Ιατρικό Λάθος – Αμέλεια Ενδομήτριος Αιμόλυση Κυοφορούμενου λόγω ασυμβατότητας Rh (ρέζους)
Αποκλειστική υπαιτιότητα ιατρού – μαιευτήρα ο οποίος λόγω έλλειψης προσοχής την οποία όφειλε να καταβάλει, σαν μέσος συνετός ιατρός της ειδικότητας του, δεν προέβλεψε το αποτέλεσμα των παραλείψεών του και δεν ενήργησε, σύμφωνα με τους κοινούς αναγνωρισμένους κανόνες της ιατρικής επιστήμης, όσον αφορά την επιλογή της μεθόδου και της συχνότητας παρακολούθησης της εγκύου – μητέρας, με ομάδα αίματος ρέζους Rh- (αρνητικού), που εγκυμονεί κίνδυνο προσβολής αιμολυτικής νόσου στο κυοφορούμενο. Αποτέλεσμα της ανωτέρω ιατρικής αμέλειας ήταν να γεννηθεί το ανήλικο τέκνο με εγκεφαλική παράλυση (σπαστική τετραπληγία). Συγκεκριμένα ο εναγόμενος ιατρός, αν και γνώριζε ότι η μητέρα είχε ομάδα αίματος Rhesus αρνητικό, το οποίο σήμαινε ότι υπήρχαν αυξημένες πιθανότητες να εμφανιστούν επιπλοκές κατά διάρκεια της δεύτερης εγκυμοσύνης και ειδικότερα να εκδηλωθεί στο νεογέννητο η λεγάμενη «αιμολυτική νόσος του εμβρύου», εντούτοις παρέλειψε να προβεί σε συνεχείς, επαναλαμβανόμενες εξετάσεις «Coombs». Εν προκειμένω η αγωγή κρίθηκε βάσιμη ως προς τον υποστάντα μόνιμη αναπηρία ανήλικο διάδικο, που εν προκειμένω εκπροσωπήθηκε από τους γονείς του ως ασκούντων την γονική μέριμνα – όχι όμως η ασκηθείσα από τους γονείς για τον εαυτό τους ατομικά και από την αδελφή του ανηλίκου.
Ηθική Βλάβη 400.000 ευρώ – Τετραπληγία
Ο ανήλικος από τη στιγμή της γέννησης του είναι αναγκασμένος να ζει καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι, λόγω της αναπηρίας του (τετραπληγία), που υπερβαίνει το ποσοστό 67%, ενώ παράλληλα πάσχει από εγκεφαλική παράλυση και ψυχοκινητική καθυστέρηση, εξαιτίας της οποίας είναι αναγκασμένος να υποβάλλεται συνεχώς σε εργοθεραπεία, λογοθεραπεία και φυσιοθεραπεία. Επιδικάσθηκε ποσό 400.000 ευρώ εξ ΑΚ 932.
Διαδίκου Ενηλικίωση (1)
Μετά την ενηλικίωση του ο ανήλικος, παρίσταται στο δικαστήριο, με το δικό του όνομα και παύει αυτοδικαίως η αντιπροσωπευτική εξουσία των νόμιμων αντιπροσώπων – γονέων του. Οι διαδικαστικές πράξεις που ενεργήθηκαν μετά την ενηλικίωση του τέκνου από τους γονείς του, όπως π.χ. η κλήση προς συζήτηση της υπόθεσης, κηρύσσονται από το δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως απαράδεκτες. Το ελάττωμα όμως αυτό θεραπεύεται, εφόσον οι παραπάνω διαδικαστικές πράξεις εγκριθούν ρητά ή σιωπηρά από τον ενηλικιωθέντα ανήλικο. Στη περίπτωση αυτή δεν μεσολαβεί αυτοδίκαιη διακοπή της δίκης.
Ένορκες Βεβαιώσεις (2)
Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου, (ως ιδιαίτερα αποδεικτικά μέσα), λαμβάνονται υπόψη το πολύ τρεις για κάθε πλευρά, εφόσον έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου, δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση. Στην περίπτωση που οι ένορκες βεβαιώσεις δίδονται στην αλλοδαπή, η προθεσμία κλητευσης του αντιδίκου είναι οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή. Για την αντίκρουση ένορκων βεβαιώσεων επιτρέπεται η προσκομιδή, πρόσθετων βεβαιώσεων, το πολύ ίσου αριθμού προς τις προσκομιζόμενες. Το όριο των τριών ενόρκων βεβαιώσεων ισχύει αθροιστικά και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας και για το σύνολο των αντικειμένων της δίκης που κάθε διάδικο μέρος αποσκοπεί να υποστηρίξει ή να αντικρούσει με τις ένορκες βεβαιώσεις, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της αντικειμενικής σώρευσης αγωγών (άρθρ. 218 Κ.Πολ.Δικ.) ή της ανταγωγής (άρθρ. 268 Κ.Πολ.Δικ.. Η προσκόμιση άνω των τριών ενόρκων βεβαιώσεων αποτελούν ανεπίτρεπτο αποδεικτικό μέσο και ως τέτοιο δεν λαμβάνεται υπόψη (άρθρου 270 παρ. 2 εδ. γ και δ του Κ.Πολ.Δικ).
