Πεδίο ανάπτυξης ο κλάδος πιστώσεων για τους ασφαλιστές

Δίχτυ προστασίας» στη συνεχιζόμενη επιδείνωση της φερεγγυότητας στην αγορά, αποτελεί ο κλάδος της ασφάλισης πιστώσεων, που αναδεικνύεται σε σύμμαχο των επιχειρήσεων σε μια περίοδο μειωμένης πρόσβασης στην τραπεζική χρηματοδότηση. Η διακοπή της ρευστότητας από τις τράπεζες και η επιφυλακτικότητα όσον αφορά στην παροχή εγγυήσεων, φαινόμενο που έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις το τελευταίο διάστημα, διευρύνει το πεδίο δράσης για τους ασφαλιστές πιστώσεων, που εκτός από την αποζημίωση σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής από τις επιχειρήσεις, λειτουργούν ως εγγυητής για την εξασφάλιση χρηματοδότησης από το τραπεζικό σύστημα.

Οι εταιρείες ασφάλισης πιστώσεων δοκιμάστηκαν το 2010, έτος κορύφωσης της οικονομικής κρίσης, με την αύξηση των ζημιών που χρειάστηκε να αποζημιώσουν. Η εκτίναξη των ζημιών οδήγησε στην αποχώρηση από τον κλάδο της Εθνικής Ασφαλιστικής, αλλά και της Coface, που λειτουργούσε ως υποκατάστημα και ανακοίνωσε τη διακοπή των ορίων που διατηρούσε στην ελληνική αγορά, λόγω των οικονομικών προβλημάτων και της κρίσης χρέους που αντιμετώπιζε η χώρα.

Η αποχώρηση της Εθνικής Ασφαλιστικής έγινε υπό το βάρος των σημαντικών ζημιών που συσσώρευσε η ένταση της κρίσης, ανοίγοντας το δρόμο για τους δύο ισχυρούς πολυεθνικούς ομίλους, την Euler Hermes Emporiki και την Atradius, που αποτελούν και τους δύο μεγαλύτερους παίκτες σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα στοιχεία για την ασφαλιστική παραγωγή του εννεαμήνου δείχνουν αύξηση ασφα- λίστρων στον κλάδο, της τάξης του 7,2%, διαμορφώνοντας την παραγωγή στα 34,2 εκατ. ευρώ, από 31,9 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό διάστημα. Η εξέλιξη αυτή αποτυπώνει τη δυναμική του κλάδου, την αποχώρηση από την αγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής, που δεν εξαντλείται όμως εκεί καθώς μετά ένας σημαντικός αριθμός επιχειρήσεων που ήταν ασφαλισμένος οδηγήθηκε στο να μην ανανεώσει τα συμβόλαιά του για το 2011. Η αύξηση της παραγωγής αποτελεί σαφή ένδειξη της προσπάθειας των δύο πολυεθνικών ομίλων, της Euler Hermes και της Atradius, για την ανάκτηση του χαμένου εδάφους, που φαίνεται να επιτυγχάνεται υπό εξαιρετικά δύσκολες οικονομικές συνθήκες. 

Όπως εξηγεί ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Euler Hermes, κ. Αλέξης Γαβριήλογλου, οι ασφαλισμένες
επιχειρήσεις στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι είναι γύρω στις 600, νούμερο ωστόσο που υπολείπεται της πραγματικής δυναμικής της αγοράς, που εκτιμάται ότι θα μπορούσε να καλύψει ασφαλιστικά γύρω στις 30.000 επιχειρήσεις. Η ένταση της οικονομικής κρίσης αναδεικνύει σε ορισμένες περιπτώσεις με οδυνηρό τρόπο τα  οφέλη της ασφάλισης πιστώσεων και είναι χαρακτηριστικό το ότι η κάλυψη είναι πλέον προαπαιτούμενη ακόμη και για τις μεγάλες εταιρείες που έχουν συναλλαγές με αγορές του εξωτερικού. Η σημασία της κάλυψης δεν εξαντλείται στην αποζημίωση του ασφαλισμένου σε περίπτωση αθέτησης μιας οικονομικής υποχρέωσης, αλλά επεκτείνεται πλέον στη δυνατότητα εκχώρησης του συμβολαίου προς την τράπεζα, επιτυγχάνοντας καλύτερους όρους χρηματοδότησης. 

