Δεν πρέπει να πάψουμε να ονειρευόμαστε το μέλλον

Πριν αναλύσω τις προβλέψεις και το όραμά μου για τη χρονιά που έρχεται θα ήθελα να μοιραστώ με τους αναγνώστες κάποιες σκέψεις μου σχετικά με το πως φθάσαμε ως εδώ και ποια κατά τη γνώμη μου είναι η σημερινή κατάσταση και τα πραγματικά προβλήματα της χώρας μας. 

Από το 2008 κι έπειτα η εικόνα της Ελλάδας που γνωρίζαμε μέχρι τότε ξεκίνησε σταδιακά να υποχωρεί. Αφορμή ήταν η οικονομική κρίση που χτύπησε το παγκόσμιο σύστημα. Οι αιτίες, όμως, είναι πολύ βαθύτερες και πέραν της κρίσης. Η κρίση αποκάλυψε τις χρόνιες δυσλειτουργίες που έχουμε ως χώρα και οι οποίες με τη σειρά τους έκαναν τη χώρα τόσο ευάλωτη στην κρίση. Είναι γεγονός πως σε όλη την Ευρώπη οι συνέπειες της κρίσης ήταν σοβαρές και οδήγησαν τελικά σε μια μόνιμη υφεσιακή κατάσταση αλλά σίγουρα στην Ελλάδα βιώνουμε το πιο σκληρό πρόσωπο της κρίσης, χωρίς ακόμα να είναι ορατή η έξοδος.

Παρότι η σημερινή κατάσταση είναι επίπονη για όλους μας οφείλουμε να σταθούμε σε αυτές τις δυσλειτουργίες που προανέφερα και να παραδεχτούμε ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο έπρεπε κάποια στιγμή να διορθωθούν. Νομίζω πως κατά τα χρόνια της ευημερίας όλοι είχαμε βρεθεί σε συζητήσεις όπου αναφέρονταν προβλήματα της χώρας όπως η γραφειοκρατία, η φοροδιαφυγή, η διαπλοκή, η σπατάλη πόρων, η αναποτελεσματικότητα του Δημοσίου τομέα, η έλλειψη ανταγωνιστικότητας και άλλα. Τα προβλήματα αυτά τα γνωρίζουμε όλοι εδώ και χρόνια. Όμως, όσο υπήρχε ευημερία δεν υπήρχε διάθεση για αλλαγή. Όλοι είμαστε ικανοποιημένοι και δε ρισκάραμε τα κεκτημένα και το επίπεδο διαβίωσής μας για να κάνουμε τομές, ακόμα κι όταν η αναγκαιότητά τους ήταν γνωστή σε όλους μας και δεδομένη. Δε συνειδητοποιήσαμε εγκαίρως ότι έπρεπε να διορθώσουμε τις αδυναμίες μας σαν Κράτος ώστε να σταθούμε στο ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο σύστημα. Ως αποτέλεσμα, φτάσαμε στη στιγμή που δεν υπήρχε πια περιθώριο να προχωρήσουμε οικειοθελώς στον εκσυγχρονισμό της χώρα μας. Οι αλλαγές μας επιβάλλονται πλέον βίαια από τρίτους, τους πιστωτές μας και αυτό πληγώνει την υπερηφάνειά κάθε Έλληνα. 

Φυσικά οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως τα τελευταία χρόνια έχουν καταβληθεί σημαντικές προσπάθειες και έχουν γίνει πολλά βήματα για την αντιμετώπιση χρόνιων δυσλειτουργιών. Στις περισσότερες περιπτώσεις το σκεπτικό είναι στη σωστή κατεύθυνση αλλά η πίεση του χρόνου δυσχεραίνει την ικανοποιητική εφαρμογή. Είναι αλήθεια ότι μεταρρυθμίσεις που σε άλλα κράτη πήραν χρόνια για να ολοκληρωθούν, η Ελλάδα πρέπει να τις κάνει εν μία νυκτί.  Έχουμε αρκετό και δύσβατο δρόμο να διανύσουμε για να υλοποιήσουμε τις απαραίτητες αλλαγές.  

