Επιμέλεια: Λαλέλα Χρυσανθοπούλου
Μια πανδημία είναι, κατά βάση, μη ασφαλίσιμη. Εξ ορισμού μπορεί να πλήξει όλα τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις την ίδια στιγμή. Δεν υπάρχει διαφοροποίηση, ούτε από χρονικής ούτε από γεωγραφικής πλευράς.
Ο Covid-19 είναι ένα κλασικό παράδειγμα: Πώς μπορεί μια οικονομική κρίση που αναμένεται να «ψαλιδίσει» 9 τρισ. δολ. από το φετινό παγκόσμιο ΑΕΠ να ασφαλιστεί από τον ιδιωτικό τομέα;
Για τον λόγο αυτό η ασφαλιστική βιομηχανία, έχοντας πλήρη επίγνωση των δυνητικά καταστροφικών συνεπειών μιας πανδημίας, αποκλείει τις μεταδοτικές ασθένειες από τα περισσότερα τυποποιημένα συμβόλαια.
Όμως, η ιστορία δεν τελειώνει εδώ. Οι κοινωνίες, με εξαίρεση λίγες χώρες στην Ανατολική Ασία (Ταϊβάν, Νότιο Κορέα), ήταν τραγικά απροετοίμαστες για την έλευση του κορωνοϊού. Κατέστη σαφές το ότι στα χρόνια που μεσολάβησαν από τον SARS τίποτε δεν έγινε για να ενισχυθούν οι άμυνες έναντι μιας νέας πανδημίας.
Αυτήν τη φορά, πρέπει όλοι να πάρουν μαθήματα: Οι κοινωνίες πρέπει να ενισχύσουν την οικονομική τους ανθεκτικότητα και σε αυτό η ασφάλιση μπορεί –και πρέπει– να έχει ρόλο. Σχήματα εκ των προτέρων προστασίας από πανδημίες, φυσικές καταστροφές ή τρομοκρατικά χτυπήματα είναι ζωτικής σημασίας ώστε όλοι οι εμπλεκόμενοι να έχουν διακύβευμα στην υπόθεση και να έχουν συμφέρον να λάβουν προληπτικά μέτρα.
Η λίστα των μέτρων που θα μπορούσαν να λάβουν οι επιχειρήσεις για να ενισχύσουν τις άμυνές τους είναι μακρά. Είναι γεγονός ότι πολλά από τα μέτρα έχουν αυξημένο κόστος και κάποιοι μπορεί να διστάζουν να το πάρουν, σκεπτόμενοι ότι μπορεί να περάσουν πολλά χρόνια ή ακόμα και δεκαετίες μέχρι την επόμενη πανδημία.
Είναι, λοιπόν, ζωτικής σημασίας να υπάρχουν τα κατάλληλα κίνητρα, αξιοποιώντας τους μηχανισμούς της ιδιωτικής ασφάλισης.
Είναι επίσης πολύ θετικό το ότι υπάρχουν επιτυχημένα παραδείγματα συνεργασίας ιδιωτικού-δημόσιου τομέα για το κλείσιμο των «ασφαλιστικών κενών». Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, ο νόμος TRIA (Terrorism Risk Insurance Act-Νόμος Ασφάλισης έναντι της Τρομοκρατίας) έκλεισε το κενό που άφησε η αποχώρηση των αντασφαλιστικών εταιρειών από τον κλάδο της ασφάλισης έναντι τρομοκρατικών χτυπημάτων μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, που προκάλεσαν ασφαλισμένες ζημίες ύψους 40 δισ. δολαρίων.
Εξίσου επιτυχημένο είναι και το παράδειγμα της Flood Re στη Μεγάλη Βρετανία, ενός αντασφαλιστικού σχήματος με το οποίο οι βρετανικές ασφαλιστικές εταιρείες και η κυβέρνηση συνεργάζονται για να προσφέρουν κάλυψη έναντι του κινδύνου πλημμύρας, που η αγορά θα δίσταζε να παρέχει, διατηρώντας παράλληλα τα ασφάλιστρα σε χαμηλά επίπεδα. Η Flood Re αύξησε εντυπωσιακά τη διαθεσιμότητα της ασφάλισης για πλημμύρες, χωρίς επιβάρυνση των ασφαλισμένων.
