Στο μικροσκόπιο των πραγματογνωμόνων όλου του είδους οι ζημιές

Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ ασφαλισμένου και ασφαλιστικής εταιρείας για το ποσό της αποζημίωσης, προβλέπεται από το σχετικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο η διαδικασία της διαιτησίας

Από την Έλενα Ερμείδου

Η έννοια της πραγματογνωμοσύνης είναι ευρεία. Ανάλογα με τον σκοπό και το αντικείμενο της πραγματογνωμοσύνης, εμπλέκονται διαφόρων ειδών επιστημονικά πεδία και ειδικότητες. Εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε τις διαφορές μεταξύ μιας πραγματογνωμοσύνης που εξετάζει ένα αεροπορικό ατύχημα, εκείνης που εξετάζει τη γνησιότητα μιας υπογραφής ενός σημαντικού συμβολαίου ή της πραγματογνωμοσύνης που ασχολείται με τα αίτια κατάρρευσης μιας γέφυρας.

Σε ό,τι αφορά στον ασφαλιστικό κλάδο και σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία, οι πραγματογνωμοσύνες –ασφαλιστικές πραγματογνωμοσύνες σε σχέση με την ευρεία έννοια– σχετίζονται με εξέταση και εκτίμηση ζημιών ή απωλειών και καθορισμό της οφειλόμενης αποζημίωσης. Δηλαδή, σύμφωνα πάντα με τη νομοθεσία, ο σκοπός της πραγματογνωμοσύνης είναι ασφαλιστικού περιεχομένου και προορίζεται για ασφαλιστική χρήση, δεδομένου του ότι αναφέρεται σε καθορισμό ασφαλιστικής αποζημίωσης. Παράλληλα, μέσα από τη νομοθεσία καθορίζεται και το αντικείμενο της πραγματογνωμοσύνης, το οποίο σχετίζεται με την οικονομική αποτίμηση των ασφαλισμένων ζημιών και απωλειών. Επιπλέον, οι πραγματογνώμονες ενεργούν αμερόληπτα, ανεξάρτητα και χωρίς προκατάληψη.

Οι ασφαλιστικοί κλάδοι είναι αρκετοί και διαφορετικοί και συμπεριλαμβάνουν ασφαλίσεις προσώπων (συνταξιοδοτικές, νοσοκομειακές ασφαλίσεις κ.λπ.), ασφαλίσεις περιουσίας, ασφαλίσεις αστικής ευθύνης, ταξιδιωτικές ασφαλίσεις κ.λπ. Οι ασφαλιστικές πραγματογνωμοσύνες, σύμφωνα με το ανωτέρω νομοθετικό πλαίσιο, σχετίζονται κατά βάση με τις περιπτώσεις στις οποίες υπάρχουν υλικές ζημιές με ή όχι συνεπακόλουθη απώλεια κερδών –στις υλικές ζημιές συμπεριλαμβάνονται τα τροχαία, αεροπορικά, σιδηροδρομικά και ναυτικά ατυχήματα–, σωματικές βλάβες ή θάνατος ή αμιγώς οικονομικές απώλειες.

Ανάλογα με τον ασφαλιστικό κλάδο, τις προσφερόμενες ασφαλιστικές καλύψεις του σχετικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου, αλλά και το ύψος της οικονομικής αξίωσης για αποζημίωση, επιλέγεται ή όχι ανάθεση διερεύνησης της υπόθεσης σε πραγματογνώμονα.

Πάντως, ως γενικό κανόνα, θα λέγαμε πως κατά το μεγαλύτερο ποσοστό οι ζημιές αποζημιώνονται κατόπιν πραγματογνωμοσύνης.

Έρευνα συνθηκών και προσδιορισμός ατυχήματος

Γενικά μιλώντας, η έρευνα ατυχήματος είναι κάτι παραπάνω από επάγγελμα. Είναι περισσότερο τέχνη, παρά επιστήμη, και απαιτεί μεγάλη αφοσίωση και χρόνο. Χρειάζεται συνεχή μελέτη και ανάλυση των πληροφοριών του ατυχήματος.