Είμαστε μέλος μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποτελείται από ισχυρά κράτη. Αυτό φέρει δικαιώματα αλλά και υποχρεώσεις. Για να κατορθώσουμε να επιβιώσουμε και να πορευτούμε ως ισάξιο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα πρέπει πολύ απλά να προχωρήσουμε σε εκείνες τις διαρθρωτικές αλλαγές που θα μας καταστήσουν ισάξιο μέλος. Δεν υπάρχει πλέον περιθώριο να είμαστε ο τελευταίος τροχός της αμάξης της Ευρώπης. Οι επιλογές είναι ξεκάθαρες: είτε αλλάζουμε και αποφασίζουμε να συνεχίσουμε στο δρόμο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε ρισκάρουμε μια αυτόνομη πορεία της χώρας. Κατά τη γνώμη μου, ο δεύτερος δρόμος είναι πολύ πιο επικίνδυνος γιατί η Ελλάδα δεν έχει τις κατάλληλες προϋποθέσεις για να σταθεί μόνη της σε μια ανοιχτή παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Από την άλλη και οι δύο δρόμοι είναι σίγουρα πολύ δύσκολοι. Νοοτροπίες και διαδικασίες χρόνια και βαθιά ριζωμένες πρέπει να αλλάξουν και αυτό κάθε άλλο παρά εύκολο είναι. Η κρίση που βιώνουμε δεν είναι μόνο οικονομική αλλά κρίση κοινωνική, πολιτική, κρίση αξιών. 

Υπάρχει άραγε ελπίδα για την Ελλάδα; Πιστεύω πως ναι, υπάρχει. Τελευταία ακούγεται πολύ η φράση «κάθε κρίση κρύβει ευκαιρίες». Και δεν είναι κλισέ αλλά αλήθεια. Είναι μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα μας να απομακρυνθεί από τα κακώς κείμενα του παρελθόντος και να πάει μπροστά.

Όμως, πρέπει όλοι να καταλάβουμε πως η ευκαιρία δεν είναι κάτι που αποδίδει από μόνο του, με τρόπο μαγικό. Οι ευκαιρίες υπάρχουν για αυτούς που τις ανακαλύπτουν. Για εκείνους που εργάζονται σκληρά, που έχουν επιμονή, που σκέφτονται πέρα από τα δεδομένα, που είναι ευρηματικοί, καινοτόμοι και αποφασισμένοι. Για τους ενεργητικούς και όχι τους παθητικούς ανθρώπους. Και πραγματικά υπάρχουν πάρα πολλοί Έλληνες που εν μέσω κρίσης εργάζονται πολύ σκληρά και εντός και εκτός της χώρας και διακρίνονται, πετυχαίνουν εκεί που οι άλλοι αποτυγχάνουν.

Αν με ρωτάτε, λοιπόν, ποια πιστεύω ότι θα είναι τα χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας -της χώρας μας γενικότερα- τη χρονιά που μας έρχεται, θεωρώ πως θα είναι άλλη μια δύσκολη χρονιά με θυσίες κατά την οποία πρέπει όλοι να δουλέψουμε σκληρά για να έρθουμε ένα βήμα πιο κοντά σε ένα καλύτερο μέλλον. Η αγορά πρέπει να προσαρμοστεί στη σύγχρονη σκληρή πραγματικότητα, την πραγματικότητα όπου το 1/4 των πολιτών δεν έχει δουλειά και τα 3/4 έχουν μειωμένα εισοδήματα και άρα αναγκάζονται να ιεραρχήσουν τις ανάγκες τους με βάση αυτά. Πιστεύω πως το 2013 θα είναι μια χρονιά προετοιμασίας, μια χρονιά προσαρμογής όπου θα σπείρουμε για να θερίσουμε μελλοντικά.

Θεωρώ πως το ίδιο ισχύει και για την ελληνική ασφαλιστική αγορά, το 2013 θα είναι χρονιά αλλαγών και σκληρής δουλειάς. Ομολογουμένως η αγορά μας αντιμετωπίζει αρκετά ικανοποιητικά την ύφεση έως σήμερα, όπως άλλωστε ο ασφαλιστικός κλάδος σε όλη την Ευρώπη. Παρά τα προβλήματα που σχετίζονται κυρίως με τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών (μείωση στην παραγωγή ασφαλίστρων και αύξηση των εξαγορών) αλλά και με την απομείωση της αξίας των επενδύσεων και τη συμμετοχή του κλάδου στο κούρεμα των ομολόγων, η ασφαλιστική αγορά προσαρμόζεται στις σύγχρονες συνθήκες και προχωρά μπροστά. 

Και στην περίπτωση του κλάδου της Ιδιωτικής Ασφάλισης βιώνουμε μία μεταβατική περίοδο. Πραγματικά είναι πολλές οι αλλαγές που έρχονται καθημερινά και χρειάζεται χρόνος, κόπος και χρήμα προκειμένου ο κλάδος να προσαρμοστεί σε αυτές. Αναφέρομαι στο Solvency, στην οδηγία IMD για τη διαμεσολάβηση και σε πολλές ακόμα θεσμικές παρεμβάσεις που αλλάζουν τον τρόπο που λειτουργούμε. 

