Την ανάγκη άμεσης αντιστροφής της πορείας στην οποία βρίσκεται ο χώρος του Φαρμάκου τόνισε ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) Θ. Τρύφων, στο πλαίσιο της εκδήλωσης για την κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας του κλάδου, με τον Υπουργό Υγείας να προαναγγέλλει δέσμη διορθωτικών μέτρων μέσα στο 2018.
«Πρέπει να σπάσει ο φαύλος κύκλος που τροφοδοτείται από ανεπαρκείς προϋπολογισμούς, ατελέσφορες πρακτικές εις βάρος κυρίως των παλαιών φαρμάκων, αλλά και δυσβάστακτα clawback και rebate», τόνισε ο κ. Τρύφων. «Θέλουμε το Φάρμακο και τη Βιομηχανία να είναι ένας αναπτυξιακός τομέας, αλλά φοβούμαστε ότι αν συνεχιστεί αυτή η πολιτική, αν δεν γίνει μέσα στο επόμενο έτος αντιστροφή της κατάστασης, μπορεί να δούμε ακόμη και να καταστρέφονται δομές 30-40 ετών», προειδοποίησε ο πρόεδρος της ΠΕΦ.
Παράλληλα, ξεκαθάρισε πως clawback και rebate δεν μπορούν να πληρωθούν. «Δεν ξέρουμε πως και τι θα γίνει αν δεν πληρωθούν», προσέθεσε. «Πρέπει να κοιτάξουμε μπροστά, να βγάλουμε τη χώρα από τη δίνη, να αποκτήσουμε εθνική και οικονομική ανεξαρτησία», σημείωσε ο κ. Τρύφων εξηγώντας πως προϋπόθεση για αυτό είναι τόσο η ύπαρξη ανταγωνιστικού πλαισίου για τις επιχειρήσεις, το οποίο συνδέεται με τη φορολόγηση, με την πρόσβαση στη χρηματοδότηση και με προγράμματα που σταματήσουν τη φυγή ανθρώπινου κεφαλαίου, όσο και η συστηματική εφαρμογή κλαδικών πολιτικών, για την ενίσχυση των τομέων που μπορούν να οδηγήσουν την ανάπτυξη.
«Αυτές οι δύο προϋποθέσεις μπορούν να βοηθήσουν στην ανάπτυξη ενός νέου παραγωγικού και αναπτυξιακό μοντέλου, βασιζόμενο στην ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής και την αύξηση της παραγωγής διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων. Ένας τέτοιος αναπτυξιακός κλάδος είναι ο τομέας του Φαρμάκου», τόνισε, υπενθυμίζοντας πως πρόκειται για μια αγορά 1,3 τρισ. διεθνώς, της 2ης αγοράς σε επένδυση σε R&D και της 2η σε θέσεις εργασίας στη βιομηχανία.
Αίτημα της Ελληνικής Φαρμακοβιομηχανίας είναι η ύπαρξη Εθνικής Φαρμακευτικής Πολιτικής με αναπτυξιακό πρόσημο και σε αυτή την κατεύθυνση ο πρόεδρος της ΠΕΦ παρέθεσε μια σειρά προτάσεων. «Θέλουμε μια φαρμακευτική πολιτική που θα λάβει υπόψη και την αναπτυξιακή διάσταση, να τεθεί σε ρεαλιστικά επίπεδα ο προϋπολογισμός της φαρμακευτικής δαπάνης, ένας μέρος της κάλυψης των ανασφαλίστων και δαπάνες όπως τα εμβόλια να καλυφθούν από ειδικούς προϋπολογισμούς του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικής Ασφάλισης ή με ευρωπαϊκά κονδύλια. Σαφέστατα πρέπει να οριστεί ένα ανώτατο όριο στο clawback, ενώ ένα μέρος της υπέρβασης θα πρέπει να συμψηφίζεται με την εγχώρια προστιθέμενη αξία που δημιουργεί κάθε επιχείρηση, ελληνική ή ξένη (θέσεις εργασίας, επενδύσεις, παραγωγή, κλινικές μελέτες)», ανέφερε. Ο κ. Τρύφων ζήτησε παράλληλα την εξαίρεση από το clawback των οικονομικών φαρμάκων και των γενοσήμων, αλλά και την εφαρμογή πολιτική αύξησης των γενοσήμων και της εγχώριας παραγωγής.
«Δεν είναι δυνατόν να μπορούμε να καλύψουμε το 60% της εξωνοσοκομειακής και του 50% της νοσοκομειακής αγοράς με αξιόπιστα, αποτελεσματικά φάρμακα και να είμαστε στο 20%, να πληρώνει η χώρα για εισαγωγές φάρμακων 2 δισ. όταν το μισό από αυτό το ποσό μπορεί να καλυφθεί από εγχώρια παραγόμενα φάρμακα», προσέθεσε.
