Η ελληνική ασφαλιστική αγορά –όπως και η χώρα στο σύνολό της– βρίσκεται σε μια περίοδο μεγάλων αλλαγών. Η Ελλάδα, μπαίνοντας στον όγδοο χρόνο της οικονομικής κρίσης, βρίσκεται αντιμέτωπη με μεγάλα προβλήματα και προκλήσεις, που θα καθορίσουν την επόμενη ημέρα για τη χώρα και τους πολίτες της.
Μέσα σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον, η ζωή του πολίτη έχει αλλάξει δραματικά. Πράγματα που χρόνια θεωρούσαμε δεδομένα και σίγουρα καταρρίπτονται, και όλοι ψάχνουμε λύσεις για τα καθημερινά ζητήματα, αυτά που επηρεάζουν τη ζωή μας.
Ένα πολύ σημαντικό και δύσκολο ζήτημα, που βρίσκεται στην επικαιρότητα λόγω της μεγάλης κοινωνικής του σημασίας, καθώς αγγίζει όλους μας, είναι το ασφαλιστικό. Είναι αλήθεια πως για πολλά χρόνια βασιζόμασταν αποκλειστικά στο κράτος για τη σύνταξη και την υγεία μας, και είναι πολύ λογικό αυτό, καθώς οι παροχές που προσέφερε το κράτος ήταν πολύ μεγάλες.
Όμως, σήμερα τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Η δύσκολη οικονομική κατάσταση που βιώνουμε έχει δώσει ξεκάθαρα το μήνυμα ότι στον 21ο αιώνα, με τα δεδομένα και τις συνθήκες που επικρατούν, οι πολίτες δεν μπορούν πλέον να τα περιμένουν όλα από το κράτος. Στην Ελλάδα, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες, οι παροχές του κοινωνικού κράτους στις συντάξεις και την υγεία περιορίζονται λόγω πολυάριθμων παραγόντων, όπως η γήρανση του πληθυσμού, τα μειωμένα έσοδα των Ταμείων λόγω της αύξησης της ανεργίας, της εισφοροδιαφυγής, της επίδρασης της οικονομικής κρίσης κ.ά.
Άρα, πρέπει να βρούμε τρόπους να συμπληρώσουμε τις παροχές του κράτους. Κι εδώ να σημειώσω πως είναι αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι η κοινωνική ασφάλιση αποτελεί τη βάση του ασφαλιστικού μας συστήματος και κοινωνικό κεκτημένο. Η ιδιωτική ασφάλιση δεν υποκαθιστά τις κοινωνικές παροχές, δεν ανταγωνίζεται το κράτος, αλλά λειτουργεί συμπληρωματικά προς την κοινωνική ασφάλιση, ώστε ο πολίτης με τον συνδυασμό των δύο να διασφαλίσει τελικά ένα ικανοποιητικό επίπεδο παροχών.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τις συντάξεις. Όλοι γνωρίζουμε πως τα επίπεδα των συντάξεων μειώνονται συνεχώς, λόγω της αδυναμίας του κράτους να ανταποκριθεί οικονομικά. Όποια μεταρρύθμιση έχει γίνει ή σχεδιάζεται μέχρι σήμερα περιορίζεται στον λεγόμενο «πρώτο πυλώνα» του συνταξιοδοτικού συστήματος, την κοινωνική ασφάλιση. Αυτό όμως σίγουρα δεν είναι αρκετό για να υπάρχει ένα επαρκές συνταξιοδοτικό εισόδημα.
Είκοσι τρεις από τις 29 χώρες της ΕΕ που αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα έχουν εισαγάγει τη λύση ενός συνταξιοδοτικού συστήματος τριών πυλώνων με τη συνεργασία του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Τη λύση αυτή, που έχει λειτουργήσει αποτελεσματικά στις άλλες χώρες, προτείνει και η ελληνική ασφαλιστική αγορά.
Ο πρώτος πυλώνας, η κοινωνική ασφάλιση, είναι υποχρεωτικός και παρέχει ένα δίχτυ ασφαλείας με την εγγύηση του Δημοσίου για όλους τους πολίτες: έναν δείκτη χαμηλό, μη ανταποδοτικό, αναδιανεμητικό, δείκτη κοινωνικής αλληλεγγύης, όπως άλλωστε οφείλει να κάνει κάθε πολιτισμένο κράτος.
Ο δεύτερος πυλώνας περιλαμβάνει τα επαγγελματικά ταμεία, είναι συνήθως υποχρεωτικός, χρηματοδοτείται από τον εργαζόμενο και τον εργοδότη, ενώ και ο τρίτος πυλώνας είναι ιδιωτικός και παρέχει ατομικές συντάξεις. Όλο αυτό το σύστημα λειτουργεί μέσα σε ένα αυστηρό θεσμικό πλαίσιο, που εποπτεύεται από την Πολιτεία.
Στον δεύτερο και στον τρίτο πυλώνα, το σύστημα είναι ιδιωτικό, κεφαλαιοποιητικό και ανταποδοτικό, με επιλογές στα χέρια του εργαζόμενου ασφαλισμένου.
Παρόμοια προσέγγιση –συνεργασία δηλαδή με τον ιδιωτικό τομέα– γίνεται στα περισσότερα κράτη και στον τομέα της υγείας, ο οποίος, όπως και οι συντάξεις, αντιμετωπίζει προβλήματα βιωσιμότητας και επάρκειας στις παροχές της περίθαλψης.
