Τα δύο πρώτα εργαστηριακά επιβεβαιωμένα περιστατικά λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου, για την περίοδο μετάδοσης 2018, διαγνώστηκαν στη χώρα. Υπενθυμίζεται ότι ο ιός του Δυτικού Νείλου μεταδίδεται κυρίως μέσω του τσιμπήματος «κοινών» κουνουπιών που μολύνονται από άγρια πτηνά, ενώ οι άνθρωποι δεν μεταδίδουν περαιτέρω τον ιό σε άλλα κουνούπια.
Αξίζει να σημειωθεί πως στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι ασθενείς παραμένουν ασυμπτωματικοί ή έχουν ήπια συμπτωματολογία, ενώ οι πιο σοβαρές εκδηλώσεις της νόσου, όπως π.χ. εγκεφαλίτιδα, αφορούν συνήθως άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, καθώς και άτομα με χρόνια υποκείμενα νοσήματα. Όσο για τα δύο άτομα που προσβλήθηκαν, το ΚΕΕΛΠΝΟ αναφέρει πως νοσηλεύονται σε σταθερή κατάσταση.
Οι ασθενείς που καταγράφηκαν είναι κάτοικοι αστικής περιοχής της Περιφερειακής Ενότητας Δυτικής Αττικής. Οι λοιμωξιολόγοι επισημαίνουν, πάντως, ότι οι περιοχές κυκλοφορίας του ιού κατά την τρέχουσα περίοδο δεν μπορούν να προβλεφθούν με ασφάλεια, καθώς η επιδημιολογία του ιού καθορίζεται από πολλούς παράγοντες. Ως εκ τούτου, συνιστούν να λαμβάνονται συστηματικά μέτρα ατομικής προστασίας από κουνούπια, σε όλη την επικράτεια.
Τα μέτρα ατομικής προστασίας από τα κουνούπια περιλαμβάνουν τη χρήση εγκεκριμένων δραστικών εντομοαπωθητικών ουσιών σώματος και περιβάλλοντος, σητών, κουνουπιέρων, κλιματιστικών, ανεμιστήρων κλπ. Επιπρόσθετα, συνιστάται να λαμβάνονται μέτρα για τη μείωση των εστιών αναπαραγωγής των κουνουπιών, που περιλαμβάνουν αποφυγή δημιουργίας λιμναζόντων νερών σε μπαλκόνια, αυλές και χωράφια, απομάκρυνση των στάσιμων νερών με αναποδογύρισμα ή κάλυψη όλων των δοχείων/ περιεκτών που συγκρατούν νερό (π.χ. κάλυψη με σίτα των αγωγών εξαερισμού των βόθρων) ή με τακτικό άδειασμα του νερού (τουλάχιστον κάθε επτά ημέρες).
Στο μεταξύ, το ΚΕΕΛΠΝΟ έχει ενημερώσει ήδη από το Μάιο τους επαγγελματίες υγείας πανελλαδικά για την ανάγκη εγρήγορσής τους για την πρώιμη διάγνωση περιστατικών, με στόχο την έγκαιρη εφαρμογή στοχευμένων μέτρων απόκρισης και πρόληψης. Ταυτόχρονα, σε συνεργασία με το Υπουργείο Υγείας παρακολουθεί την εξέλιξη της επιδημιολογίας της νόσου στη χώρα και βρίσκεται σε επικοινωνία και συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές, για την εφαρμογή των ενδεικνυόμενων μέτρων πρόληψης.