Τεστ αντοχής στο νέο εισπρακτικό

Ένα μήνα μετά από την ισχύ νέων κανόνων στην είσπραξη ασφαλίστρων εμφανίζεται σαφής δυσκολία στην άμεση εφαρμογή τους. Η αγορά δεν έχει βρει ακόμα το βηματισμό της, ενώ εμφανίζονται και καινούρια προβλήματα. Από την άλλη πλευρά η εποπτική αρχή τηρεί στάση ανοχής προς τις εταιρείες. Όπως αναφέρουν στελέχη της αγοράς στις ανανεώσεις Φεβρουαρίου κάθε μια ασφαλιστική εμφανίζεται να ακολουθεί τη δική της εισπρακτική πολιτική.

Οι ίδιες πηγές τονίζουν στο iw ότι, ασφαλιστικές για παράδειγμα που λειτουργούν ως υποκαταστήματα και δεν υπόκεινται στον έλεγχο της Τράπεζα της Ελλάδος, δεν ακολουθούν τον κανόνα του «τυπώνω – πληρώνω», έχοντας έναντι άλλων δικτύων πωλήσεων ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

Εκτός «ραντάρ» επόπτη βρίσκονται και οι Εταιρείες Παροχής Υπηρεσιών, οι οποίες στην πλειονότητά τους συνεχίζουν να διαπραγματεύονται τους χρόνους πληρωμών με τα δίκτυα συνεργατών, μη απαιτώντας άμεσες καταβολές ασφαλίστρων.

Υπάρχουν βέβαια και ασφαλιστικές οι οποίες ήδη από τον περασμένο Οκτώβριο ήταν έτοιμες και εφάρμοσαν την προθεσμία της μιας εβδομάδας για την απόδοση των ασφαλίστρων από τα δίκτυα, όπως και το σύστημα «τυπώνω  - πληρώνω».

Οι ταχυπληρωμές με ημερομηνίες μηνός από τη λήξη του συμβολαίου παραμένουν ως πρακτική στην αγορά, που ακολουθούν εταιρείες οι οποίες έχουν, παράλληλα, θέσει εκτός διαδικασίας είσπραξης τα δίκτυα συνεργατών.

Στην αγορά συναντώνται και εταιρείες οι οποίες χρεώνουν πελάτες τους με ασφάλιστρα για το διάστημα που μεσολαβεί από την ημερομηνία έναρξης του συμβολαίου μέχρι και της πρόωρης διακοπής του (μετά από σχετική ενημέρωση του ασφαλισμένου).

Άλλες πάλι δεν ακυρώνουν, φυσικά παρανόμως, συμβόλαια πελατών τους, μη αναγνωρίζοντας τις δηλώσεις εναντίωσης, ενώ θέμα έχει τεθεί και με τις πρωτασφαλίσεις, όπου υπάρχουν εταιρείες οι οποίες εφόσον τυπώθηκε το συμβόλαιό τους υποχρεώνουν τον πελάτη να το πληρώσει ακόμη κι αν εκείνος επιμείνει για την ακύρωσή του.

Άλλες, τέλος, ζητούν από τον πελάτη την καταβολή μικροποσού, της τάξης των 50 ευρώ, εφόσον το ακυρώσει στο προβλεπόμενο από το νόμο διάστημα, θεωρώντας ότι θα πρέπει να τον επιβαρύνουν με διαχειριστικά έξοδα.