Με στόχο «να μοιράσουν το βάρος», πολλές χώρες προχώρησαν σε μοντέλα σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα με διάφορα σχήματα, όπως: συμπληρωματικότητα (βλ. Γαλλία, Βέλγιο), ανάθεση στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις της διαχείρισης της περίθαλψης και της ασφάλισης υγείας (βλ. Ολλανδία).
Στην Ελλάδα, τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το σύστημα υγείας είναι γνωστά σε όλους, και η κατάσταση έχει γίνει ακόμη πιο δύσκολη τα τελευταία χρόνια της οικονομικής κρίσης.
Και σε αυτόν τον τομέα δεν έχει γίνει ουσιαστικά προσπάθεια συνεργασίας με τις ασφαλιστικές εταιρείες, η τεχνογνωσία και εμπειρία των οποίων στην ασφάλιση υγείας είναι αναγνωρισμένη στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες.
Αναγνωρίζοντας την ανάγκη για ενίσχυση των παροχών, αρκετοί πολίτες στρέφονται ιδιωτικά προς την ασφαλιστική αγορά, για να εξασφαλίσουν την περίθαλψή τους σε ένα ενδεχόμενο πρόβλημα υγείας και την πρόσβαση στα ιδιωτικά νοσηλευτήρια της χώρας. Η ελληνική ασφαλιστική αγορά προσφέρει μεγάλη ποικιλία προγραμμάτων υγείας για όλες τις ανάγκες και τις δυνατότητες, προσπαθώντας να «παντρέψει» την αυξανόμενη ανάγκη για ασφάλιση με τα περιορισμένα οικονομικά διαθέσιμα των πολιτών.
Αντιλαμβάνεται κανείς πως η ασφαλιστική αγορά έχει ένα διευρυμένο και σημαντικό ρόλο να παίξει στην κοινωνία. Με τα σημερινά δεδομένα προσφέρουμε στο κοινωνικό σύνολο 3 δισ. ετησίως σε αποζημιώσεις, 12 δισ. σε επενδύσεις, 500 εκατ. σε φόρους και 25.000 θέσεις εργασίας.
Γιατί όμως να περιοριζόμαστε σε αυτά όταν μπορούμε πολύ περισσότερα, ποιοτικά και ποσοτικά, εφόσον λυθούν τα προβλήματα και προχωρήσουν τα θέματα που προαναφέρθηκαν;
Απαραίτητη προϋπόθεση βέβαια είναι η αξιοπιστία, καθώς όταν ο πολίτης εμπιστεύεται μια ασφαλιστική επιχείρηση, θέλει να ξέρει πως θα είναι εκεί για αυτόν όταν τη χρειαστεί.
Η αξιοπιστία της ασφαλιστικής αγοράς καθορίζεται από δύο παράγοντες: το κανονιστικό πλαίσιο και την εποπτεία. Από την 1η Ιανουαρίου του 2016 έχει τεθεί σε εφαρμογή το Solvency II, που αποτελεί το νέο πανευρωπαϊκό κανονιστικό και εποπτικό πλαίσιο του ασφαλιστικού κλάδου, που συνεπάγεται αναβαθμισμένη αξιοπιστία στον ασφαλιστικό χώρο, επιβάλλοντας αυστηρότατους κανόνες στη λειτουργία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων.
Κύριο στόχο του νέου εποπτικού πλαισίου αποτελεί η απόλυτη διασφάλιση της προστασίας των ασφαλισμένων, μέσω της ενίσχυσης της αξιοπιστίας και της φερεγγυότητας της ασφαλιστικής αγοράς.
Προς επίτευξη του στόχου αυτού, το Solvency II απαιτεί περισσότερα κεφάλαια από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, επιβάλλει νέους κανόνες και διαδικασίες στην εταιρική διακυβέρνηση και ενισχύει τη διαφάνεια.
Το Solvency II, σε συνδυασμό με την αυστηρή εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος, θωρακίζει την αξιοπιστία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που λειτουργούν στην Ελλάδα και διασφαλίζει την προστασία των ασφαλισμένων, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για την ενίσχυση του ρόλου της ιδιωτικής ασφάλισης σε βασικούς τομείς, όπως οι συντάξεις και η υγεία.
Εν κατακλείδι, αν μπορούσα να περάσω ένα μήνυμα στους πολίτες, αυτό θα ήταν πως τα «κλειδιά» για τις σωστές αποφάσεις σε ένα περιβάλλον που αλλάζει συνεχώς είναι η ενημέρωση και η υπευθυνότητα.
Σωστή ενημέρωση για το τι ισχύει, τι δικαιούμαστε και τι μπορούμε να περιμένουμε από το κράτος. Υπευθυνότητα, ώστε να αναγνωρίσουμε την ευθύνη που μας αναλογεί και να πάρουμε εμείς οι ίδιοι τις αποφάσεις που θα διασφαλίσουν το μέλλον μας ως πολίτες, οικογενειάρχες και επαγγελματίες.
Η ασφαλιστική αγορά βρίσκεται στο πλευρό του σύγχρονου πολίτη, βοηθώντας τον να προγραμματίσει το μέλλον του και να πάρει τη ζωή του στα χέρια του.