Όπως είδαμε και πιο πάνω, ο σκοπός της πραγματογνωμοσύνης και το αντικείμενο αυτής καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό το πλαίσιο της έρευνας. Ακόμη κι αν το αντικείμενο της πραγματογνωμοσύνης παραμένει το ίδιο, όταν αλλάζει ο σκοπός της πραγματογνωμοσύνης, μεταβάλλονται σημαντικά τα χαρακτηριστικά της έρευνας.

Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι το αντικείμενο της πραγματογνωμοσύνης είναι ένα πολύνεκρο θανατηφόρο τροχαίο ατύχημα. Κατά την έρευνα των συνθηκών και των αιτιών, μεταβάλλεται η σπουδαιότητα και η βαρύτητα των

επιμέρους παραγόντων ανάλογα με τον σκοπό της πραγματογνωμοσύνης. Δηλαδή είναι άλλες οι παράμετροι που έχουν πρωτεύουσα σημασία αν ο σκοπός της έρευνας είναι η δικαστική χρήση και άλλες αν ο σκοπός της πραγματογνωμοσύνης είναι η αναθεώρηση των τεχνικών προδιαγραφών κατασκευής των οδών και των οχημάτων.

Στην πρώτη περίπτωση, σίγουρα πρέπει, στο πλαίσιο της έρευνας, να γίνει τοξικολογική ανάλυση των εμπλεκομένων, ενώ στη δεύτερη πρέπει οπωσδήποτε να ληφθούν δείγματα των υλικών κατασκευής του οδοστρώματος.

Υπό αυτό πρίσμα, η έρευνα των συνθηκών και ο προσδιορισμός των αιτιών της ασφαλιστικής πραγματογνωμοσύνης διαφοροποιούνται ανάλογα με τον ασφαλιστικό κλάδο, τις προσφερόμενες ασφαλιστικές καλύψεις του σχετικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου, αλλά και το ύψος της οικονομικής αξίωσης για αποζημίωση.

Ωστόσο, είναι γενικά παραδεκτό πως η έρευνα περιλαμβάνει:

· Επιθεώρηση του τόπου του ατυχήματος, κατά την οποία, μεταξύ άλλων, καταγράφονται και αποτυπώνονται στοιχεία, ίχνη και πληροφορίες, λαμβάνονται μαρτυρίες, δείγματα και φωτογραφίες ή βίντεο.

· Συγκέντρωση, μελέτη και ανάλυση πλήθους εγγράφων, όπως τεχνικών προδιαγραφών, οικονομικών στοιχείων, μετεωρολογικών δεδομένων κ.λπ.

Εκτίμηση των αξιών και προσδιορισμός του κόστους αποκατάστασης ζημιών βάσει των όρων του συμβολαίου

Υπάρχουν ορισμένες κοινές και βασικές αρχές που διέπουν την εκτίμηση των ασφαλισμένων ζημιών, αλλά και αρκετές διαφοροποιήσεις στον τρόπο εκτίμησης, ανάλογα με τον ασφαλιστικό κλάδο και τις προσφερόμενες ασφαλιστικές καλύψεις του σχετικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου.

Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να διευκρινίσουμε πως είναι διαφορετική η έννοια της εκτίμησης μιας ζημιάς ή απώλειας και διαφορετική η έννοια της αποζημίωσης.

Ωστόσο, ως γενικό κανόνα, αναφέρουμε πως η εκτίμηση των ζημιών –και κατ’ επέκταση η αποζημίωση– διέπεται από την αρχή περί μη πλουτισμού, δηλαδή κάποιος μετά από ένα ατύχημα δεν μπορεί να γίνει πλουσιότερος από ό,τι ήταν πριν. Ουσιαστικά, η αποζημίωση επαναφέρει τον ασφαλισμένο στην ίδια οικονομική θέση που βρισκόταν ακριβώς πριν τη ζημιά.

