Αν περιμένετε ένα φίλο σας ή συνάδελφο ή ακόμη κι αν περιμένετε για μια επίσκεψη στο γιατρό, πόσος χρόνος νομίζετε ότι χρειάζεται μέχρι να ελέγξετε το τηλέφωνό σας; Δύο λεπτά; Τρία; Πείραμα που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της Kaspersky Lab από το Πανεπιστήμιο του Würzburg και το Πανεπιστήμιο Nottingham-Trent, έδειξε ότι οι συμμετέχοντες που έμειναν μόνοι τους σε μια αίθουσα αναμονής άντεξαν κατά μέσο όρο μόλις 44 δευτερόλεπτα, πριν αγγίξουν το smartphone τους. Οι άνδρες δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν ούτε καν το μισό αυτού του χρόνου, περιμένοντας κατά μέσο όρο μόλις 21 δευτερόλεπτα, σε σύγκριση με τις γυναίκες που «άντεξαν» 57 δευτερόλεπτα.
Για να εμβαθύνουν στην σχέση των ανθρώπων με τις ψηφιακές συσκευές, οι ερευνητές ρώτησαν μετά από δέκα λεπτά τους συμμετέχοντες πόση ώρα πίστευαν ότι είχε περάσει πριν πάρουν το κινητό στα χέρια τους. Οι περισσότεροι απάντησαν μεταξύ δύο και τριών λεπτών, αναδεικνύοντας μια σημαντική αποσύνδεση μεταξύ της αντιλαμβανόμενης και της πραγματικής συμπεριφοράς μας.
Πρόσθετη έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τα παραπάνω Πανεπιστήμια δείχνει ότι αυτή η μανία να ελέγχουμε τα τηλέφωνά μας θα μπορούσε να είναι αποτέλεσμα του «φόβου μην χάσουμε κάτι» (Fear Of Missing Out ή FOMO), όταν δε βρισκόμαστε online. Σε μία συνοδευτική έρευνα, οι συμμετέχοντες που χρησιμοποιούσαν τα τηλέφωνά τους πιο έντονα έφταναν υψηλότερα επίπεδα FOMO.
Επίσης, η μελέτη διαπίστωσε ότι όσο περισσότερο χρησιμοποιούμε τα τηλέφωνά μας, τόσο πιο αγχωμένοι γινόμαστε. Αλλά παραδόξως, όταν οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν σχετικά με τη συνολική ευτυχία τους δεν υπήρχε καμία διαφορά μεταξύ «ελαφρών» και «βαρέων» χρηστών. Έτσι, η πίεση που προκαλείται από τη χρήση smartphone δεν φαίνεται να έχει σημαντική επίδραση στην ευημερία μας γενικότερα.
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίας δεκάλεπτης αναμονής, οι συμμετέχοντες χρησιμοποίησαν το smartphone τους σχεδόν το μισό χρόνο (πέντε λεπτά),κατά μέσο όρο . Όπως έχει δείξει παλαιότερη έρευνα της Kaspersky Lab, πλέον βασιζόμαστε σε μεγάλο βαθμό στις φορητές συσκευές και τις χρησιμοποιούμε συχνά ως προέκταση του εγκεφάλου μας, ώστε να μη χρειάζεται να θυμόμαστε διάφορα πράγματα. Για παράδειγμα, η πλειοψηφία των ερωτηθέντων δεν μπορούσε να θυμηθεί τον τηλεφωνικό αριθμό του συντρόφου του, αλλά μπορούσε ακόμη να θυμάται τον αριθμό του πατρικού σπιτιού του.