Η αποζημίωση σε περίπτωση έλευσης του κινδύνου διαμορφώνεται στο 80% του ασφαλισμένου κεφαλαίου και καταβάλλεται σε χρονικό διάστημα 5 έως 6 μηνών το αργότερο. Η σημασία της ασφάλισης καλύπτει ωστόσο και την περίοδο πριν την έλευση του κινδύνου, αφού το προϊόν εξασφαλίζει:

– Πρόληψη των επισφαλειών μέσα από την αξιολόγηση και τη συνεχή παρακολούθηση της οικονομικής κατάστα-
σης των αγοραστών της επιχείρησης
– Αποζημίωση με απλές διαδικασίες σε προκαθορισμένο χρόνο, αν μία απαίτηση παραμείνει απλήρωτη μετά τη
λήξη της πίστωσης
– Διεκδίκηση και είσπραξη των απαιτήσεων μέσα από συντονισμένες νομικές και εξωδικαστικές ενέργειες μέσα
από διεθνές δίκτυο εκπαιδευμένων και έμπειρων νομικών συνεργατών

Τα πλεονεκτήματα της ασφάλισης πιστώσεων συνοψίζονται στην:
– Καλύτερη οργάνωση του τμήματος πιστωτικού ελέγχου της επιχείρησης
– Δυνατότητα επέκτασης των πωλήσεων σε υγιές πελατολόγιο με βάση αξιόπιστες και ενημερωμένες εμπορικές Πληροφορίες
- Δυνατότητα αξιοποίησης της Σύμβασης ως πρόσθετη κάλυψη του ασφαλισμένου στην περίπτωση χρηματοδότησης με την απλή και ανέξοδη εκχώρησή της σε κάποιο κατάστημα τράπεζας ή εταιρείας factoring
– Διασφάλιση της πιστοδοτικής πολιτικής και βελτίωση της εικόνας των οικονομικών μεγεθών της επιχείρησης

Euler Hermes
Η Euler Hermes Emporiki ιδρύθηκε το 1996 με την επωνυμία Φοίνιξ Ασφάλειες Πιστώσεων, με τη συνεργασία
και την εταιρική συμμετοχή των ομίλων Euler, Hermes και του ομίλου της Εμπορικής Τράπεζας και από το 2004 είναι μέλος του ομίλου Euler Hermes. Η εταιρεία παρακολουθεί την οικονομική κατάσταση των αγοραστών στην Ελλάδα και την Κύπρο για όλους τους ασφαλισμένους του ομίλου Euler Hermes και απασχολεί μαζί με τη θυγατρική της Euler Hermes Services, 56 έμπειρα εξειδικευμένα στελέχη.
Ο διεθνής όμιλος Euler Hermes είναι ο πρώτος ασφαλιστής στην παγκόσμια αγορά του κλάδου των πιστώσεων, με κύκλο εργασιών 2,1 δισ. ευρώ σε καθαρά ασφάλιστρα, παρουσία σε 50 χώρες και πρώτη θέση στην αγορά ασφάλισης πιστώσεων στις περισσότερες από αυτές.

Ο όμιλος Euler Hemes είναι ο πρώτος ασφαλιστής πιστώσεων στον κόσμο με:
– Ποσοστό 34,9% στην παγκόσμια αγορά πιστώσεων
– 2,1 δισ. ευρώ ενοποιημένο κύκλο εργασιών για το 2010
– 633 δισ. ευρώ ασφαλισμένες εμπορικές συναλλαγές
– Οικονομικά στοιχεία για πάνω 40 εκατομμύρια επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο
– 20.000 αιτήματα για έγκριση πιστωτικών ορίων κάθε μέρα
– 52.000 ασφαλισμένες επιχειρήσεις – πελάτες σε όλο τον κόσμο
– Περισσότερα από 6.000 εξειδικευμένα και έμπειρα στελέχη
– Πιστοποίηση ΑΑ- από την εταιρεία Standard & Poor’s

