Η εικόνα 766 σχολείων που κατεβάζουν ρολά στην Ελλάδα δεν είναι απλώς ένα στατιστικό στοιχείο για το Υπουργείο Παιδείας. Είναι η ζωντανή απόδειξη ότι η χώρα βυθίζεται σε μια οξεία δημογραφική κρίση, η οποία δεν αφήνει τίποτα ανεπηρέαστο: ούτε την κοινωνία, ούτε την οικονομία, ούτε –φυσικά– την αγορά.
Η δημογραφική κατάρρευση δεν είναι μια «βόμβα» που θα σκάσει σε τρεις δεκαετίες. Έχει ήδη σκάσει. Και η έκρηξή της ακούγεται καθαρά στις άδειες αίθουσες, στις ερημωμένες γειτονιές, στις μικρές επιχειρήσεις της περιφέρειας που βλέπουν την πελατεία τους να συρρικνώνεται χρόνο με τον χρόνο.
Για τους ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές –όπως και για κάθε μικρό επαγγελματία της επαρχίας– η μείωση του πληθυσμού σημαίνει κάτι πολύ συγκεκριμένο: λιγότερους πελάτες, λιγότερα συμβόλαια, λιγότερο εισόδημα. Όταν οι νέοι φεύγουν, όταν τα χωριά αδειάζουν, όταν τα παιδιά μειώνονται, δεν χάνονται μόνο οι μαθητές. Χάνονται οι μελλοντικοί πελάτες, οι οικογένειες που θα αναζητούσαν ασφάλεια και κάλυψη, οι άνθρωποι που θα τροφοδοτούσαν την τοπική οικονομία.
Η δημογραφική κρίση είναι ο αόρατος εχθρός της περιφερειακής ανάπτυξης. Και αν δεν υπάρξει άμεσα μια γενναία πολιτική αντιμετώπισής της –με στήριξη της οικογένειας, με κίνητρα για νέες γεννήσεις, με πραγματικές ευκαιρίες για τους νέους στην περιφέρεια–, τότε η χώρα θα συνεχίσει να βλέπει σχολεία να κλείνουν, επαγγελματίες να μετακινούνται στα μεγάλα αστικά κέντρα και ολόκληρες περιοχές να σβήνουν από τον χάρτη.
Η ασφαλιστική αγορά έχει κάθε λόγο να υψώσει φωνή σε αυτό το ζήτημα. Γιατί, αν συνεχίσουμε να το αντιμετωπίζουμε ως «δημογραφικό πρόβλημα», κινδυνεύουμε να μη δούμε την αλήθεια: ότι είναι πρώτα και κύρια οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα, που υπονομεύει την ίδια τη βιωσιμότητα της περιφέρειας.