Νέες προκλήσεις και τάσεις στην ασφαλιστική αγορά

*Του Φίλιππου Κάσσου, Αναπληρωτη Γενικού Διευθυντή, Υπεύθυνου Ελέγχου για τον Ασφαλιστικό Κλάδο, KPMG

Η ασφαλιστική αγορά στην Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη αφενός με τις νέες μεγάλες τάσεις και προκλήσεις που κατευθύνουν τις αλλαγές παγκοσμίως όπως το δημογραφικό, οι νέες τεχνολογίες, το περιβάλλον και οι κλιματικές αλλαγές, οι κοινωνικές αξίες και η ηθική και αφετέρου με τα ενδογενή προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και αγοράς με την οικονομική ασφυξία, τις στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και την έλλειψη διαρθρωτικών αλλαγών.  

Στο δημογραφικό, η αύξηση του πληθυσμού και του προσδόκιμου ζωής δημιουργούν ευκαιρίες για τους ασφαλιστές, θέτουν ωστόσο σημαντικά ερωτήματα για το πώς τα προϊόντα της περίθαλψης και συνταξιοδότησης έχουν δομηθεί για να καλύψουν τους κινδύνους αυτούς.  Εν τω μεταξύ, η συνεχιζόμενη αστικοποίηση και η αλλαγή στη στάση της νέας γενιάς καταναλωτών απέναντι σε ασφαλιστικά προϊόντα θέτει από μόνη της προκλήσεις αλλά και ευκαιρίες.  Η συνταξιοδοτική περίοδος αυξάνεται μαζί με τη μακροζωία.  Αυτό δημιουργεί την ανάγκη για όλο και περισσότερο ευέλικτα προϊόντα συνταξιοδότησης για τη χρηματοδότηση των ψυχαγωγικών απαιτήσεων και αναγκών των νέων συνταξιούχων, αλλά και το υψηλότερο κόστος της υγειονομικής περίθαλψης για τους ακραία ηλικιωμένους.  Η αύξηση του επαγγελματικού βίου και του προσδόκιμου ζωής αυξάνεται δραματικά (βρετανοί και αμερικανοί αναλογιστές χρησιμοποιούν μοντέλα με 120-125 έτη επιβίωσης) και οι αυξανόμενες απαιτήσεις των συνταξιούχων που συμπληρώνουν το εισόδημά τους μέσω προσωρινής ή μερικής απασχόλησης, απαιτούν νέα ευέλικτα συνταξιοδοτικά και νοσοκομειακά προϊόντα. 

Στο τομέα της τεχνολογίας, η αυξανόμενη συνδεσιμότητα και χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης παρέχουν στις ασφαλιστικές εταιρείες πρόσβαση σε ένα απαράμιλλο πλούτο δεδομένων.  Αντίθετα, ενώ το cloud computing δημιουργεί τη δυνατότητα ενίσχυσης της ευελιξίας και τη μείωση του κόστους, πολλές ασφαλιστικές εταιρείες περιορίζονται από τα παλαιά legacy συστήματα με τα οποία συνεχίζουν να λειτουργούν. 

Στο περιβάλλον, ο συνδυασμός των κλιματικών αλλαγών, η αστικοποίηση και οι απότομες αλλαγές του πλούτου μεταξύ στρωμάτων του πληθυσμού, μεταβάλλουν το σχήμα του κινδύνου για τους ασφαλιστές.  

Η αποτελεσματική δέσμευση για τις αξίες και την ηθική των εταιρειών είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση της καταρράκωσης της εμπιστοσύνης της κοινωνίας, μιας και οι προσδοκίες για χρηστή διακυβέρνηση των εταιρειών αλλάζουν δραματικά. Υπάρχει μια σημαντική ευκαιρία για την αξιοποίηση της δύναμης των κοινωνικών μέσων μαζικής ενημέρωσης με στόχο την ενίσχυση της εικόνας των επιχειρήσεων στον τομέα αυτό, ωστόσο, οι διαφορετικές κοινωνικές αξίες και το ασταθές οικονομικό περιβάλλον σημαίνει ότι η κοινωνική αναταραχή εξακολουθεί να αποτελεί σημαντική απειλή.