Αξίζει να αναφερθεί πως για τον καθορισμό της αποζημίωσης υπάρχουν κανόνες που υπαγορεύονται και από τη νομοθεσία, όπως για παράδειγμα στις ασφαλίσεις περιουσίας, όπου προβλέπεται ο κανόνας της υπασφάλισης, και στις ασφαλίσεις διεθνών οδικών μεταφορών, που διέπονται από τη σύμβαση CMR, βάσει της οποίας προβλέπεται ανώτατο όριο ευθύνης του μεταφορέα.

Αναφερόμενοι στις ασφαλίσεις που άπτονται περιπτώσεων υλικών ζημιών, περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο προσδιορισμός της αξίας του αντικειμένου που ζημιώθηκε/απωλέσθηκε, παρά ο προσδιορισμός του κόστους αποκατάστασης των ζημιών.

Διαιτησία σε περίπτωση ασυμφωνίας και διευθέτηση διαφοράς

Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ ασφαλισμένου και ασφαλιστικής εταιρείας για το ποσό της αποζημίωσης, προβλέπεται από το σχετικό ασφαλιστήριο συμβόλαιο η διαδικασία της διαιτησίας.

Η διαιτησία είναι ενδιάμεσο στάδιο πριν τη δικαστική διαμάχη. Η διαιτησία έχει το πλεονέκτημα της ταχύτερης διευθέτησης της διαφοράς και του χαμηλότερου διαχειριστικού κόστους, λόγω του ότι είναι πιο ευέλικτη σε σχέση με τη δικαστική επίλυση της διαφοράς.

Υπάρχουν ορισμένες διαφορές στη διαδικασία, ανάλογα με το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, όμως σε γενικές γραμμές η διαδικασία είναι η ακόλουθη: Κάθε συμβαλλόμενο μέρος δικαιούται να ζητήσει εγγράφως τη διαιτητική επίλυση της διαφοράς προτείνοντας έναν διαιτητή και καλώντας το έτερο μέρος να ορίσει τον διαιτητή του μέσα σε συγκεκριμένη προθεσμία.

Το μέρος στο οποίο απευθύνεται η κλήση οφείλει μέσα στην οριζόμενη προθεσμία να ανακοινώσει σε εκείνο που το καλεί τον διαιτητή που αυτό ορίζει. Σε αντίθετη περίπτωση, ο έτερος διαιτητής διορίζεται από το ειρηνοδικείο του τόπου της διαιτησίας, ύστερα από σχετική αίτηση.

Προσδιορίζεται το αντικείμενο της διαιτησίας, που συνήθως είναι:

● Ο προσδιορισμός της φυσικής αιτίας από την οποία προήλθε το ατύχημα, όσο αυτό είναι δυνατό.

● Η περιγραφή του ατυχήματος και η επαλήθευση της ακρίβειας των δηλώσεων του λήπτη ασφάλισης/ασφαλισμένου σε σχέση με την πραγματική κατάσταση.

● Ο προσδιορισμός της αξίας των ασφαλισμένων αντικειμένων κατά την ημέρα του ατυχήματος.

● Η εκτίμηση του ύψους της ζημιάς των ασφαλισμένων αντικειμένων, την ημέρα που έγινε το ατύχημα.

Η διαιτητική απόφαση εκδίδεται μέσα σε συγκεκριμένη προθεσμία. Εφόσον οι διαιτητές δεν συμφωνήσουν, οφείλουν, σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, να ορίσουν έναν επιδιαιτητή.

Σε περίπτωση ασυμφωνίας για τον διορισμό του επιδιαιτητή μέσα στην προθεσμία αυτή, τον επιδιαιτητή ορίζει το ειρηνοδικείο του τόπου διεξαγωγής της διαιτησίας, ύστερα από σχετική αίτηση. Η διαιτητική απόφαση συντάσσεται εγγράφως.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*