Deloitte: το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας στο β’ τρίμηνο του 2012

Η Deloitte δημοσιεύει την τελευταία έκδοση των Προοπτικών της Παγκόσμιας Οικονομίας για το δεύτερο τρίμηνο του 2012. Στην αναφορά που κατήρτισε η Deloitte Research, οι οικονομολόγοι των εταιριών-μελών του δικτύου της Deloitte εξετάζουν το υφιστάμενο αλλά και το μελλοντικό οικονομικό περιβάλλον στην Ευρώπη, τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ινδία, τη Ρωσία, την Ινδονησία και τη Βραζιλία.

Η μελέτη συμπεριλαμβάνει μια ανάλυση σχετικά με τη μεταβολή των εμπορικών πρακτικών. Η Deloitte Research υποστηρίζει ότι η Κίνα ενδέχεται χάσει το στάτους που είχε μέχρι τώρα ως «εργοστάσιο του κόσμου», λόγω του αυξανόμενου κόστους παραγωγής και της αναπτυσσόμενης μεσαίας τάξης. Καθώς το κόστος της Κινέζικης παραγωγής κινείται ανοδικά, άλλες αναδυόμενες οικονομίες – ιδιαίτερα στην Υποσαχάρια Αφρική και τη Μέση Ανατολή – ενδέχεται να αποκτήσουν μεγαλύτερο μερίδιο στο παγκόσμιο εμπόριο γεγονός το οποίο θα μπορούσε να μεταβάλει σημαντικά τις υφιστάμενες εμπορικές πρακτικές.

Ανάλυση ανά γεωγραφική περιοχή:

Ευρωζώνη: Μετά από ένα «ταραχώδες» 2011, οι πρώτοι μήνες του 2012 ήταν σχετικά ελπιδοφόροι για την Ευρωζώνη. Η καθοδική πορεία των εύθραυστων χρηματοοικονομικών αγορών, οι ευάλωτες τράπεζες, η επιβράδυνση της πραγματικής οικονομίας και η αδυναμία των κρατών να αντεπεξέλθουν στις δανειακές τους υποχρεώσεις υποχωρούν. Οι αισιόδοξοι θεωρούν αυτήν την περίοδο ως ένα σημείο καμπής στην Ευρωπαϊκή κρίση, το οποίο μπορούσε να αποδειχθεί κάτι περισσότερο από μια προσωρινή περίοδος ηρεμίας στη συνεχιζόμενη οικονομική αστάθεια. Αρκετές πρόσφατες εξελίξεις ενισχύουν αυτή την αισιοδοξία. Ο κίνδυνος χρεοκοπίας της Ελλάδας φαίνεται να έχει «ξεθωριάσει». Οι αποδόσεις των ομολόγων των χωρών της Ευρωζώνης έπεσαν αισθητά, ενώ η Ιταλία και η Ισπανία -δύο μεγάλες χώρες που έχουν υποστεί σημαντικές οικονομικές πιέσεις από την αγορά- προχωρούν σε σημαντικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις.

Από την άλλη πλευρά, η οικονομία των δύο ταχυτήτων ενδέχεται να αποδειχτεί επικίνδυνη, καθώς ενισχύει τη διαφορά ανταγωνιστικότητας μεταξύ των κρατών της Ευρωζώνης. Ενώ η Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση δημιουργήθηκε με στόχο την επίτευξη της σύγκλισης των οικονομικών επιδόσεων των κρατών-μελών, ουσιαστικά έχει συμβεί το αντίθετο με τις οικονομικές επιδόσεις και τις προσδοκίες να εξακολουθούν να αποκλίνουν. Ούτε τα σχέδια ανάπτυξης ούτε το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος -ένας από τους βασικούς δείκτες ανταγωνιστικότητας- έχουν παρουσιάσει σύγκλιση κατά την τελευταία δεκαετία στην Ευρωζώνη.

