Συνέντευξη με την κα Ευαγγελία Δεμερούτη, Καθηγήτρια Εργασιακής και Οργανωσιακής Ψυχολογίας στο Eindhoven University of Technology
Καθώς το ένα τρίτο της ημέρας μας το περνάμε εργαζόμενοι, είναι σημαντικό όχι μόνο να αισθανόμαστε ικανοποιημένοι από την εργασία μας, αλλά και να είμαστε πραγματικά καλά. Η ψυχική υγεία στον εργασιακό χώρο παραμελήθηκε για πάρα πολλά χρόνια, αλλά πλέον, με αφορμή τα δύο χρόνια που άλλαξαν την έννοια της εργασίας και επηρέασαν το περιβάλλον και τις σχέσεις γύρω από αυτήν, είναι καιρός να της δώσουμε τη σημασία που της αρμόζει. Τι μπορεί να κάνει ο εργαζόμενος για να νιώθει ικανοποίηση από τη δουλειά του και τι πρέπει να προσέξει ο εργοδότης; Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες, αλλά και ανάμεσα σε διαφορετικές γενιές εργαζομένων;
Πώς σκιαγραφείτε ένα εργασιακό περιβάλλον που προάγει την ψυχική υγεία και ευεξία των εργαζόμενων;
Πολύ βασική ερώτηση, γιατί από εκεί ξεκινούν όλα. Μπορώ να δώσω μία απλή απάντηση, που περιλαμβάνει δύο κατηγορίες παραγόντων – τους οποίους βρίσκουμε σε όλους τους εργασιακούς χώρους, σε όλα τα κράτη και σε όλους τους εργαζόμενους – και ευθύνονται για την εργασιακή ευεξία ή την επαγγελματική εξουθένωση. Η μία κατηγορία είναι οι εργασιακές απαιτήσεις, δηλαδή πτυχές της δουλειάς μας που απαιτούν προσπάθεια. Πρέπει να τις εκπληρώσουμε και γι’ αυτό στο τέλος μπορούν να μας απομυζήσουν την ενέργεια, δηλαδή να μας εξουθενώσουν, προκαλώντας ακόμη και βλάβες της υγείας μας. Εργασιακές απαιτήσεις είναι, για παράδειγμα, ο εργασιακός φόρτος, ο χρόνος εργασίας κ.ά. Μία άλλη κατηγορία αφορά παράγοντες που μας βοηθούν να ανταπεξέλθουμε και να εκπληρώσουμε τις εργασιακές απαιτήσεις, να τις διεκπεραιώσουμε με λιγότερα κόστη και εξουθένωση και να κάνουμε τη δουλειά μας καλύτερα και πιο αποτελεσματικά. Τους παράγοντες αυτούς τους ονομάζουμε εργασιακούς πόρους και είναι η αυτονομία, η ανατροφοδότηση, η κοινωνική υποστήριξη, η δυνατότητα να μάθουμε πράγματα κ.ά. Οπότε έχουμε από την μία πλευρά τις εργασιακές απαιτήσεις, από την άλλη τους εργασιακούς πόρους – και οι δύο παράγοντες πρέπει να βρίσκονται σε ισορροπία.
Μέσα σε έναν οργανισμό, ποιος είναι υπεύθυνος για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος στο οποίο οι άνθρωποι “ανθίζουν”; Μπορεί ένας μεγάλος οργανισμός να έχει μία πραγματικά ενιαία κουλτούρα;
Οι υπεύθυνοι είναι πολλοί. Ο εργαζόμενος είναι ο πρώτος που επηρεάζει τη δουλειά του. Από εκεί και πέρα υπεύθυνοι είναι και ο προϊστάμενος, ο CEO, δηλαδή η κορυφή της ηγεσίας και, φυσικά, το κράτος με τους κανονισμούς και τα ωράρια εργασίας που θέτει. Όλοι αυτοί οι παράγοντες επηρεάζουν το εργασιακό περιβάλλον. Τώρα, το αν ένας οργανισμός μπορεί να έχει την ίδια κουλτούρα εξαρτάται από το πόσο μεγάλος είναι και το πόση διαφορετικότητα υπάρχει στις δραστηριότητες που έχει κάθε τμήμα του.