Από την πλευρά του ο Υπουργός Υγείας, αφού παραδέχθηκε ότι παραμένουν ανάγκες ακάλυπτες, αλλά και επιβαρύνσεις υπέρμετρες και ενδεχομένως άδικες, «φέτος, στην αρχή της χρονιάς, που φιλοδοξούμε ότι θα είναι μια χρονιά που θα κλείσει ο φαύλος κύκλος της κρίσης και της λιτότητας, θα μπορέσουμε να πετύχουμε με βιώσιμο τρόπο μια οριστική έξοδο από την πολύ ασφυκτική δημοσιονομική επιτροπεία, που έχει προκαλέσει τραύματα στο δημόσιο βίο, την καθημερινότητα ανθρώπων και στην επιχειρηματικότητα». Σύμφωνα με τον κ. Ξανθό για την κυβέρνηση ο χώρος του φαρμάκου είναι ένα πεδίο προνομιακό για την παραγωγική ανασυγκρότηση χώρας.
«Με μια εθνική φαρμακευτική πολιτική οφείλουμε να διευκολύνουμε παρεμβάσεις και αναπτυξιακές δράσεις και να διασφαλίσουμε και τις θέσεις απασχόλησης και την παραγωγή ποιοτικών φαρμάκων και κάλυψη μεγαλύτερων αναγκών πληθυσμού», ανέφερε ο Ανδρέας Ξανθός.
Ο Υπουργός Υγείας υποστήριξε πως παρότι υπάρχουν μηχανισμοί άδικοι, όπως το clawback που προκαλείται και λόγω του χαμηλού προϋπολογισμού και λόγω των διαρθρωτικών μέτρων, τα οποία δεν έχουν αποδώσει αποτελεσματικό έλεγχο στη ζήτηση και συνταγογράφηση φαρμάκων, βρισκόμαστε «σε φάση που δεν προωθούνται οριζόντια μέτρα αλλά προτάσσονται θεσμικές και διαρθρωτικές αλλαγές που σχετίζονται με την αξιολόγηση φαρμάκων και για 1η φορά έχουμε αναβαθμισμένο θεσμό διαπραγμάτευσης βιώσιμων τιμών αποζημίωσης».
Ο κ. Ξανθός αναφέρθηκε στην περαιτέρω ανάπτυξη μητρώων και θεραπευτικών πρωτοκόλλων, αλλά και κλειστών προϋπολογισμών ανά θεραπευτική κατηγορία, διαρθρωτικό μέτρο, το οποίο χαρακτήρισε «φιλόδοξο και δύσκολο εγχείρημα που θα αποτελέσει τομή στην κατανομή της δαπάνης». «Ο συνδυασμός αυτών των παρεμβάσεων θωρακίζει το σύστημα, διασφαλίζει πρόσβαση των πολιτών στα φάρμακα και τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων», εκτίμησε ο Υπουργός και υποστήριξε πως γίνεται σοβαρή προετοιμασία ώστε μέσα στη χρονιά να σχεδιαστεί μια πρώτη δέσμη διορθωτικών κινήσεων. Όπως εξήγησε, πρόκειται να επαναξιολογηθούν οι επιπτώσεις όλων των παρεμβάσεων των τελευταίων ετών, ώστε να υλοποιηθούν διορθωτικές κινήσεις, «με διάλογο με τη φαρμακοβιομηχανία, κοιτάζοντας μπροστά».
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ Π. Αποστολίδης τόνισε πως «ελληνικό φάρμακο και καινοτόμο και εισαγόμενο φάρμακο, δεν είναι ή το ένα ή το άλλο. Τα χρειαζόμαστε και τα δύο». Εξήγησε, δε, ότι υπάρχουν παραδείγματα χωρών με μεγάλη διείσδυση καινοτόμων φαρμάκων και γενοσήμων, όπως η Γερμανία και η Βρετανία.
«Καλούμαστε να λύσουμε μια δύσκολη εξίσωση με χαμηλές δαπάνες φαρμάκου, οι οποίες -σύμφωνα με μελέτες, πρέπει να ανέβουν κατά 300 εκατ. στο εξωνοσοκομειακο φάρμακο και 200 στο νοσοκομειακό», ανέφερε και πρόσθεσε πως «τα φθηνά και καταξιωμένα φάρμακα πρέπει να έχουν μεγαλύτερη διείσδυση στην αγορά, καθώς έτσι θα αναπτυχθεί και ζωτικός χώρος για το καινοτόμο φάρμακο». «Ελληνική και ξένη φαρμακοβιομηχανία είναι συγκοινωνούντα δοχεία, χρειάζονται και οι δύο για να αναπτυχθεί υγιώς ο κλάδος», προσέθεσε και υπενθύμισε πως το φάρμακο είναι το 2ο εισαγώγιμο προϊόν της χώρας, με το 29% ξένων φαρμάκων να παράγονται από ελληνικά εργοστάσια.