Eurobank: Σημαντικά περιθώρια αισιοδοξίας για το 2014

Η επιβεβαίωση της πρόβλεψης για θετικό ρυθμό ανάπτυξης το 2014 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με την τρόικα επιτρέπουν περιθώρια αισιοδοξίας.

Δύο είναι τα βασικά γεγονότα της προηγούμενης εβδομάδας. Το πρώτο έχει να κάνει με την επιστροφή της τρόικας και την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων ενώ το δεύτερο έχει να κάνει με την δημοσίευση των προβλέψεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ξεκινώντας από το τελευταίο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις ανοιξιάτικες προβλέψεις θεωρεί ότι η Ελλάδα μπορεί να επιτύχει ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης 0,6% του ΑΕΠ για το 2014 και μάλιστα υποστηρίζει πως η συγκεκριμένη πρόβλεψη μπορεί να βασισθεί και στην πρόσφατη βελτίωση των δεικτών οικονομικού κλίματος. Η πρόβλεψη της για το 2014 είναι για ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης 2,9% του ΑΕΠ. Θεωρούμε ότι και οι δύο προβλέψεις μπορούν να επαληθευθούν – η δική μας πρόβλεψη για το 2014 παραμένει στο 0.4% του ΑΕΠ – με δεδομένο ότι τα θα ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις για όλα τα ανοικτά θέματα με την τρόικα.

Η τρόικα επέστρεψε στην Αθήνα και ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις για  τα εκκρεμή θέματα των μεταρρυθμίσεων  – το δημοσιονομικό κενό του 2014 από ότι φαίνεται δεν αποτελεί πλέον το βασικό σημείο τριβής– με σκοπό την επίτευξη συμφωνίας και την ολοκλήρωση της παρούσας αξιολόγησης μέχρι την 10η Μαρτίου 2014 (ημερομηνία διεξαγωγής του επόμενου Eurogroup).
Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει επίσημη πληροφόρηση σχετικά με την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στα εκκρεμή ζητήματα των μεταρρυθμίσεων. Σημαντική πρόοδος φαίνεται να έχει σημειωθεί στο θέμα της μείωσης των εργοδοτικών εισφορών κατά -3,9% και στο θέμα της ένταξης επιπλέον 12.500 δημοσίων υπαλλήλων στο πρόγραμμα κινητικότητας  καθώς και στον αριθμό των απολύσεων / αποχωρήσεων δημοσίων υπαλλήλων. Ακόμη όμως παραμένουν ανοικτά τα θέματα α) της προώθησης των μεταρρυθμίσεων για την ενίσχυση του ανταγωνισμού με βάση τις σχετικές προτάσεις του ΟΟΣΑ, β) της περαιτέρω ελαστικοποίησης της αγοράς εργασίας μέσω των αλλαγών στο μέγιστο αριθμό απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα. 

Οι εμπλεκόμενοι στις παραπάνω διαπραγματεύσεις – όπως έχουμε επισημάνει και στο παρελθόν – θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους και την προ-κυκλικότητα των προτεινόμενων ρυθμίσεων καθώς και τους τρόπους αντιμετώπισης του συγκεκριμένου φαινομένου:

• Η μείωση των εργοδοτικών εισφορών είναι αναγκαίο να πραγματοποιηθεί χωρίς να επιβαρύνει το διαθέσιμο εισόδημα. Στην αντίθετη περίπτωση, το συγκεκριμένο μέτρο που αποσκοπεί  στην βελτίωση του επενδυτικού κλίματος, μπορεί να ασκήσει πίεση – μέσω των πιθανών ισοδύναμων μέτρων – στο διαθέσιμο εισόδημα και στην ιδιωτική κατανάλωση επιβαρύνοντας τις αναπτυξιακές προοπτικές για το 2014. Το ίδιο επιχείρημα ισχύει και για την κατάργηση των φόρων υπέρ τρίτων.

• Η ελαστικοποίηση των ρυθμίσεων για τις απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα δεν πρέπει να επιβαρύνει το ήδη υψηλό ποσοστό ανεργίας και τελικά να λειτουργήσει αρνητικά όσον αφορά το διαθέσιμο εισόδημα και την κατανάλωση. Σύμφωνα με τις σχετικές δεσμεύσεις του 2ΠΣΕΟ απαιτείται η ελαστικοποίηση του μέγιστου αριθμού απολύσεων με βάση το επιχείρημα ότι μια επιχείρηση που μπορεί εύκολα να απολύσει εργαζομένους σε περίοδο κρίσης, θα μπορέσει να κάνει ευκολότερα προσλήψεις όταν θα βρίσκεται στην ανοδική πλευρά του οικονομικού κύκλου. Δεν ισχυριζόμαστε ότι ένα τέτοιο επιχείρημα δεν είναι ισχυρό, καλό θα ήταν όμως να ληφθεί υπόψη στη συγκεκριμένη διαπραγμάτευση ότι η ελαστικοποίηση των απολύσεων την παρούσα χρονική στιγμή μπορεί να δράσει προ-κυκλικά, εντείνοντας την κρίση μέσω της άσκησης πίεσης στο διαθέσιμο εισόδημα.

Η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με την τρόικα αλλά και επιβεβαίωση των θετικών ρυθμών ανάπτυξης για το 2013 και το 2014 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, συνέβαλαν στην περαιτέρω μείωση των περιθωρίων (spread) μεταξύ των ελληνικών δεκαετών ομολόγων και των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων. Την 25η Φεβρουαρίου 2014 το περιθώριο των ομολόγων ήταν στις 570,5 μβ βελτιωμένο κατά 16,7 μβ σε εβδομαδιαία και κατά 0,4 μβ σε σχέση με το ελάχιστο σημείο του περιθωρίου την 11η Φεβρουαρίου 2014. Ταυτόχρονα, ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αξιών Αθηνών  σταθεροποιείται σε επίπεδα υψηλότερα των 1200 μονάδων.