Οι πρόσφατοι καύσωνες που επηρεάζουν την Ευρώπη, τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες περιοχές του Βόρειου Ημισφαιρίου είναι ένα σαφές σημάδι των αυξανόμενων φυσικών κινδύνων που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή. Οι ακραίες θερμοκρασίες, πολύ πάνω από τους εποχιακούς μέσους όρους, θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία, το περιβάλλον και την παγκόσμια οικονομία. Σύμφωνα με δεδομένα από την Υπηρεσία Κλιματικής Αλλαγής Copernicus/ECMWF, το 2024 ήταν το πιο ζεστό έτος που έχει καταγραφεί, ενώ ο Μάιος του 2025 ήταν ο δεύτερος πιο ζεστός Μάιος συνολικά. Οι προβλέψεις δείχνουν ότι, λόγω ενός επίμονου καύσωνα, οι θερμοκρασίες θα συνεχίσουν να αυξάνονται σε πολλές περιοχές.
Σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη της Allianz Trade, του κορυφαίου παρόχου Ασφάλισης Εμπορικών Πιστώσεων παγκοσμίως, οι υψηλές θερμοκρασίες μειώνουν σημαντικά την παραγωγικότητα της εργασίας και έχουν αξιοσημείωτη επίδραση στην οικονομική ανάπτυξη. Ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας εκτιμά απώλεια -2,2% των παγκόσμιων δυνητικών ωρών εργασίας λόγω θερμικής καταπόνησης — ισοδύναμη με εργασία περίπου 80 εκατομμυρίων θέσεων πλήρους απασχόλησης. Το 2021, σύμφωνα με το The Lancet Countdown, χάθηκαν 470 δισεκατομμύρια ώρες εργασίας, μια αύξηση 37% σε σύγκριση με το μέσο όρο της δεκαετίας του 1990. Οι εργαζόμενοι στις αναπτυσσόμενες χώρες επηρεάζονται περισσότερο, λόγω μεγαλύτερης έκθεσης και χειρότερων συνθηκών στέγασης. Έχει παρατηρηθεί ότι η ικανότητα για φυσική εργασία μειώνεται κατά 40% στους 32°C και μειώνεται κατά τα δύο τρίτα στους 38°C.
Εξαιτίας αυτού, οι αναλυτές της Allianz Trade προβλέπουν απώλεια -0,5% του ΑΕΠ για την Ευρώπη το 2025 και -0,6% παγκοσμίως. Στην Ισπανία, η απώλεια αναμένεται να είναι -1,4%, στην Ιταλία -1,2%, στην Ελλάδα -1,1%, ενώ η Γαλλία και η Γερμανία προβλέπεται να δουν απώλειες του ΑΕΠ -0,3% και -0,1%, αντίστοιχα.
«Οι καύσωνες παραλύουν την οικονομία» σημειώνει η Jasmin Gröschl, Senior Economist στην Allianz SE. «Συνολικά, οι άνθρωποι εργάζονται λιγότερο. Μια ημέρα με θερμοκρασίες πάνω από 32 βαθμούς Κελσίου είναι περίπου ισοδύναμη με μισή ημέρα απεργίας. Αυτό μπορεί αρχικά να είναι οικονομικά διαχειρίσιμο σε μεμονωμένες περιπτώσεις, αλλά με την αυξανόμενη κλιματική αλλαγή, τόσο η συχνότητα όσο και η ένταση τέτοιων γεγονότων αυξάνονται. Οι καύσωνες, οι ξηρασίες και οι πυρκαγιές γίνονται το “νέο φυσιολογικό”, στο οποίο η οικονομία πρέπει να προσαρμοστεί για να αποφύγει σοβαρές μακροπρόθεσμες απώλειες.»
Οι καύσωνες μπορεί να έχουν μόνο προσωρινές επιπτώσεις στην παραγωγή, και είναι πιθανή μια μερική ανάκαμψη στους τομείς της μεταποίησης και των υπηρεσιών, αλλά οι απώλειες στη γεωργία και σε ορισμένους τομείς των υποδομών τείνουν να παραμένουν. «Το καλό νέο είναι ότι μπορούμε να προετοιμαστούμε για τους καύσωνες, τόσο σωματικά όσο και οικονομικά» προσθέτει η Gröschl. «Διότι, σε αντίθεση με πολλούς άλλους φυσικούς κινδύνους, οι καύσωνες είναι προβλέψιμοι.»