Σύμφωνα με την έρευνα της Deloitte, η Ελλάδα αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των δύο βασικών προβλημάτων της Ευρωζώνης σήμερα, ακόμα και αν συνιστά την πιο ακραία περίπτωση: πολύ υψηλό χρέος και ανεπαρκής ανάπτυξη. Η Ελλάδα και η Ευρωζώνη στο σύνολό της «αγόρασαν χρόνο» με την αναδιάρθρωση του χρέους και το δεύτερο πακέτο διάσωσης αποτρέποντας την απειλή μιας ανεξέλεγκτης ελληνικής χρεοκοπίας, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, αυτή η εξέλιξη δεν αποτελεί από μόνη της λύση. Χωρίς την αντιμετώπιση των θεμελιωδών προβλημάτων της οικονομίας και την εισαγωγή διαρθρωτικών πολιτικών ανάπτυξης, η Ελλάδα θα συνεχίσει να έχει ζοφερές μακροπρόθεσμες προοπτικές. Η διαρθρωτικά αδύναμη οικονομική βάση της χώρας έχει αρνητικό αντίκτυπο στην πιστοληπτική ικανότητά της στις διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές. Οι επενδυτές πρέπει να πεισθούν ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να παράγει πόρους για να εξοφλήσει τα χρέη της στο μέλλον. Ακόμη και η επίτευξη του στόχου μιας αναλογίας δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ στο 120% ως το 2020 απαιτεί σημαντική αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων και του προϋπολογισμού.

Το status quo της ελληνικής οικονομίας προϋποθέτει ότι το σχέδιο αποκατάστασης της ανταγωνιστικότητάς της θα πρέπει να περιλαμβάνει περισσότερα μέτρα από τη μείωση του κόστους. Ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης θα πρέπει να προχωρήσει πέρα από τα σημαντικά θέματα των τιμών, του κόστους και των μισθών. Θα πρέπει να εξετάσει τα πλεονεκτήματα της Ελλάδας, καθώς και τις περιοχές που χρήζουν περαιτέρω ανάπτυξης. Υπάρχει μεγάλη ανάγκη ουσιαστικής βελτίωσης των επιχειρηματικών συνθηκών και εκσυγχρονισμού της ελληνικής οικονομίας, ώστε να τονωθεί η παραγωγικότητα.

ΗΠΑ: Η οικονομία των ΗΠΑ έχει αντιμετωπίσει δυσκολίες τους τελευταίους εννέα μήνες, παρά την άνοδο των χρηματιστηριακών αγορών. Έχει δοθεί ώθηση στην ανάπτυξη από την αποκατάσταση των αποθεμάτων, τα φορολογικά κίνητρα, που μετατόπισαν τη δραστηριότητα από τα τέλη του 2011 στις αρχές του 2012 και τον απροσδόκητα ζεστό καιρό. Αυτά όμως δεν είναι θεμέλια πάνω στα οποία μπορεί να οικοδομηθεί η ανάκαμψη. Η οικονομία των ΗΠΑ μπορεί κάλλιστα να συνεχίσει να επιβιώνει για άλλο ένα ή δύο έτη με αναιμική ανάπτυξη και αύξηση του πληθωρισμού. Υφίστανται, όμως, διάφοροι γεωπολιτικοί κίνδυνοι όπως η επανεμφάνιση της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, η αναμενόμενη οικονομική προσγείωση της Κίνας ή η διακοπή παροχής του πετρελαίου από το Ιράν ή από αλλού. Με τον πληθωρισμό να αυξάνεται δεν φαίνεται να υπάρχουν σημαντικά δείγματα ευφορίας στις αγορές μετοχών ή αλλού.

Κίνα: Η κινεζική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 9,2% το 2011 αλλά για το 2012 αναμένεται χαμηλότερη ανάπτυξη. Το πρόβλημα είναι ότι αν και η Κίνα φαίνεται προς το παρόν να αποφεύγει την «ανώμαλη προσγείωση», υπάρχουν λόγοι ανησυχίας για το μέλλον. Η ικανότητα της Κίνας να διατηρήσει την ανάπτυξή της στον απόηχο της κρίσης κατά την περίοδο 2008-2009 οφειλόταν στις μαζικές κρατικές επενδύσεις από την κυβέρνηση. Οι επενδύσεις αυτές αντιπροσωπεύουν σήμερα το 48% του ΑΕΠ, ποσοστό που θεωρείται μη βιώσιμο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο γίνεται τόση συζήτηση σχετικά με την ανάγκη μεταρρυθμίσεων στην Κίνα.