Όπως εξηγεί ο γενικός διευθυντής της Euler Hermes, κ. Αλέξης Γαβριήλογλου, η ασφάλιση πιστώσεων είναι «ένα ειδικό προϊόν, που συνδυάζει χρηματοοικονομική και ασφαλιστική κάλυψη. Πρόκειται για ένα σύγχρονο εργαλείο για τις επιχειρήσεις που θέλουν να αναπτυχθούν εμπορικά με ασφάλεια, παρέχοντας εκτός από την κάλυψη σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης, έγκαιρη πρόληψη μέσα από την αξιολόγηση και τη συνεχή παρακολούθηση της οικονομικής κατάστασης των αγοραστών της επιχείρησης».

Το σκέλος της πρόληψης αποτελεί το πιο σημαντικό κομμάτι στον κλάδο της ασφάλισης πιστώσεων και εξασφαλίζεται όχι μόνο μέσα από την πρόσβαση σε βάσεις δεδομένων που καταγράφουν την οικονομική κατάσταση της επιχείρησης, αλλά και μέσα από τη συστηματική παρακολούθηση της συναλλακτικής συμπεριφοράς των πελατών.

Η αύξηση των ζημιών το 2010 έχει οδηγήσει σε αύξηση των τιμών κατά το 2011, που υπολογίζεται μεταξύ 40% και 50%, ανεβάζοντας το κόστος ασφάλισης στο 0,7% – 0,8% του τζίρου ή του ασφαλιζόμενου κεφαλαίου της επιχείρησης. Σε κάθε περίπτωση, σημειώνει ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Euler Hermes, κ. Αλέξης Γαβριήλογλου, «αποτελεί ένα κόστος προσιτό, εξασφαλίζοντας την κάλυψη σε ποσοστό 80% της ζημιάς που υπέστη η επιχείρηση και σε χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των έξι μηνών.

Η συνεργασία του πελάτη αποτελεί βασική προϋπόθεση για την αποτελεσματικότερη πρόβλεψη και την αποφυγή
της επισφάλειας, αλλά η διαχείριση και η αξιολόγηση της πληροφορίας απαιτεί βαθιά γνώση των μηχανισμών της
αγοράς και του βαθμού επικινδυνότητας σε όλο τον κόσμο.

Atradius
Ο όμιλος Atradius παρέχει υπηρεσίες ασφάλισης εμπορικών πιστώσεων και είσπραξης επισφαλών απαιτήσεων παγκοσμίως και δραστηριοποιείται με 160 γραφεία σε 42 χώρες. Έχει πρόσβαση στα οικονομικά στοιχεία 60 εκατομμυρίων επιχειρήσεων παγκοσμίως και λαμβάνει καθημερινά περισσότερες από 20.000 αποφάσεις πιστωτικών ορίων. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες του ομίλου στοχεύουν στη μείωση της έκθεσης των πελατών έναντι του κινδύνου της μη πληρωμής από τους αγοραστές τους.

Με ετήσιο ασφαλιστικό εισόδημα μεγαλύτερο των 1,5 δισ. ευρώ και κατέχοντας το 31% της διεθνούς αγοράς
ασφάλισης πιστώσεων, η Atradius συνεισφέρει στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων διεθνώς, παρέχοντας ασφαλιστική κάλυψη έναντι του κινδύνου της μη πληρωμής, η οποία σχετίζεται με την επί πιστώσει πώληση προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών.
Το ελληνικό υποκατάστημα της Atradius ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 1998 και παρέχει υπηρεσίες ασφάλισης εμπορικών πιστώσεων και είσπραξης επισφαλών απαιτήσεων, στοχεύοντας στη μείωση της έκθεσης των ασφαλισμένων έναντι του κινδύνου της μη πληρωμής από τους αγοραστές τους. Στα χρόνια της παρουσίας της στην Ελλάδα, η Atradius έχει διαγράψει μια σταθερή και ανοδική πορεία, επιτυγχάνοντας να περιλαμβάνεται στις σταθερές επιλογές των Ελλήνων επιχειρηματιών και των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών. 