Η Ιδιωτική Ασφάλιση έχει πραγματικές και ουσιαστικές προοπτικές ανάπτυξης κυρίως στους τομείς της Σύνταξης και της Υγείας, όπου ο ρόλος της είναι πλέον καθοριστικός μετά τις συνεχείς περικοπές στις κρατικές παροχές. Μέχρι σήμερα βασιζόμασταν αποκλειστικά στην κρατική πρόνοια για τη Σύνταξη και την Υγεία μας. Αυτό, όμως, τώρα αλλάζει και στο προσκήνιο έρχεται η ατομική πρωτοβουλία και η συμβολή της Ιδιωτικής Ασφάλισης. 

Και πάλι όμως οφείλουμε έγκαιρα να κατανοήσουμε πως οι ευκαιρίες θα μετουσιωθούν σε πραγματική ανάπτυξη για εκείνους που θα αποδειχτούν άξιοι των περιστάσεων. Για εκείνους που θα κατανοήσουν έγκαιρα ότι ο σύγχρονος πελάτης ζητά προϊόντα που ανταποκρίνονται στις πραγματικές του ανάγκες και μικρότερες σήμερα οικονομικές δυνατότητες και θα κατορθώσουν να του το προσφέρουν. Οι ανάγκες και τα δικαιώματα του καταναλωτή είναι στο επίκεντρο. 

Η ελληνική ασφαλιστική αγορά έχει πλέον τα εχέγγυα για να αναλάβει αυξημένο ρόλο στις Συντάξεις και την Υγεία αλλά και να ενισχύσει τη διείσδυσή της σε όλους τους κλάδους. Η εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος και το αυστηρό θεσμικό πλαίσιο θωρακίζουν τη φερεγγυότητα του κλάδου και ενισχύουν την εικόνα της αγοράς ως αξιόπιστου παρόχου υπηρεσιών. Αλλά και η ίδια η αγορά προωθεί την επίλυση προβλημάτων του παρελθόντος και τα αιτήματά της προς την Πολιτεία, εκσυγχρονίζει τη λειτουργία της και ενισχύεται κεφαλαιακά. Η συμμετοχή των μετόχων στις αυξήσεις κεφαλαίων ερμηνεύεται ως ψήφος εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς. 

Συνοψίζοντας, οι εποχές είναι όντως δύσκολες και οι αλλαγές συχνά επίπονες. Η ελληνική οικονομία είναι σε πτώση, το επίπεδο διαβίωσης του μέσου Έλληνα χειροτερεύει και αναγκαζόμαστε να συνηθίσουμε σε ένα χειρότερο τρόπο ζωής. Όμως, θεωρώ πως είναι μια ευκαιρία να πάρουμε τα μαθήματα της κρίσης, να κάνουμε την αυτοκριτική μας και να βρούμε τον τρόπο να εκσυγχρονιστούμε ώστε να γίνουμε μια υπολογίσιμη δύναμη στην Ευρώπη τόσο σα χώρα όσο και σαν αγορά. 

Το όραμά μου:
Μια Ελλάδα που δε θα περιμένει με κομμένη την ανάσα την επόμενη δόση των πιστωτών. Στη χώρα αυτή το Κράτος και οι θεσμοί θα λειτουργούν αποτελεσματικά, το γενικό συμφέρον θα υπερισχύει του ατομικού και οι νέοι θα μπορούν να βρουν δουλειά και να ονειρεύονται το μέλλον τους. Μια Ελλάδα που θα κοιτά μπροστά και όχι πίσω.

Μια ασφαλιστική αγορά δυνατή, αποτελεσματική, απόλυτα αξιόπιστη χωρίς καμία σκιά από το παρελθόν. Μια ασφαλιστική αγορά στην υπηρεσία του σύγχρονου πολίτη – καταναλωτή που προσαρμόζεται, υιοθετεί καινοτομίες και αναπτύσσεται σε έναν κόσμο που αλλάζει συνεχώς. Μια ασφαλιστική αγορά της οποία ο ρόλος και η προσφορά θα είναι καθοριστικός και θα αναγνωρίζεται από όλους.

* Η κα Μ. Αντωνάκη είναι Γενική Διευθύντρια της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος

Πηγή: Broker’s Time (ΣΕΜΑ), Τεύχος 34 / Σεπτεμβρίου – Δεκεμβρίου 2012