Leaders, managers, προϊστάμενοι. Ποιος είναι ο ρόλος τους στην ευεξία της ομάδας τους; Τι θα τους συμβουλεύατε να προσέξουν;
Θα τους έλεγα να προσέξουν αυτή την ισορροπία των εργασιακών απαιτήσεων και των εργασιακών πόρων, στους οποίους εκθέτουν τους εργαζομένους τους, καθώς είναι και αυτοί ένας ρυθμιστικός παράγοντας των απαιτήσεων και των πόρων των εργαζομένων. Επειδή βρίσκονται κοντά στους ανθρώπους τους και έχουν τη δικαιοδοσία να αποφασίσουν πολλά, μπορούν να παίξουν παρεμβατικό ρόλο στην εργασιακή υγεία, ώστε να διαμορφώσουν το εργασιακό περιβάλλον με την ισορροπία αυτή, αλλά και να είναι οι ίδιοι ένας εργασιακός πόρος για τους ανθρώπους τους. Επίσης, ο άλλος ο ρόλος που μπορούν να παίξουν αφορά την ενδυνάμωση, πρέπει δηλαδή να εμπιστεύονται τους εργαζομένους και να τους υποστηρίζουν ώστε να λαμβάνουν πρωτοβουλίες και να κάνουν τη δουλειά τους καλύτερα.
Σύμφωνα με έρευνα του ομίλου Adecco Global Workforce of the Future 2022, 1 στους 4 εργαζόμενους διεθνώς ανέφερε ότι η ψυχολογία του χειροτέρεψε τον τελευταίο χρόνο. Η Ελλάδα, μάλιστα, κατέχει τα αρνητικά πρωτεία, καθώς οι Έλληνες, σε ποσοστό 37% (10% πάνω από τον μέσο όρο), δηλώνουν ότι η ψυχική υγεία τους έχει χειροτερέψει τους τελευταίους 12 μήνες. Η πανδημία είναι η μόνη αιτία; Αν όχι, ποιες άλλες είναι;
Η πανδημία είναι μία σημαντική αιτία, όπως και το διάστημα που διήρκησε αλλά και το σοκ που έφερε σε πολλούς εργαζομένους και εργοδότες. Πολλοί εργαζόμενοι, για παράδειγμα, άλλαξαν δουλειά, ενώ κάποιοι είχαν την ευκαιρία ενδοσκόπησης και μπόρεσαν να δουν αν αυτό που κάνουν είναι κάτι που θα ήθελαν να συνεχίσουν. Η απόσταση βοήθησε πολύ σε όλα αυτά. Η πανδημία προκάλεσε όμως πολλές αλλαγές και στο εργασιακό περιβάλλον ανά τον κόσμο, καθώς οι άνθρωποι αναγκαστικά έπρεπε να δουλέψουν με τη βοήθεια της τεχνολογίας. Στην Ελλάδα τώρα, εκτός από την κατάσταση αυτή (Covid) που είχε επίπτωση σε όλο τον κόσμο, υπάρχει και το αρνητικό δυναμικό της κρίσης, η οποία όντως είχε χειροτερέψει το εργασιακό περιβάλλον για πολλούς εργαζομένους ήδη από πριν.
Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, το 50% των Μillennials και το 75% των εκπροσώπων της Generation Z αναγκάστηκαν να παραιτηθούν από τη δουλειά τους εξαιτίας της διαταραγμένης ψυχικής τους υγείας, σε σχέση με αντίστοιχο ποσοστό 20% στις προηγούμενες γενιές εργαζόμενων. Ποιος είναι ο λόγος για τους οποίους οι Millennials και οι Gen Zers επηρεάζονται περισσότερο;
Οι Millennials και οι Gen Zers έχουν διαφορετικές αξίες απ’ ό,τι είχαν οι προηγούμενες γενιές και έχουν μεγαλώσει σε ένα διαφορετικό κοινωνικό περιβάλλον. Αν οι managers απευθύνονται στη νέα γενιά με τον τρόπο που θέλαμε να απευθυνθούν σε εμάς, δεν μιλούν στην καρδιά τους και δεν τους δίνουν αυτά που θέλουν να βρουν. Οι νέες γενιές αναζητούν πλέον άλλα κίνητρα και ψάχνουν άλλα πράγματα στο εργασιακό τους περιβάλλον που δεν έχουμε καταφέρει ακόμη να ενσωματώσουμε.
Αυτά τα ποσοστά «μεταφράζονται» με τον ίδιο τρόπο στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες;
Είναι το ίδιο στην Ελλάδα, όπως και σε άλλες χώρες. Δεν έχουμε διαφορά σ’ αυτό. Ειδικότερα, οι νέες γενιές πλέον σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο. Η παγκοσμιοποίηση, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως το twitter κ.ά. βοηθούν ώστε οι άνθρωποι να εκτίθενται πλέον σε παρόμοια ερεθίσματα.
Περισσότερα στο interamerican blog