Ηθικός Κίνδυνος και Περιβάλλον Ανάπτυξης Ηθικού Κινδύνου

Είναι σε όλους γνωστό ότι η ασφάλιση στηρίζεται στην Καλή Πίστη. Καλή πίστη είναι η συμπεριφορά που επιβάλλεται στις συναλλαγές κατά την κρίση χρηστού και εχέφρονος ανθρώπου και νοείται αντικειμενικά1  (Άρειος Πάγος 1214/2010).

Κατά το Μ.Ι.Α. 1906 (Marine Insurance Act) της Αγγλίας τα ασφαλιστήρια στηρίζονται στην ύψιστη καλή πίστη (Utmost Good Faith / Uberrimae Fidei) δηλαδή στην υποχρέωση αμφότερων των συμβαλλομένων μερών να μην αποκρύπτουν από τον άλλον στοιχεία τα οποία γνωρίζουν με σκοπό να οδηγήσουν τον άλλον σε επιζήμια για αυτόν σύμβαση εκ της άγνοιας των στοιχείων. Οι  αρχές του Μ.Ι.Α. 1906 αποτελούν την βάση για κάθε άλλη ασφάλιση κλάδου ζημιών διεθνώς2.

Η ανάληψη του κινδύνου εάν θέλει να τυγχάνει σοβαρότητας οφείλει να είναι μία διαδικασία πολυεπίπεδη και πολυσχιδής. Η εμπειρία του underwriter είναι το βασικό συστατικό αλλά όχι το μεγαλύτερο σε ποσοστό. Κριτήρια που άπτονται στις Θετικές Επιστήμες την Φυσική και την Μηχανική θα πρέπει να επηρεάζουν στο ίδιο βαθμό την απόφαση του. Βέβαια σε καμία περίπτωση η ανάληψη κινδύνου δεν πρέπει να αφορά αφενός σε έμπνευση και πράξεις ανταγωνισμού αφετέρου σε τακτικές που αφορούν στην εμπορική πολιτική και ντιρεκτίβες τύπου top-down.          

Πέραν όμως αυτών το σημαντικότερο ίσως όλων είναι η διερεύνηση του ηθικού κινδύνου. Η πιθανότητα ύπαρξης ηθικού κινδύνου μπορεί να απορρίψει αμέσως κινδύνους που η βαθμολογία τους τυγχάνει άριστη στα υπόλοιπα εξεταζόμενα κριτήρια.
Υπάρχει όμως κίνδυνος σοβαρότερος του ηθικού κινδύνου ο οποίος υφέρπει μέσα στα χαρτοφυλάκια των εταιρειών και η ζημία που μπορεί να προκαλέσει μπορεί να είναι καταστροφική.

Ο κίνδυνος αυτός αφορά στις συνθήκες ανάπτυξης ηθικού κινδύνου οι οποίες άπτονται στο περιβάλλον που διαχειρίζεται – τοποθετεί– αναλαμβάνει κινδύνους.
Ειδικότερα θα αναφερθούμε σε  -2- παραδείγματα που θα πρέπει να είναι απευκταία «εν τη γενέσει» τους.

1) Κίνδυνος Περιουσίας έτυχε απόρριψης όταν τοποθετήθηκε από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή – Χ -  ενώ έτυχε έγκρισης όταν τοποθετήθηκε από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή – Ψ  -. Ο κίνδυνος είναι ίδιος και το κριτήριο αποδοχής του αφορά στην παραγωγική δραστηριότητα του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή – Ψ -.

2) Περιστατικό ζημίας που εξαιρείται κατά το ασφαλιστήριο έτυχε αιτήματος αποζημίωσης «ex gratia» από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή – Χ  -. Το αίτημα απορρίφθηκε. Ωστόσο έτυχε έγκρισης σε επανυποβολή του αιτήματος από τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή – Ψ -.  Μάλιστα προς επιβράβευση του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή – Ψ – ο ασφαλισμένος αιτήθηκε ακύρωση του ασφαλιστήριου του μεσούσης της πορείας. Η εταιρεία η οποία πλείστες φορές άγεται και φέρεται ενώ κρούει το λάβαρο του «διαμεσολαβητοπατέρα» ενέκρινε το αίτημα ακύρωσης και επανέκδωσε το ασφαλιστήριο στον κωδικό του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή – Ψ -. Τα παραπάνω κριτήρια έγκρισης αφορούν αφενός στην παραγωγική δραστηριότητα του ασφαλιστικού διαμεσολαβητή – Ψ – αφετέρου σε λόγους που δεν αφορούν στο παραπάνω παράδειγμα.
 
Η οδηγία Solvency II εκτός άλλων αφορά στους κανόνες διαχείρισης  – τοποθέτησης – ανάληψης των κινδύνων που εμπεριέχονται στα ασφαλιστικά χαρτοφυλάκια. Θα πρέπει να αναρωτηθούμε όλοι και κυρίως το τμήμα εσωτερικού ελέγχου τον αντίκτυπο που δημιουργούν οι συνθήκες ανάπτυξης ηθικού κινδύνου και το περιβάλλον που τις επιτρέπει να λαμβάνουν χώρα καθότι σε αυτές τις παραμέτρους οφείλονται αναλήψεις κινδύνων και μετέπειτα πληρωμές αποζημιώσεων οι οποίες κατέστρεψαν κλάδους, επηρέασαν ασφάλιστρα και προμήθειες, και οδήγησαν την Αγορά στην σημερινή κατάσταση.

 1. Πηγή: http://xkarampagias.gr/page2.php?post=566

 2.  Πηγή:http://www.lme.ntua.gr/repos/lessons/lsps/EKSADAKTYLOS_2010-2011.pdf