Όπως εξηγεί ο γενικός διευθυντής της εταιρείας, κ. Μάκης Τζέης, «η αναπτυξιακή μας πολιτική χαρακτηρίζεται από την επιλεκτική πρόσκτηση νέων πελατών και όχι από την αλόγιστη αύξηση του πελατολογίου μας. Αυτό μας εξασφάλισε – εκτός από την αύξηση του κύκλου εργασιών – την ελαχιστοποίηση του ηθικού κινδύνου και την καλή διατηρησιμότητα του πελατολογίου μας, ακόμη και κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών (2009 και εξής), όπου η ελληνική οικονομία δοκιμάζεται σκληρά. Ιδιαίτερα ικανοποιητικός επίσης μπορεί να χαρακτηρισθεί και ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης του κύκλου εργασιών της εταιρείας κατά τα τελευταία 5 έτη (20%), παράγοντας που έχει οδηγήσει την Atradius στο να κατέχει περίπου το 28% της ελληνικής Αγοράς Πιστώσεων.

Ειδικότερα, το 2011 η ανάπτυξη του χαρτοφυλακίου μας κυμάνθηκε στο 25%. Οι μελλοντικοί στόχοι του υποκαταστήματός μας συνίστανται στην περαιτέρω ανάπτυξη στην ελληνική αγορά και στην παροχή προς τους ασφαλισμένους και συνεργάτες μας ασφαλιστικών υπηρεσιών υψηλού επιπέδου, καθώς και πρωτοποριακών ασφαλιστικων προϊόντων. Προτεραιότητά μας είναι, μέσω των υπηρεσιών που παρέχουμε, να προφυλάξουμε τους ασφαλισμένους μας από τον αυξημένο κίνδυνο της αφερεγγυότητας που ενέχει το σύγχρονο εμπόριο και ταυτόχρονα να προστατεύσουμε το cashflow της επιχείρησής τους, επιτρέποντας έτσι την ανάπτυξη των εργασιών τους».

Έρευνα
Η σπουδαιότητα της ασφάλισης πιστώσεων καταγράφεται σε πρόσφατη έρευνα της Euler Hermes που διαπιστώνει
ότι το 80% των εμπορικών συναλλαγών πανευρωπαϊκά, διενεργείται με πίστωση, καθώς το 83% του συνόλου των
επιχειρήσεων πωλούν από το 81% έως και το 100% των προϊόντων τους βάσει πίστωσης. Το ύψος των απαιτήσεων από καθυστερήσεις πληρωμών στην Ευρώπη υπολογίζεται μεταξύ 200 – 300 δισ. ευρώ και η καθυστέρηση πληρωμής αποτελεί μία από τις σημαντικότερες απειλές στη λειτουργία της επιχείρησης, καθώς επηρεάζει σε ποσοστό 76% τις ταμειακές της ροές, προκαλώντας αλυσιδωτές επιπτώσεις στη λειτουργία της ίδιας και της οικονομίας γενικότερα.

Η έρευνα της Euler Hermes, συμπεριέλαβε 2.000 επιχειρήσεις στο Βέλγιο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ουγγαρία,
την Ιταλία, την Ολλανδία, την Πολωνία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες κατανεμήθηκαν ισόρροπα, με κριτήριο το μέγεθος και τον κλάδο δραστηριότητας, καλύπτοντας τόσο τον πρωτογενή και το δευτερογενή τομέα όσο και τον κλάδο των υπηρεσιών.

Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης η καθυστέρηση πληρωμής αποτελεί μια σοβαρή απειλή σε όλες τις χώρες, καθώς το 98% του συνόλου των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα απαντά ότι βρίσκεται αντιμέτωπη με αυτή την πραγματικότητα, επηρεάζοντας το 76% των ταμειακών τους ροών.

Το υψηλό ποσοστό των πωλήσεων που διενεργούνται μέσω πίστωσης αναδεικνύει τη σημασία του κλάδου της
ασφάλισης πιστώσεων, ιδιαίτερα σε μια δύσκολη οικονομική περίοδο, όπου η ρευστότητα αποκτά κυρίαρχο ρόλο
στην καθημερινή λειτουργία της επιχείρησης. 

