Αναγκαία η σύμπλευση για την ανάκαμψη της αγοράς

Χωρίς ενότητα, με διαφορετικά συμφέροντα, αδικαιολόγητες συμπεριφορές και άρνηση να αντιληφθούν την πραγματικότητα, συνεχίζουν να προχωρούν οι παράγοντες της ασφαλιστικής αγοράς. Η διαπίστωση αυτή προκαλεί λύπη και προβληματίζει, καθώς αναδεικνύει τον βαθμό ασυνεννοησίας που επικρατεί και σίγουρα ευθύνεται για τη μη παραγωγή εργασίας. 

Θα περίμενε κανείς ότι για πρώτη φορά, που έχει ξεκαθαριστεί το τοπίο για το πού πηγαίνει και το πώς διαμορφώνεται η νέα ασφαλιστική αγορά, αυτή του μέλλοντος, οι εταιρείες και οι διαμεσολαβούντες θα μπορούσαν να χαράξουν κοινή γραμμή πλεύσης. Και όμως αυτό δεν έχει γίνει, παρά το γεγονός ότι οι σχέσεις τους είναι καλύτερες από το παρελθόν και οι εκπρόσωποί τους μπορούν να χειριστούν με επάρκεια τα συνδικαλιστικά και τα άλλα καθήκοντα κλαδικής εκπροσώπησης. 

Οι εταιρείες σήμερα έχουν επιδοθεί στο «κυνήγι» της μεγάλης ιδέας, που είναι η ανακήρυξή τους σε αναγκαίο συμπληρωματικό «πάρτνερ» στην κοινωνική ασφάλιση. Πιστεύουν ότι αυτό θα δώσει κύρος στον κλάδο, θα αναδείξει την πραγματική του αξία και θα φέρει και αύξηση στην εργασία. Και πράγματι αυτό είναι το σωστό.

Έχουν λοιπόν πέσει, με όλο τους το σθένος, σε αυτήν την προσπάθεια και χάνουν τα απλά καθημερινά θέματα, που είναι να διαμορφωθεί μια καλύτερη σχέση με τους σημερινούς «συνεταίρους» που είναι οι διαμεσολαβούντες. Αγνοούν ηθελημένα (;) ότι επί σειρά ετών και δεκαετιών με αυτούς τους ανθρώπους συμπορεύθηκαν και έφτασαν ως εδώ. Εδώ οφείλουν να φανούν ελαστικότερες ή έστω πιο θετικές στην αναζήτηση λύσης που θα συμβάλλει στην ισορροπία της αγοράς. 

Οι ασφαλιστικές, όχι αυτόνομα, αλλά με τους διαμεσολαβούντες πρέπει να ρυθμίσουν το τι θα γίνει και το πώς θα αντιμετωπίσουν τους νέους κανόνες λειτουργίας και συναλλαγών. Και από την πλευρά τους οι διαμεσολαβούντες επιτάσσεται να αποφύγουν την απομόνωση και να επιχειρήσουν όχι να πείσουν αλλά να επικοινωνήσουν την ανάγκη να βρεθεί κοινή «φόρμουλα» στο θέμα των διακανονισμών, των εισπράξεων ασφαλίστρων και σε διάφορα άλλα, μικρά και μεγάλα ζητήματα, που αποτελούν κανόνα και έχουν επιβληθεί στην αγορά από την εποπτεία. Οι εταιρείες καλώς πασχίζουν για να διατηρήσουν μια «ζεστή» σχέση με την εποπτεία και την Πολιτεία, με βασικό άξονα να σπρώξουν το θέμα των συντάξεων και της υγείας. 

Επειδή όμως εδώ είναι Ελλάδα και όλα μπορούν να συμβούν, η τακτική του «κάλλιο πέντε και στο χέρι» είναι αποδεδειγμένα αποτελεσματική. Προτιμότερο είναι να ρυθμιστεί πρώτα η σχέση με τους διαχρονικούς και δοκιμασμένους γείτονες και εν συνεχεία θα συμπορευθούν για να επιτύχουν και το άλλο.