Το ανωτέρω ερώτημα θέτει προς συζήτηση μιλώντας για την Φερεγγυότητα των ασφαλιστικών εταιρειών σε συνέντευξη του στο Insuranceworld.gr ο Γενικός Διευθυντής της Prudential Β. Marghios & Partners Κώστας Νικολάου. Μία γνωστή ασφαλιστική με χαμηλό δείκτη φερεγγυότητας ή μία άγνωστη με υψηλό δείκτη φερεγγυότητας θα ήταν η καλύτερη επιλογή; Εξηγεί ότι οι δείκτες μέτρησης μπορεί να είναι λιγότερο ή περισσότερο ευαίσθητοι απέναντι σε διάφορα σενάρια πίεσης, υπογραμμίζοντας ότι σημαντικό ρόλο για την ενίσχυση του δείκτη παίζει η αντασφάλιση όπου με κάποιες συγκεκριμένες τεχνικές και πάντα με την μεταφορά σημαντικής ποσότητας ρίσκου μπορούν να βελτιώσουν τους δείκτες μίας ασφαλιστικής.
Συνέντευξη στην Ελενα Ερμείδου
- Πόσο έχει συμβάλλει η αντασφάλιση στην ενίσχυση της φερεγγυότητας (Solvency II) των ασφαλιστικών ;
Η αντασφάλιση ανέκαθεν ήταν ένα εργαλείο θωράκισης των ασφαλιστικών εταιριών. Κάθε εταιρία έχει τις δικές της δυνατότητες όσον αφορά την ανάληψη κινδύνου, καθώς και τη δική του διάθεση για ανάληψη κινδύνου αντίστοιχα. Και στο παλιό πλαίσιο η αντασφάλιση έπαιζε σημαντικό ρόλο, όπως παίζει και τώρα. Οι ποσοτικοί κανόνες της Φερεγγυότητας ΙΙ σαφώς και είναι πιο αυστηροί από το προηγούμενο πλαίσιο, ωστόσο πάντοτε η αντασφάλιση χρειαζόταν και έπαιζε σημαντικό ρόλο. Παρόλα αυτά, κάποιες συγκεκριμένες τεχνικές, που θα τολμούσα να τις πω ως «οικονομικές» αντασφαλίσεις, μπορούν να βελτιώσουν τους δείκτες μιας ασφαλιστικής, πάντοτε όμως με τη μεταφορά σημαντικής ποσότητας ρίσκου.
- Οι ασφαλιστικές με χαμηλό δείκτη φερεγγυότητας θα μπορέσουν μέσα στο 2019 θα παρουσιάσου βελτιωμένες επιδόσεις ;
Θεωρώ πως κάθε ασφαλιστική έχει τη δυνατότητα βελτίωσης των δεικτών της, σε όλα τα επίπεδα. Είναι βέβαια αρκετά δύσκολη, η συγκεκριμενοποίηση του τι σημαίνει χαμηλός δείκτης φερεγγυότητας. Στην πράξη, θα εμπιστευόμασταν περισσότερο μια πολύ γνωστή εταιρία, με χαμηλό δείκτη ή μία όχι και τόσο γνωστή εταιρία με υψηλότερο δείκτη; Εκτός αυτού, πόσο εύκολο είναι να κατανοήσει ο πελάτης την έννοια αυτών των δεικτών ή ακόμα περισσότερο ίσως, πόσο εύκολο είναι να επικοινωνήσει ο ασφαλιστικός διαμεσολαβητής στον πελάτη την έννοια και την αξία του δείκτη; Πέραν τούτου, πολύ σημαντικό είναι πόσο ευαίσθητοι είναι αυτοί οι δείκτες σε διάφορα σενάρια πίεσης της εταιρίας ή και πόσο διατεθιμένοι είναι οι μέτοχοι της εταιρίας να δεσμεύουν και μέχρι ποιο όριο, κεφάλαια, προκειμένου να ενισχυθεί ο δείκτης. Μην ξεχνάμε ότι απελευθέρωση κεφαλαίων σημαίνει ανάληψη ρίσκου, μείωση τιμών πιθανώς και αύξηση κερδών. Είναι μια πολύ δύσκολη εξίσωση, με πολλές ρίζες, όπως λένε και οι μαθηματικοί.
- Ποιες ασφαλιστικές έχουν καλύτερες προοπτικές, αυτές που εξειδικεύονται στις ασφάλειες ζωής της ζωής, στις γενικές ή στις μεικτές;
Με δύο λέξεις: οι οργανωμένες! Η ελληνική οικονομία είναι μια οικονομία που βγαίνει από μία φάση ύφεσης και ρίσκου. Η ασφάλιση είναι απαραίτητο εργαλείο για την ανάπτυξη της οικονομίας, αναλαμβάνοντας να βοηθήσει τους επιχειρηματίες να αναλάβουν ρίσκα. Περαιτέρω, οι πιέσεις που ασκούνται στην Κοινωνική Ασφάλιση, σίγουρα θα δημιουργήσει περιθώριο ανάπτυξης στις εταιρίες ζωής, αλλά και στα Επαγγελματικά Ταμεία. Η κατάρρευση του Δημόσιου Συστήματος Υγείας, καθιστά υπέρ -αναγκαία την ιδιωτική ασφάλιση Υγείας. Υπάρχει περιθώριο ανάπτυξης για όλους τους κλάδους.
- Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί καλύτερα ο κίνδυνος; πότε πρέπει οι ασφαλιστικές να μεταφέρουν τον κίνδυνο ;
Εξ ορισμού, η ασφαλιστική δραστηριότητα σημαίνει ανάληψη κινδύνου. Χωρίς αυτόν και χωρίς την ανάληψη αυτή, δεν υπάρχει ούτε ασφαλιστική δραστηριότητα, ούτε κέρδος. Κάθε εταιρία πρέπει να γνωρίζει τους κινδύνους που θέλει να ασφαλίζει, τη διάθεσή της σε αυτόν τον κίνδυνο και μέχρι ποιο σημείο θέλει να κρατήσει. Μεταφορά κινδύνου, σημαίνει και μεταφορά κερδών ταυτόχρονα. Όμως σημαίνει και θωράκιση των λοιπών ασφαλιστικών δραστηριοτήτων, που κρατάει τον κίνδυνο εντός της εταιρίας. Εργαλεία για μείωση του κινδύνου είναι η γνώση της αγοράς, τα εξειδικευμένα στελέχη και η ποσοτικοποίηση του ρίσκου, ώστε να μπορούν να ληφθούν αποφάσεις με βάση ποσοτικά και όχι ποιοτικά μόνο κριτήρια.