Όπως προκύπτει από την έρευνα η μέση διάρκεια πίστωσης για όλες τις χώρες στις οποίες έγινε η έρευνα, διαμορφώνεται στις 45 ημέρες, ενώ ο μέσος όρος ημερών καθυστέρησης μετά τη συμφωνηθείσα ημερομηνία ανέρχεται στις 15 ημέρες.
Επικρατέστεροι μέθοδοι για τη βελτίωση των ταμειακών τους ροών από την πλευρά των επιχειρήσεων εμφανίζονται η καθυστέρηση πληρωμής σε ποσοστό 42%, οι εκπτώσεις σε ποσοστό 32% προς τους πελάτες, προκειμένου να επισπεύσουν τις πληρωμές, ενώ σημαντικό είναι το ποσοστό των επιχειρήσεων που καταφεύγει στο factoring ή σε άλλους τρόπους χρηματοδότησης.
 
Σύμφωνα με τις απαντήσεις, η πρώτη βασικότερη αιτία της καθυστέρησης πληρωμής είναι η εμπορική διαφωνία και ακολουθεί η αναποτελεσματική λειτουργία του εσωτερικού τμήματος διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου. Σημαντικές είναι οι διαφοροποιήσεις μεταξύ των επιχειρήσεων στις διάφορες χώρες που δηλώνουν ότι έχουν γραπτή πιστωτική πολιτική με την Ολλανδία, τη Γερμανία, το Βέλγιο και λιγότερο την Ιταλία, να απαντούν σε υψηλότερο ποσοστό ότι έχουν γραπτή πιστωτική πολιτική. Στον αντίποδα βρίσκονται η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Πορτογαλία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, που δηλώνουν ότι δεν έχουν γραπτή πιστωτική πολιτική, ενώ ένα υψηλό ποσοστό της τάξης του 76% μεσοσταθμικά δηλώνουν ότι συμφωνούν εγγράφως με τους όρους της συνεργασίας πριν την πώληση. 

Υψηλό, της τάξης του 69%, είναι το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνει ότι θα σταματούσε τις παραδόσεις σε πελάτες που καθυστερούν να πληρώσουν, ενώ αντίστοιχο είναι το ποσοστό που δηλώνει ότι χρησιμοποιεί τη συνολική διάρκεια πίστωσης ως δείκτη μέτρησης της αποτελεσματικότητας είσπραξης των απαιτήσεών τους.

Η ασφάλιση των πιστώσεων αποτελεί ένα πειστικό εργαλείο για την αποτελεσματικότερη διαχείριση της καθυστέρησης πληρωμών και σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης αξιολογείται πολύ υψηλά στις απαντήσεις των επιχειρήσεων για την ανάγκη ανάπτυξης, την προστασία των ταμειακών τους ροών, τη βοήθεια για την αύξηση της χρηματοδότησης, την είσοδο σε νέες αγορές και την καλύτερη γνώση του πελατολογίου τους. Είναι χαρακτηριστικό το ότι το 90% των ασφαλισμένων επιχειρήσεων δηλώνουν ότι οι προμηθευτές τους είναι πρόθυμοι να τους παραχωρήσουν πίστωση έναντι 73% των μη ασφαλισμένων, ενώ ένα 69% των επιχειρήσεων απολαμβάνουν πολύ ευνοϊκότερους όρους πίστωσης από τους προμηθευτές τους.

Οι ασφαλισμένες επιχειρήσεις επιτυγχάνουν μεγαλύτερη διάρκεια πίστωσης από τους προμηθευτές τους, που φθάνει τις 50 ημέρες έναντι 41 των μη ασφαλισμένων, αλλά και μεγαλύτερο ποσοστό έκπτωσης (3,4% έναντι 2,5% των μη ασφαλισμένων) λόγω έγκαιρης πληρωμής. 

Τα οφέλη επεκτείνονται στη βελτίωση των σχέσεων με το τραπεζικό σύστημα, καθώς το 50% των ασφαλισμένων επιχειρήσεων έχουν βελτιώσει τα οικονομικά τους μεγέθη τα τελευταία χρόνια, χάρη στην καλύτερη χρηματοδότηση έναντι 44% των μη ασφαλισμένων, ενώ ένα ποσοστό 49% των ασφαλισμένων επιχειρήσεων δηλώνει ότι έχει δανειοδοτηθεί το τελευταίο έτος έναντι 34% των μη ασφαλισμένων.