Και τα δύο παραδείγματα θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν ως «μοντέλα» για την ασφάλιση πανδημίας. Υπάρχει όμως ένας ακόμη ισχυρός λόγος για να επιλέξει κανείς ένα αντασφαλιστικό σχήμα: η ευρωπαϊκή διάσταση. Αν ο Covid-19 μάς έμαθε κάτι, αυτό είναι ότι καμία χώρα δεν θα μείνει αλώβητη από μια πανδημία. Οπότε είναι καλύτερο να υπάρχει μια κοινά συμφωνημένη λύση εξαρχής, ώστε να αποφευχθεί η εκ των υστέρων διαμάχη περί των ορίων της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.
Αυτό το ευρωπαϊκό αντασφαλιστικό όχημα (ας το πούμε “Pandemus”) θα μπορούσε να συσταθεί ως Ευρωπαϊκή Εταιρεία (Societas Europaea), με πεδίο ευθύνης όλες τις χώρες μέλη της ΕΕ και με χρηματοδότηση από όλες τις (αντ)ασφαλιστικές και όλες τις χώρες της Ένωσης. Για να είναι αξιόπιστη η “Pandemus” θα χρειαζόταν μια κρατική εγγύηση, έως κάποιου καθορισμένου ορίου, που θα στηριζόταν στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Ένα σχήμα δηλαδή αντίστοιχο με το σχέδιο Μακρόν-Μέρκελ για το Ταμείο Ανάκαμψης.
Φυσικά, πολλά ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά: Πόσα κεφάλαια θα χρειαζόταν ένα τέτοιο αντασφαλιστικό όχημα; Πόσο πρέπει να χρεώνονται οι ασφαλιστικές για να μεταφέρουν στην “Pandemus” τον κίνδυνο πανδημίας; Πόσο μεγάλη πρέπει να είναι η κρατική εγγύηση; Θα πρέπει να μπουν στην εξίσωση και οι αγορές μέσω ομολόγων καταστροφών (cat bonds); Πώς θα γίνεται η διαχείριση των πληρωμών;
Δεδομένων όλων αυτών των δυσκολιών, γίνεται αντιληπτό ότι τα σχήματα κάλυψης έναντι του κινδύνου πανδημίας συζητούνται στην παρούσα φάση σε εθνικό επίπεδο, καθώς η υλοποίησή τους έτσι είναι γρηγορότερη και ευκολότερη. Παραμένει όμως ο κίνδυνος η Ευρώπη να καταλήξει σε αποσπασματικές λύσεις αντί για μια ολοκληρωμένη στρατηγική, κάτι που θα μπορούσε να εντείνει τις διαφορές στην αντιμετώπιση μελλοντικών πανδημιών.
(Επι)στροφή στην Ασία
Η Ασία αναδεικνύεται σε πυλώνα της ασφαλιστικής αγοράς στη μετά-Covid εποχή. Όπως επισημαίνει η οικονομολόγος της Allianz, Michaela Grimm, «η Ασία ήταν η περιοχή που χτυπήθηκε πρώτη από τον Covid-19 και θα είναι και η πρώτη που θα ανακάμψει. Η υψηλότερη επίγνωση των κινδύνων και η συσσωρευμένη ζήτηση για ασφαλιστικές υπηρεσίες θα αποτελέσουν μοχλό της ανάπτυξης για τα επόμενα χρόνια, με την Κίνα στην πρωτοκαθεδρία». Παραδοσιακά, ήταν οι ΗΠΑ και η Δυτική Ευρώπη που κυριαρχούσαν στην ασφαλιστική βιομηχανία, με μερίδια αγοράς 38% και 36%, αντίστοιχα, στο ξεκίνημα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης. Έκτοτε, όμως, το κέντρο βάρους του κλάδου άρχισε να μετατοπίζεται προς Ανατολάς. Το 2019, τα συνολικά ασφάλιστρα στην Ασία (εξαιρουμένης της Ιαπωνίας) ανήλθαν σε 947 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 50% προήλθε από την Κίνα.
Το ασφαλιστικό δυναμικό του «δράκου» είναι τεράστιο, καθώς οι ταχείς ρυθμοί ανάπτυξης και η αύξηση της μεσαίας τάξης σε συνδυασμό με τη σχετικά χαμηλή διείσδυση ασφαλιστικών υπηρεσιών καθιστούν την Κίνα εξαιρετικά ελκυστική αγορά. Πολύ δε περισσότερο αν συνυπολογιστεί το γεγονός ότι η χώρα είναι πρωτοπόρος στις εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης και ανάλυσης δεδομένων.