Η επίκληση από τον διάδικο της ένορκης βεβαίωσης πρέπει να γίνεται με τις προτάσεις της συζητήσεως και να είναι ειδική, ούτως ώστε να προκύπτει από αυτή ο αριθμός, ο εξετασθείς μάρτυρας και ο εξετάσας και να καθορίζεται ότι έλαβε χώρα νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου ή ότι αυτός παραστάθηκε, οπότε στην τελευταία αυτή περίπτωση, η εκ της μη κλητεύσεως ακυρότητα θεραπεύεται.
Ασφαλιστική Σύμβαση Κάλυψης Αστικής – Ιατρικής Επαγγελματικής Ευθύνης
Προσεπίκληση Παρεμπιπτόντως Εναγομένης Ασφαλιστικής Εταιρίας
Ο εναγόμενος της κύριας αγωγής ιατρός είχε συνάψει με την προσεπικαλούμενη – παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρία, ασφαλιστική σύμβαση, για την κάλυψη της αστικής (ιατρικής), επαγγελματικής ευθύνηςτου απέναντι σε τρίτους, με ανώτατο όριο κάλυψης το ποσό των 58.694,06 ευρώ. Εφόσον έγινε μερικά δεκτή η κύρια αγωγή και δοθέντος ότι η κρίση περί εκάστης παρεμπίπτουσας αγωγής εδράζεται στην απόφαση επί της κύριας αγωγής (περί του ότι οι δύο αγωγές συνδέονται με τον δεσμό της συνάφειας), πρέπει να αναγνωριστεί ότι η προσεπικαλούμενη – παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία οφείλει να καταβάλει στον ανωτέρω ενάγοντα το ποσό των 58.694,06 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την καταβολή του σχετικού ποσού.
Σχόλια – Παρατηρήσεις
- Ενηλικίωση Διαδίκου
Νομίμως συνεχίζεται η βιαίως διακοπείσα δίκη ως προς τις ενηλικιωθείσες διαδίκους, με δηλώσεις τους περί επαναλήψεως της δίκης από αυτές, που έγιναν στο ακροατήριο του Δικαστηρίου πριν από την προφορική συζήτηση επί της ουσίας της υποθέσεως και καταχωρήθηκαν στα πρακτικά (άρθρα 286 περ. α, 63 παρ. 1, 287 παρ. 1, 290 Κ.Πολ.Δ και 127 ΑΚ). ΑΠ 1080/2009, ΕΣυγκΔ 2009/ 376
Εφόσον ενηλικιωθεί ο ανήλικος πριν περατωθεί η δίκη, γίνεται ικανός για κάθε δικαιοπραξία και για παράσταση στο δικαστήριο με το δικό του όνομα, συνεπώς παύει αυτοδικαίως η αντιπροσωπευτική εξουσία του νομίμου εκπροσώπου του και στο εξής χωρίς να μεσολαβήσει διακοπή της δίκης κατά το άρθρο 286 επ. ΚΠολΔ, συνεχίζεται πλέον η διαδικασία με τη συμμετοχή στη δίκη του ενηλικιωθέντος πλέον διαδίκου. Εφ.Λαρ.798/2010, ΕΣυγκΔ 2011/388
Διακοπή της δίκης κατ΄αρθρο 286 Κ.Πολ.Δ. συνεπεία μεταβολής στο πρόσωπο του διαδίκου επέρχεται μόνο αν η μεταβολή αυτή συμβεί μέχρι το πέρας της προφορικής συζήτησης, μετά την οποία εκδίδεται η οριστική απόφαση. Επομένως, μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου δεν επέρχεται διακοπή της δίκης με την ενηλικίωση κάποιου διαδίκου και πρέπει η κατά της απόφασης ασκούμενη έφεση να απευθυνθεί κατ΄αυτού του διαδίκου (ενηλικωθέντος) στο δικό του όνομα, αλλιώς η έφεση είναι απαράδεκτη. Εφ.Δωδ.323/2001, ΣΕΣυγκΔ 2003/225
2.Ένορκες Βεβαιώσεις
Όπως ήδη ρητά ορίζεται στο άρθρο 339 ΚΠολΔ, μετά την αντικατάσταση του με το άρθρο 36 του ν.3994/2011, οι ένορκες βεβαιώσεις, αποτελούν ιδιαίτερο και αυτοτελές αποδεικτικό μέσο, και πρέπει να μνημονεύεται στην απόφαση ότι λήφθηκαν υπόψη και ότι έχουν τηρηθεί οι νόμιμες προϋποθέσεις για τη λήψη τους, χωρίς να απαιτείται χωριστή αξιολόγηση καθεμίας από αυτές. Εάν έχουν ληφθεί με αφορμή άλλη δίκη και προσκομίζονται με επίκληση κατά τη συζήτηση της ένδικης αγωγής, δεν αποτελούν ιδιαίτερα αποδεικτικά μέσα και δεν απαιτείται ειδική μνεία αυτών στην απόφαση, αλλά αποτελούν απλά έγγραφα που συνεκτιμώνται για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, εκτός αν δόθηκαν για να χρησιμεύσουν ως αποδεικτικά μέσα στη συγκεκριμένη δίκη, οπότε δεν λαμβάνονται καθόλου υπόψη. Σε αυτή την περίπτωση αρκεί να βεβαιώνεται στην απόφαση ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα τα έγγραφα που επικαλέστηκαν και προσκόμισαν νόμιμα οι διάδικοι, ώστε να μην παραμένει καμία αμφιβολία ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα και το σχετικό έγγραφο της ένορκης βεβαίωσης. ΑΠ 800/2015, ΕΣυγκΔ 2016/29
Διαβάστε περισσότερα εδώ
Επιθεώρηση Συγκοινωνιακού Δικαίου – Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ο Σόλων