Ένα ποσοστό 24% των ασφαλισμένων επιχειρήσεων έχει συνάψει σχέσεις συνεργασίας με εταιρείες factoring έναντι μόλις 5% των μη ασφαλισμένων, ενώ οι ασφαλισμένες επιχειρήσεις εμφανίζονται να απολαμβάνουν και καλύτερους όρους χρηματοδότησης, επιτυγχάνοντας καλύτερο επιτόκιο, που σύμφωνα με τις σχετικές απαντήσεις διαμορφώνεται στο 3,5% έναντι 3,95% των μη ασφαλισμένων.

Σημαντικά είναι τα οφέλη και από τη βελτίωση της συνεργασίας τους με τους πελάτες, καθώς οι επιχειρήσεις με
σύμβαση ασφάλισης πιστώσεων επιτυγχάνουν σε ποσοστό 73% περισσότερες επαναλαμβανόμενες πωλήσεις έναντι 67% των μη ασφαλισμένων. Η διευκόλυνση της πρόσβασης στις νέες αγορές αποτελεί επίσης ένα χαρακτηριστικό των ασφαλισμένων επιχειρήσεων, που δηλώνουν ότι έχουν επεκτείνει την εξαγωγική τους δραστηριότητα σε έξι χώρες έναντι τριών μόνο χωρών που δηλώνουν οι μη ασφαλισμένες επιχειρήσεις. Το ποσοστό των εξαγωγών επί των πωλήσεων ανέρχεται σε 30% για τις ασφαλισμένες επιχειρήσεις έναντι 24% για τις ανασφάλιστες και συγχρόνως βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητά τους, όντας σε θέση να παρέχουν πίστωση στο 69% των πελατών τους, έναντι μόλις 51% των ανασφάλιστων.

Οι ασφαλισμένες επιχειρήσεις δέχονται ετησίως κατά μέσο όρο 1.416 αιτήματα για χορήγηση πιστωτικού ορίου από πελάτες, έναντι 656 αιτημάτων που δέχονται οι ανασφάλιστες και αποδέχονται κατά μέσο όρο 81% των αιτημάτων έναντι 72% για τις ανασφάλιστες, ενώ έχουν 64% πιθανότητα να προσφέρουν νέα προϊόντα και υπηρεσίες, ενώ οι μη ασφαλισμένες 57%.

Tο θετικό οικονομικό αποτέλεσμα που παράγεται για τις ασφαλισμένες επιχειρήσεις απορρέει από:
– Την αύξηση των επικερδών πωλήσεων
– Την αύξηση των επαναλαμβανόμενων πωλήσεων
– Τη μείωση της αναγκαιότητας πιστοληπτικού ελέγχου
– Τη μείωση των διαφωνιών και των συγκρούσεων με τους πελάτες
-Την εμπρόθεσμη είσπραξη των απαιτήσεων
– Το χαμηλό κίνδυνο των επισφαλειών
– Το χαμηλό συνολικό κόστος διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου και της διαχείρισης των απαιτήσεων

Τα συνολικά λειτουργικά έξοδα για τη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου και των απαιτήσεων ανέρχονται σε
0,56% επί των συνολικών πωλήσεων ετησίως για τις ασφαλισμένες επιχειρήσεις, έναντι 1,94% για τις ανασφάλιστες, με συνέπεια το 1,38% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών να μπορεί να εξοικονομηθεί από την ύπαρξη της σύμβασης ασφάλισης πιστώσεων.

Οι επισφαλείς απαιτήσεις επί των πωλήσεων καταγράφουν σημαντική μείωση για τις ασφαλισμένες επιχειρήσεις, καθώς περιορίζονται στο 0,38% έναντι 0,74% για τις ανασφάλιστες, ενώ η μέση δαπάνη για την αγορά πληροφοριών περιορίζεται στο 0,25% για τις ασφαλισμένες έναντι 0,49% για τις ανασφάλιστες.