της Ελενας Ερμείδου
Οι υπερβολή στις ρυθμίσεις και τους εποπτικούς κανονισμούς, οι απαιτήσεις για υψηλά κεφαλαιακά αποθέματα, η διατήρηση των εγγυημένων χαρτοφυλακίων ζωής, και ταυτόχρονα η άνοδος στο λειτουργικού κόστος των επιχειρήσεων οδηγεί τις Ευρωπαϊκές ασφαλιστικές στην ‘αγκαλιά’ των αντασφαλιστών ζωής ή ακόμα και των funds που ψάχνουν για εξαγορές.
Σύμφωνα με την Moody’s, δεν θα αυξηθεί μόνο η ζήτηση για την αντασφάλιση Περιουσίας, όπως έγραψε την περασμένη εβδομάδα το IW.gr, αλλά και η ζήτηση για την αντασφάλιση Ζωής από τους Ευρωπαίους ασφαλιστές ζωής. Η Moody’s τονίζει ότι όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι ασφαλιστές θα θέλουν να αντασφαλίσουν τα παραδοσιακά εγγυημένα προγράμματα ζωής. Ειδικά αν, αυτά τα προγράμματα έχουν περάσει υπό τον έλεγχο των εποπτικών και ρυθμιστικών αρχών.
Ωστόσο, οι πωλήσεις αυτές εγείρουν πολλά ερωτήματα σε ό,τι αφορά την τύχη αυτών των χαρτοφυλακίων.
Φρένο από BaFin
Με αφορμή την αποτυχία της Zurich, τον περασμένο Ιανουάριο να πωλήσει το γερμανικό χαρτοφυλάκιο ζωής στην Viridium, το πλειοψηφικό πακέτο την οποίας ανήκει στην Cinven, επανήλθαν στο προσκήνιο οι δισταγμοί του Γερμανού επόπτη -της BaFin για τα προβλήματα που δύνανται να αντιμετωπίσουν οι ασφαλισμένοι των εγγυημένωνπρογραμμάτων ζωής, αν αυτά τα προγράμματα εξαγοραστούν από ιδιωτικά κεφάλαια.
Οι ασφαλιστικές στην Ελλάδα θα μπορούσαν να έχουν ένα τέτοιο πρόβλημα;
Η απάντηση δεν έχει δοθεί, αλλά πρόκειται για ένα σοβαρό ερώτημα που αργά ή γρήγορα μπορεί να αντιμετωπίσουν και οι ασφαλιστικές που κατέχουν εγγυημένα ζωής στην Ελλάδα.
Κέρδη θα γράψουν οι αντασφαλιστές το 2024
Τόσο από τις αντασφαλίσεις Περιουσίας και Ατυχημάτων όσο και από τις αντασφαλίσεις Ζωής και Υγείας το 2024 εκτιμάται ότι θα γράψουν κέρδη, ευνοούμενοι από την πτώση του πληθωρισμού, και την σταθεροποίηση των μεγάλων μισθολογικών αυξήσεων, λόγω της πτώσης του πληθωρισμού.