«Αναμένουμε διψήφιο ποσοστό αύξησης ασφαλίστρων στην Κίνα τη διετία 2021-2022» λέει η κ. Graham. Έως το 2030, η δεξαμενή ασφαλίστρων της Κίνας θα αυξηθεί κατά 777 δισ. ευρώ, ένα ποσό που αντιστοιχεί στις αγορές της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Γερμανίας μαζί.
Η Κίνα και η Ασία θα βγουν δυνατότερες από ό,τι ήταν πριν από την κρίση. Για φέτος αναμένεται μείωση ασφαλίστρων 0,7% στην περιοχή, αλλά για τα επόμενα έτη προβλέπεται ετήσιος ρυθμός αύξησης 8,1% έως το 2030, τη στιγμή που για τη Δυτική Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική το αντίστοιχο ποσοστό υπολογίζεται σε 2,2% και 3,5%, αντίστοιχα.
Έτσι, η Ασία (πλην της Ιαπωνίας) αναμένεται να γίνει η μεγαλύτερη ασφαλιστική αγορά έως το 2030, με μερίδιο 35% (από 24% σήμερα). Στον αντίποδα, το μερίδιο της Βόρειας Αμερικής και της Δυτικής Ευρώπης προβλέπεται να συρρικνωθεί στο 30% και 21%, αντίστοιχα (από 34% και 27% σήμερα).
Νέες ευκαιρίες ανοίγει το ESG
Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι για να επιβιώσει η ασφαλιστική βιομηχανία πρέπει να διασφαλίσει ένα «πράσινο» και αειφόρο μέλλον. Στο πλαίσιο αυτό, δυναμώνει η τάση που θέλει πελάτες και επενδυτές να απαιτούν ισχυρά διαπιστευτήρια εταιρικής διακυβέρνησης, περιβαλλοντικά και κοινωνικά, από τις εταιρείες. Κάτι που συμπυκνώνεται στο τρίπτυχο ESG (Environmental, Social, Governance).
Η κρίση του κορωνοϊού έδειξε ότι η βιωσιμότητα και η ανθεκτικότητα πάνε μαζί. Πέρα από την αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων κινδύνων και τη βελτίωση των επενδυτικών αποδόσεων, το ESG διευκολύνει το επιχειρείν. Κι αυτό γιατί, καθώς οι επιχειρήσεις εφαρμόζουν στρατηγικές ESG, αυξάνεται η ζήτηση για σχετιζόμενα προϊόντα και υπηρεσίες. Πρόκειται μάλιστα για τομέα στον οποίο η Ευρώπη διατηρεί ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε σχέση με την Ασία και την Αμερική.
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Allianz, το ESG δεν επηρεάζει μόνο την πλευρά του ενεργητικού μιας ασφαλιστικής εταιρείας, αλλά και το παθητικό. Καθώς ενσωματώνεται στην αποτίμηση των κινδύνων, αναδεικνύεται σε παράγοντα λήψης αποφάσεων για πελάτες, προμηθευτές, εργαζομένους, εποπτικές αρχές, αναλυτές και άλλα εμπλεκόμενα μέρη.
Κοιτάζοντας μπροστά, οι αποφάσεις για ανάληψη κινδύνων (underwriting) θα μπορούσαν να λαμβάνουν υπόψη τη συμπεριφορά των εταιρειών απέναντι στο περιβάλλον, το “E” του ESG (διαχείριση πρώτων υλών, πρωτοβουλίες αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, τις πολιτικές για τα απόβλητα και τη ρύπανση κ.ά.), τη συμπεριφορά των εταιρειών απέναντι στους ανθρώπους (εργαζομένους και τοπικές κοινωνίες, που αποτελούν το “S” του ESG) και, τέλος, την ορθή εταιρική διακυβέρνηση (το “G”), που περιλαμβάνει θέματα όπως τις φορολογικές πρακτικές, τη διαφθορά, την εταιρική δομή, την πολιτική αποδοχών κ.ά.
Όλες αυτές οι προσπάθειες όμως αξίζουν τον κόπο, καθώς το ESG ανοίγει νέες ευκαιρίες στην ασφαλιστική αγορά, καταλήγει η Allianz.
*από το περιοδικό Insurance World