του κ. Πάνου Τσακλόγλου, υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων
*από το περιοδικό Insurance World
Η μεταρρύθμιση της επικουρικής ασφάλισης που ψηφίστηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο (ν. 4826/2021) εισάγει σειρά καινοτομιών. Η Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή του νέου Ταμείου εργάζεται με συστηματικό τρόπο από την επόμενη ημέρα της ψήφισης του νόμου, ώστε από την αρχή της νέας χρονιάς να ξεκινήσει η λειτουργία του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ).
Βασική καινοτομία του νέου συστήματος είναι ότι οι εισφορές των εντασσόμενων από την 1η Ιανουαρίου 2022 στο ΤΕΚΑ θα σωρεύονται σε ατομικούς λογαριασμούς και θα επενδύονται. Η παρεχόμενη –αναλογιστικά ουδέτερη– σύνταξη θα αντιστοιχεί στις εισφορές του εργαζομένου και τις αποδόσεις των επενδύσεών του. Η εμπειρία χωρών στις οποίες λειτουργούν εδώ και δεκαετίες κεφαλαιοποιητικά συστήματα ασφάλισης δείχνει ότι, για δεδομένες εισφορές, το ύψος σύνταξης που παρέχουν είναι υψηλότερο σε σύγκριση με τα διανεμητικά συστήματα ασφάλισης, ιδίως αυτά γερασμένων κοινωνιών, όπως η ελληνική.
Η εισαγωγή κεφαλαιοποιητικών στοιχείων στην επικουρική και, κατά συνέπεια, στην κοινωνική ασφάλιση έχει ως στόχο τη διασπορά του ασφαλιστικού κινδύνου στο σύνολο της κοινωνικής ασφάλισης. Με τη μεταρρύθμιση η επίδραση του –ιδιαίτερα υψηλού στην περίπτωση της χώρας μας– δημογραφικού κινδύνου μετριάζεται.
Οι ασφαλισμένοι του νέου συστήματος θα λαμβάνουν τρεις συντάξεις: Εθνική, Ανταποδοτική και Επικουρική. Αυτές υπόκεινται σε διαφορετικούς κινδύνους: Δημοσιονομικό, Δημογραφικό και Αγορών, αντιστοίχως. Λόγω του ότι οι κίνδυνοι αυτοί δεν έχουν πολύ υψηλή θετική συσχέτιση, ο συνολικός κίνδυνος μειώνεται και αυτό βελτιώνει τη σταθερότητα ολόκληρου του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.
Το ΤΕΚΑ θα λειτουργεί όχι μόνο ως διαχειριστής, αλλά και ως θεματοφύλακας των συμφερόντων των ασφαλισμένων. Στο πλαίσιο αυτό, οι επενδύσεις θα πραγματοποιούνται έχοντας ως πρωταρχικό κριτήριο το βέλτιστο συμφέρον των ασφαλισμένων, με γνώμονα την ασφάλεια, την ποιότητα και την κερδοφορία του χαρτοφυλακίου. Τμήμα των ασφαλιστικών εισφορών θα επενδύεται στην εγχώρια οικονομία. Υψηλότερες επενδύσεις συνεπάγονται υψηλότερη παραγωγικότητα, υψηλότερους μισθούς και περισσότερες θέσεις απασχόλησης. Αυτά, με τη σειρά τους, οδηγούν σε υψηλότερα φορολογικά έσοδα και υψηλότερες εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, δηλαδή υψηλότερα δημοσιονομικά έσοδα.
Στο νέο σύστημα ο εργαζόμενος θα έχει ισχυρά αντικίνητρα για συμμετοχή σε αδήλωτη εργασία, καθώς θα κατανοεί πως όσο εργάζεται ανασφάλιστος το ποσό που σωρεύεται και επενδύεται στον ατομικό του λογαριασμό θα είναι χαμηλότερο, με προφανείς αρνητικές συνέπειες για την ευημερία του κατά την περίοδο της συνταξιοδότησής του.
Η διαφάνεια είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του νέου Ταμείου. Κάθε ασφαλισμένος θα έχει τη δυνατότητα άμεσης ηλεκτρονικής πληροφόρησης για τον ατομικό του λογαριασμό, όπου θα αποτυπώνονται οι εισφορές και οι αποδόσεις των επενδύσεών του.
Σύμφωνα με τον νόμο, η Διοίκηση του ΤΕΚΑ θα διορίζεται με αυστηρά κριτήρια επαγγελματικών δεξιοτήτων, επιστημονικής κατάρτισης και επαγγελματικής εμπειρίας, με ανοικτές και διαφανείς διαδικασίες. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου προεπιλέγονται από ανεξάρτητο Συμβούλιο Επιλογής που αποτελείται από έναν υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, τον πρόεδρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, τον πρόεδρο του ΑΣΕΠ, τον γενικό διευθυντή του ΟΔΗΧ και έναν καθηγητή ΑΕΙ που εξειδικεύεται σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης. Κατόπιν, το Διοικητικό Συμβούλιο επιλέγει τον διευθύνοντα σύμβουλο του Ταμείου με ανοικτές διαδικασίες και αξιοκρατικά κριτήρια.
Συμπερασματικά, ο νόμος για την «Ασφαλιστική μεταρρύθμιση για τη νέα γενιά» έχει βαθιά προνοητικό χαρακτήρα, με μακρόπνοο ορίζοντα και με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.