Στον αντίποδα, τα ενδογενή προβλήματα της ελληνικής αγοράς και οικονομίας δεν βοηθούν στην επικέντρωση της προσοχής των ελληνικών ασφαλιστικών επιχειρήσεων στις ανωτέρω τάσεις παγκοσμίου ενδιαφέροντος.   

Στα προβλήματα αυτά συγκαταλέγεται  το θέμα της «βέλτιστης» διαχείρισης των  κεφαλαίων των εταιρειών που περιλαμβάνει και την  είσπραξη των απαιτήσεων.  Το πρόβλημα είσπραξης των ασφαλίστρων φαίνεται να παραμένει σημαντικό αναμένοντας ουσιαστικά την απόφαση της Διεύθυνση Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης  της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία θα καθορίζει τους χρόνους απόδοσης των ασφαλίστρων από τους διαμεσολαβητές στις ασφαλιστικές εταιρείες.  Ωστόσο λόγω και της τρέχουσας οικονομικής συγκυρίας αλλά και της ύπαρξης ανοικτών διακανονισμών για τις παλαιές οφειλές, το ύψος των ανείσπρακτων δεν μπορεί να διαμορφωθεί ακόμα στα επιθυμητά επίπεδα.  Ως αντίδραση, μεγάλο μέρος των ασφαλιστικών εταιρειών έχει ήδη μειώσει δραστικά τον χρόνο απόδοσης των ασφαλίστρων από τους διαμεσολαβητές ενώ έχει ενισχυθεί η μέθοδος της απευθείας είσπραξης από τους ασφαλισμένους.  Αποτελεσματική διαχείριση του ενεργητικού σημαίνει βελτίωση της ρευστότητας και μείωση των απαιτούμενων εποπτικών κεφαλαίων. 

Οι διαστρεβλώσεις στον ανταγωνισμό, εστιάζονται κυρίως στην ασφάλιση αυτοκινήτου με την (πρόσκαιρη) μείωση του δείκτη ζημιών να συμβάλλει στην κερδοφορία ή την κάλυψη ζημιών από άλλους κλάδους.  Το φαινόμενο αυτό δεν αναμένεται να διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα λόγω του αυξανόμενου «πολέμου τιμών» και που ήδη έχει ξεκινήσει.  Η υιοθέτηση παραμετρικών τιμολογίων από τις εταιρείες αλλά και η εποπτική παρέμβαση, όπου κρίνεται αναγκαίο, αποτελεί απαραίτητη κίνηση για την αποφυγή καταστάσεων που διαστρεβλώνουν την αγορά.  

Οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις θα πρέπει επομένως να περιλαμβάνουν και δράσεις στον τομέα της δικαιοσύνης, ως προς την ταχύτητα  έκδοσης αποφάσεων και τον αντικειμενικό προσδιορισμό της ηθικής βλάβης που θα συμβάλει στον εξορθολογισμό της αγοράς ως προς την τιμολόγηση και την ορθή αποτύπωση των υποχρεώσεων, αλλά και τον ειλικρινή  καθορισμό της πολιτικής ως προς τη συμμετοχή του δευτέρου και τρίτου πυλώνα ασφάλισης στη δημόσια ασφάλιση και συνταξιοδότηση.  

Σε όλο το παραπάνω σκηνικό των πολύπλευρων απαιτήσεων, οι ασφαλιστικές εταιρείες πρέπει να οργανωθούν με ένα σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης με σαφείς ρόλους και αρμοδιότητες, με υιοθέτηση λειτουργικού μοντέλου τριών γραμμών άμυνας έναντι των κινδύνων και με έμφαση στο γενικότερο σύστημα εσωτερικού ελέγχου.  Η λειτουργία διαχείρισης κινδύνων θα πρέπει να ενεργοποιηθεί και να παρακολουθεί όλους τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η εταιρεία και κατά πόσον λαμβάνονται σύμφωνα με το αποδεκτό πλαίσιο ανάληψης κινδύνων που έχει θεσπίσει η διοίκηση, συμμετέχοντας ενεργά στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.