της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
Η επιστροφή των τραπεζών στην αγορά χρηματοδότησης έργων υποδομής της ΕΕ περιορίζει την ικανότητα των ασφαλιστικών εταιρειών να ενισχύσουν τις επενδυτικές τους αποδόσεις χρηματοδοτώντας τους δρόμους, τις γέφυρες και τα αιολικά πάρκα του μέλλοντος.
Οπως αναφέρεται σε ρεπορτάζ του Reuters, οι Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ενθάρρυναν τους ασφαλιστικούς ομίλους να διοχετεύσουν στοιχεία ενεργητικού ύψους άνω των 10 τρισ. ευρώ σε τέτοια projects προκειμένου να τονώσουν την ανάπτυξη στην Ευρωζώνη χωρίς να επισωρεύσουν πρόσθετα χρέη. Οι ασφαλιστικές εταιρίες, κυνηγώντας υψηλότερες αποδόσεις σε περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, άρχισαν να αναζητούν projects με προβλέψιμες μακροπρόθεσμες αποδόσεις που μπορούσαν να “ευθυγραμιστούν” με τις υπεσχημένες πληρωμές σε πελάτες σε ορίζοντα δεκαετιών. Ομως, η αποστολή τους κατέστη δυσχερέστερη από τον εντεινόμενο ανταγωνισμό από τις τράπεζες που διεκδικούν μεγαλύτερο μερίδιο της σχετικής πίτας, συμπιέζοντας τις αποδόσεις.
“Οι τράπεζες επιστρέφουν στον χώρο”, παρατηρεί ο Bart De Smet, διευθύνων σύμβουλος της βελγικής ασφαλιστικής Ageas που έχει επενδύσει περί τα 1,5 δισ. ευρώ σε έργα υποδομής στην ΕΕ. Πολλές τράπεζες αποσύρθηκαν από τον εν λόγω κλάδο κατά τη διάρκεια της χρηματοοικονομικής κρίσης, δίνοντας περισσότερο χώρο στις ασφαλιστικές. Ομως, τα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια χρηματοδότησης, εν πολλοίς απόρροια της πολιτικής ποσοτικής νομισματικής χαλάρωσης που εφαρμόζεται στην Ευρωζώνη τους τελευταίους μήνες, ενθάρρυναν τις τράπεζες να επιστρέψουν. Ως αποτέλεσμα, το spread μεταξύ των επιτοκίων των ομολόγων που εκδίδονται για να χρηματοδοτήσουν έργα υποδομής (infrastructure debt) και των διατραπεζικών επιτοκίων μειώθηκε δραστικά. Σημειώνεται οτι το infrastructure debt καταλαμβάνει σχετικά μικρό μερίδιο στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια των ασφαλιστικών ομίλων, όμως έχει αυξημένο ειδικό βάρος, καθώς οι εν λόγω τίτλοι συνήθως φέρουν πολύ υψηλότερα επιτόκια από τα “παραδοσιακά” κρατικά ομόλογα.
Mεγάλοι ασφαλιστικοί και αντασφαλιστικοί όμιλοι όπως η Allianz, η Munich Re και η Legal & General έχουν εκφράσει ζωηρό ενδιαφέρον για την χρηματοδότηση έργων υποδομής, καθώς την βλέπουν ως μέσο αντιστάθμισης των χαμηλών αποδόσεων που προσφέρουν τα κρατικά ομόλογα. “Η εταιρεία μας μπορεί να ανταγωνιστεί τις τράπεζες, αλλά όχι.πάση θυσία”, σχολιάζει ο Thomas Bayerl, στέλεχος της ΜΕΑG, του επενδυτικού βραχίονα της Munich Re. “Οταν αναλαμβάνουμε ρίσκο, πρέπει να έχουμε και την αντίστοιχη απόδοση, ειδάλλως απορρίπτουμε το project”.
Οι ασφαλιστικές στρέφονται σε εναλλακτικές επενδύσεις όπως το real estate, την αγορά εταιρικών ομολόγων (παρά την έντονη μεταβλητότητα του τελευταίου διαστήματος), τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equity) και την χρήση παραγώγων προκειμένου να εξασφαλίσουν τις αποδόσεις που συνάδουν με τις υποχρεώσεις που έχουν αναλάβει έναντι των πελατών τους.
Η ΕΕ επιχείρησε να τονώσει τις επενδύσεις σε έργα υποδομής μέσω του λεγόμενου “Πακέτου Γιούνκερ”, ενός χρηματοδοτικού προγράμματος ύψους 315 δισ. ευρώ που ξεκίνησε το περασμένο έτος με πρωτοβουλία του προέδρου της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Οι τράπεζες τείνουν να χορηγούν δάνεια για έργα υποδομής με πιο βραχυπρόθεσμο ορίζοντα σε σχέση με τα ομόλογα infrastructure που προτιμούν οι ασφαλιστικές ή άλλοι θεσμικοί επενδυτές μακράς πνοής, όπως συνταξιοδοτικά ταμεία και κρατικά επενδυτικά κεφάλαια. Το μερίδιο των εν λόγω ομολόγων στην συνολική αγορά project finance περιορίστηκε στο 16,6% το 2014 από 20% το 2013, με τον τραπεζικό δανεισμό να καταλαμβάνει το υπόλοιπο κομμάτι.
Ανασταλτικά για τις ασφαλιστικές εταιρείες εξάλλου λειτουργεί και το γεγονός ότι πολλά από τα έργα υποδομής που προωθούν οι κυβερνήσεις φέρουν υψηλό κατασκευαστικό κίνδυνο, με αποτέλεσμα να είναι λιγότερο ελκυστικά για τις ασφαλιστικές από ότι για τις τράπεζες. “Είμαστε πολύ επιλεκτικοί όσον αφορά τον κατασκευαστικό κίνδυνο που αναλαμβάνουμε, συχνότερα λέμε ¨όχι”, παρά “ναι'” λέει ο David Dahan, στέλεχος της βρετανικής Aviva. “Δραστηριοποιούμαστε στο χαμηλού ρίσκου τμήμα του φάσματος (σ.σ. της χρηματοδότησης έργων υποδομής).”