Ηνωμένο Βασίλειο: Το 2012 ενδέχεται να αποτελέσει μια χρονιά υποτονικής ανάπτυξης για το Ηνωμένο Βασίλειο, η οποία είναι πιθανό να διαμορφωθεί κάτω από το 1% για το σύνολο του έτους. Ελπίδες για μια πιο ισχυρή ανάκαμψη υπάρχουν προς το τέλος του έτους και κατά το 2013. Το αν αυτή η ανάπτυξη υλοποιηθεί εξαρτάται τόσο από τις χρηματοπιστωτικές και οικονομικές συνθήκες εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου – και ειδικά στη ζώνη του ευρώ – όσο και από τη χάραξη πολιτικής του ίδιου του Ηνωμένου Βασιλείου.

Ινδία: Η Κεντρική Τράπεζα της Ινδίας συνεχίζει τις προσπάθειές της ώστε να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ ανάπτυξης και πληθωρισμού. Το μεγάλο δημοσιονομικό της έλλειμμα σημαίνει ότι η κυβέρνηση έχει στη διάθεσή της μικρότερο αριθμό πολιτικών επιλογών για την αντιμετώπιση μιας επιδεινούμενης οικονομικής κατάστασης. Η ανάπτυξη επιβραδύνεται, οι επενδύσεις μειώνονται και το επιχειρηματικό κλίμα ακολουθεί καθοδική πορεία. Ο πρόσφατος προϋπολογισμός της Ένωσης και οι πολιτικές ανακοινώσεις της Κεντρικής Τράπεζας δεν έχουν περιορίσει τους φόβους μιας πιθανής οικονομικής επιβράδυνσης. Όλοι οι κλάδοι της οικονομίας ελπίζουν σε περισσότερα μέτρα, ώστε να διασφαλιστεί  μακροπρόθεσμα ο πληθωρισμός, να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα και να περιοριστεί το κόστος δανεισμού.

Ιαπωνία: Προβλήματα σχετικά με τις συναλλαγές, τη φορολογική πολιτική και τη συναλλαγματική ισοτιμία συνιστούν την οικονομική αδυναμία της Ιαπωνίας. Πάντως, οι οικονομικές επιδόσεις της χώρας είναι πιθανόν να βελτιωθούν μέσα στο 2012, εξαιτίας μιας πιο επιθετικής νομισματικής πολιτικής, ενός ασθενέστερου γεν, ενός υψηλότερου πληθωρισμού και περισσότερων κρατικών δαπανών για την ανασυγκρότηση της οικονομίας.

Βραζιλία: Η Βραζιλία παρουσίασε συμπτώματα επιβράδυνσης αλλά η ανάπτυξη αναμένεται να επανέλθει αργότερα μέσα στο χρόνο. Η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής και μια ώθηση στις επενδύσεις σε υποδομές (που θα ενισχύσει μακροπρόθεσμα τις προοπτικές ανάπτυξης αφού βελτιώνει την παραγωγικότητα) και στην ενέργεια αναμένεται να συμβάλει στην αντιστάθμιση του δυσμενούς εξωτερικού περιβάλλοντος.

Ρωσία: Η οικονομία της Ρωσίας αποδίδει αρκετά καλά αλλά αντιμετωπίζει μερικά εμπόδια. Το 2011, η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 4,3%. Ωστόσο, η ανάπτυξη είναι πιθανό να επιβραδυνθεί το 2012, δεδομένης της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης. Οι προοπτικές ανάπτυξης της χώρας θα εξαρτηθούν από τις επιλογές των Ρώσων πολιτικών.

Ινδονησία: Το 2011, η οικονομία αναπτύχθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό των τελευταίων 15 ετών. Παρά τα πολλά εμπόδια, υπάρχουν αρκετοί λόγοι για να επικρατεί ενθουσιασμός για τις προοπτικές της Ινδονησίας κατά το επόμενο έτος.