίωση καταγράφεται και στο ισοζύγιο για τις προοπτικές των παραγγελιών, με τον δείκτη να διαμορφώνεται στις -27 μονάδες, έναντι -53 μονάδων το 2012. Εντονότερη είναι η βελτίωση στο ισοζύγιο απασχόλησης, με τον δείκτη να διαμορφώνεται στις -23 από -69 μονάδες το 2012, καθώς παγιώθηκε και στο σύνολο του 2013 η εκτίμηση ότι η αγορά προσέγγισε το ελάχιστο σημείο. 

Στα στοιχεία της αγοράς, η έντονη υποχώρηση των προηγούμενων ετών εξασθένησε, με τις πωλήσεις επιβατικών να σταθεροποιούνται το 2013 στα περσινά επίπεδα, κοντά στις 59 χιλ. πωλήσεις, έναντι κάμψης κατά -40% το 2012. Θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι μεγάλο μέρος των πωλήσεων αποτελούν πλέον οι εταιρικές πωλήσεις, με την «ιδιωτική» ζήτηση να περιορίζεται. Για το 2014, παρόλο που το πρόγραμμα της απόσυρσης συνεχίζεται, πραγματοποιούνται αρκετές αλλαγές στην αγορά αυτοκινήτου (αλλαγή φορολόγησης εισαγόμενων μεταχειρισμένων κ.ά.), με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτή μια αποτελεσματική πρόβλεψη, παρόλο που εκτιμάται ότι η αγορά έχει ήδη φτάσει στο ελάχιστο σημείο της.

 Παρόμοια εικόνα και στα είδη ένδυσης-υπόδησης (34,1% σε σχέση με 6,1%), καθώς και στα πολυκαταστήματα (15,8% έναντι -3,1%). Στον αντίποδα, η αισιοδοξία περιορίζεται σημαντικά στον κλάδο οικιακού εξοπλισμού (3,2% αντί 29,0% πρόπερσι). Φαίνεται πως τα ήδη χαμηλά επίπεδα στα οποία διαμορφώνονται οι πωλήσεις δεν είναι ικανά να προεξοφλήσουν μελλοντική αυξημένη ζήτηση εκ μέρους των καταναλωτών.