Ασφαλιστικά κεφάλαια στηρίζουν την ελληνική οικονομία

Οι μεγαλύτεροι ευρωπαϊκοί ασφαλιστικοί όμιλοι θα συμμετάσχουν στο πρόγραμμα της εθελοντικής συμμετοχής των ιδιωτών πιστωτών – γνωστό ως Private Sector Involment PSI – για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, δίνοντας το παρόν μαζί με άλλους 23 χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, μεταξύ των οποίων και έξι ελληνικές και κυπριακές τράπεζες. 

Πρόκειται για τους ομίλους της Allianz, της Munich Re, της Swiss Re, της Zurich, της Axa, της Generali και της ING, τα ονόματα των οποίων φιγουράρουν στη λίστα που ανακοίνωσε αμέσως μετά τη Σύνοδο Κορυφής της Πέμπτης, το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF), μέλη του οποίου είναι οι μεγαλύτερες τράπεζες και χρηματοοικονομικοί όμιλοι παγκοσμίως.
Σύμφωνα με το Reuters, οι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες θα περιορίσουν τις ζημίες τους από το σχετικά χαμηλό haircut (κούρεμα) στα 5,4 δισ. ευρώ. 

Ένα αντίστοιχο ποσό εκτιμάται ότι θα είναι οι απώλειες και για τον ασφαλιστικό κλάδο της ηπείρου. Στο εξωτερικό, υπολογίζεται ότι η γαλλική τράπεζα BNP Paribas θα αναλάβει τις μεγαλύτερες ζημίες, της τάξης των 950 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα πάντα με το Reuters, ακολουθεί η Dexia, οι απώλειες της οποίας υπολογίζονται σε 700 εκατ. ευρώ, η Commerzbank με 630 εκατ. και η Societe Generale με 500 εκατ. Όσο για τις ασφαλιστικές, η Barclays Capital αναφέρει ως εκείνες με τη μεγαλύτερη έκθεση την ιταλική Generali, τη γαλλική CNP Assurances και τη γερμανική Alllianz.

Όπως προβλέπει η συμφωνία μέχρι το 2014, η καθαρή συνεισφορά του ιδιωτικού τομέα στην ελληνική οικονομία θα είναι 49,6 δις ευρώ. Τα 37 δις ευρώ θα προκύψουν από το πρόγραμμα ανταλλαγής και μετακύλισης ομολόγων. Τα 12,6 δις ευρώ από το πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων που θα εκτελέσει το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας EFSF, ενώ συνολικά μέχρι το 2020, η χρηματοδότηση που θα προσφέρει ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα ανέρχεται σε 135 δις ευρώ.                                     
                                                             
Οι επενδυτές θα κληθούν να επιλέξουν μεταξύ τριών τύπων ανταλλαγής ομολόγων και ενός τύπου μετακύλισης. Η πρώτη επιλογή αφορά ανταλλαγή παλιών ομολόγων με νέα ίσης ονομαστικής αξίας, 30ετούς διάρκειας. Το επιτόκιο δανεισμού ισοδυναμεί με 4,5% σε σταθερούς όρους. Η δεύτερη επιλογή αφορά τη μετακύλιση ομολόγων με τη λήξη τους σε νέα, ίσης ονομαστικής αξίας και 30ετούς διάρκειας. Το επιτόκιο δανεισμού ισοδυναμεί με 4,5% σε σταθερούς όρους. Η τρίτη επιλογή αφορά την ανταλλαγή ομολόγων στο 80% της ονομαστικής τους αξίας με νέα 30ετούς διάρκειας. Το επιτόκιο δανεισμού ισοδυναμεί με 6,42% σε σταθερούς όρους. Τελευταία επιλογή είναι η ανταλλαγή ομολόγων στο 80% της ονομαστικής τους αξίας με νέα 15ετούς διάρκειας και με επιτόκιο που ισοδυναμεί με 5,9% σε σταθερούς όρους. Για τις πρώτες τρεις επιλογές προσφέρεται πλήρης εγγύηση από το EFSF μέσω μηδενικού κουπονιού πιστοληπτικής αξιολόγησης ΑΑΑ. Για την τέταρτη επιλογή προσφέρεται μερική εγγύηση του κεφαλαίου μέσω του EFSF.

Σύμφωνα με το IIF υπολογίζεται να συμμετάσχει τουλάχιστον το 90% των επενδυτών. Κάθε μια από τις τέσσερις προσφερόμενες επιλογές αναμένεται να συγκεντρώσει το 25% της ζήτησης. Το κόστος χρηματοδότησης της Ελλάδας από τον ιδιωτικό τομέα υπολογίζεται σε περίπου 5% μεσοσταθμικά Το επιτόκιο δανεισμού θα αυξάνεται ανά πενταετία και θα μείνει σταθερό τα τελευταία 20 χρόνια.

Η συμφωνία συνεπάγεται «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων κατά 21% σε παρούσα αξία με συνέπεια του συνολικού δημόσιου χρέος κατά 15% (εφόσον τα ομόλογα σε χέρια ιδιωτών είναι το 71% του συνολικού δημοσίου χρέους). Ο οίκος Nomura υπολογίζει, αντίστοιχα, ότι θα οδηγήσει σε μείωση του δημοσίου χρέους της χώρας κατά 26 δις ευρώ, σε σύνολο 350 δις ευρώ.

Οι ιδιώτες επενδυτές έχουν την επιλογή να μην συμμετάσχουν στη συμφωνία. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, παίρνουν το ρίσκο να υποστούν μεγαλύτερο «κούρεμα» από αυτό που τους προσφέρεται τώρα, το οποίο μάλιστα αντισταθμίστηκε με εγγυήσεις αποπληρωμής μέσω αγοράς ομολόγων της ανώτερης πιστοληπτικής κατηγορίας ΑΑΑ ως εγγύηση. 

Οι αναλυτές της Citi εκφράζουν τις επιφυλάξεις τους για το αν θα επιτευχθεί ο (υψηλότερος του αναμενόμενου από τους αναλυτές της) στόχος της συμμετοχής του 90% των ιδιωτών που κατέχουν ελληνικά ομόλογα. Αν επιτευχθεί, πάντως, σημειώνει ότι θα είναι ιδιαίτερα ωφέλιμο για την Ελλάδα. Όσο ευρύτερη είναι η συμμετοχή των ιδιωτών τόσο περισσότερο θα βελτιωθεί η μελλοντική βιωσιμότητα του χρέους της χώρας. Σε αντίθεση με τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές που αναμένεται να συμμετέχουν σε μεγάλο αριθμό, τα hedge fund εκτιμάται ότι ίσως φανούν πιο διστακτικά.