Για χρόνια η πρακτική της αλλαγής συμβολαίων στον κλάδο υγείας ήταν ένας τρόπος εξοικονόμησης κόστους για τις εταιρείες. Σωστή σκέψη αλλά με λάθος τακτική. Ναι μεν η αλλαγή από Ισόβια σε ετησίως ανανεούμενα αποτελεί μία ευκαιρία για τις εταιρείες. αλλά είναι μία αρνητική εξέλιξη για τον πελάτη. Και ο τρόπος με τον οποίο γίνεται, δηλαδή η προσπάθεια μεταστροφής τους, αποτελεί (τις περισσότερες φορές) παράδειγμα κακής επαγγελματικής πρακτικής που έχει οδηγήσει πολλούς ασφαλισμένους σε διαμαρτυρίες.
Ορισμένοι καταλαβαίνουν τι διακυβεύεται και αντιδρούν. Άλλοι το καταλαβαίνουν μετά την αλλαγή και αγανακτούν. Υπάρχουν και κάποιοι που απλώς ακολουθούν τον ασφαλιστή τους χωρίς να καταλαβαίνουν τι αγοράζουν. Το θέμα όμως είναι ότι οι εταιρείες αλλά και τα δίκτυά τους θα πρέπει να λειτουργούν με βάση το συμφέρον του πελάτη τους και όχι μόνο το δικό τους. Ας μην ξεχνάνε ότι ένας δυσαρεστημένος πελάτης ισοδυναμεί με δέκα χαμένους πελάτες όπως λέει το παλιό (και σωστό) εμπορικό ρητό. Αν θέλει η ασφαλιστική αγορά να κερδίσει μεγαλύτερη αποδοχή και διείσδυση στην ελληνική κοινωνία θα πρέπει να εγκαταλείψει τις παλιές πρακτικές. ‘Θέλεις να εισάγεις νέα –συμφερότερα και ευέλικτα- συμβόλαια υγείας, βρες νέους πελάτες και πούλησέ τα. Ή άλλαξε τα παλιά σε όσους το επιθυμούν πραγματικά’. Ο πελάτης που θα αντιληφθεί ότι προσπάθησες να του πουλήσεις αυτό που συμφέρει εσένα και όχι αυτόν, μοιραία θα σε εγκαταλείψει.
Κάπως έτσι φτάσαμε να έχουμε καθηλωμένη την ασφαλιστική αγορά στο 2% επί του ΑΕΠ ενώ βάσει συνθηκών θα έπρεπε να είχε προσεγγίσει το 4,5-5% τα τελευταία 10 χρόνια.