Συμβόλαιο για τους ασφαλιστές, η αντασφάλιση

Σύνταξη, επιμέλεια:  Έλενα Ερμείδου

Η αντασφάλιση μπορεί να θεωρηθεί ως ένα ασφαλιστήριο συμβόλαιο για τις ασφαλιστικές εταιρείες. Όλες οι ασφαλιστικές εταιρείες συνάπτουν συμβάσεις αντασφάλισης. Ως αποτέλεσμα, μπορούν οι ίδιες να διεκδικήσουν το σύνολο ή μέρος των ζημιών που αντιμετωπίζουν για να καλύψουν τις απαιτήσεις των πελατών τους. Με άλλα λόγια, η αντασφάλιση είναι ένας σημαντικός πυλώνας, που προσφέρει σταθερότητα στον τομέα της ασφάλισης. 

Υπάρχουν πολλά είδη συμβολαίων αντασφάλισης που υπογράφονται μεταξύ ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών εταιρειών. Τρία είναι τα σημαντικότερα είδη:

  1. Κάλυψη βάσει κινδύνου (Risk-based coverage)

Σε αυτόν τον τύπο σύμβασης, ο αντασφαλιστής καλύπτει μόνο ορισμένους προκαθορισμένους ανθρώπους, συμβάντα ή κινδύνους. Για παράδειγμα, αν μια ασφαλιστική εταιρεία θέλει να εκφορτώσει ορισμένους κινδύνους που σχετίζονται με πλημμύρες, θα πρέπει να συνάψει πολύ συγκεκριμένη σύμβαση με τον αντασφαλιστή. Σύμφωνα με τη σύμβαση αυτή, ο αντασφαλιστής δεν θα καλύψει τις ζημίες που οφείλονται σε άλλες αιτίες, όπως σεισμούς ή πυρκαγιές.

  1. Συμβόλαιο χρονικής κάλυψης (Time-based coverage)

Μια αντασφαλιστική κάλυψη βάσει χρόνου είναι σαν μια γενική σύμβαση μεταξύ της ασφαλιστικής εταιρείας και του αντασφαλιστή. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο είναι επίσης γνωστή ως συνθήκη αντασφάλισης (Treaty Reinsurance). Σύμφωνα με τις διατάξεις της σύμβασης, μια αντασφαλιστική εταιρεία υποχρεούται να αποζημιώσει για το σύνολο ή μέρος των ζημιών που πραγματοποιήθηκαν εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. 

Για παράδειγμα, η αντασφαλιστική εταιρεία θα πρέπει να αποκαταστήσει την απώλεια ανεξάρτητα από το αν αυτή προκλήθηκε από πλημμύρα ή σεισμό. Αυτοί οι τύποι συμβάσεων είναι ακριβότεροι σε σύγκριση με την κάλυψη βάσει κινδύνου.

  1. Αναλογική κάλυψη (Proportional coverage)

Μια σύμβαση αναλογικής κάλυψης είναι ένας τύπος σύμβασης που διασφαλίζει ότι η ασφαλιστική εταιρεία και η αντασφαλιστική εταιρεία εργάζονται ως εταίροι. Σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης, μια ασφαλιστική εταιρεία πρέπει να καταβάλει μέρος της πριμοδότησης που έχει εισπράξει στην αντασφαλιστική εταιρεία. 

Για παράδειγμα, αν μια ασφαλιστική εταιρεία εισπράττει 100 ευρώ ως ασφάλιστρο, ίσως χρειαστεί να πληρώσει 40 ευρώ στην αντασφαλιστική εταιρεία. Σε αντάλλαγμα, η αντασφαλιστική εταιρεία υπόσχεται να καλύψει το 40% των απαιτήσεων που θα υποβληθούν στην ασφαλιστική. Αν, π.χ., η ασφαλιστική εταιρεία πρέπει να πληρώσει απαιτήσεις ύψους 80 ευρώ, τότε η αντασφαλιστική εταιρεία θα πρέπει να αναλάβει το 40%, δηλαδή τα 32 ευρώ, ενώ το υπόλοιπο θα καταβληθεί από την ασφαλιστική εταιρεία. 

Να σημειωθεί ότι η αντασφαλιστική εταιρεία πρέπει, επίσης, να καταβάλει μια προμήθεια στην ασφαλιστική εταιρεία. Αυτές οι δαπάνες προορίζονται να καλύψουν τα έξοδα του underwriting και της πρόσκτησης των πελατών. Αυτή η προμήθεια καταβάλλεται επίσης στην ίδια αναλογία. 

Με απλά λόγια, η ασφαλιστική εταιρεία και η αντασφαλιστική εταιρεία γίνονται 60% και 40% εταίροι (στην περίπτωση αυτή) αντίστοιχα. Τα περιουσιακά στοιχεία τους δεν συγχωνεύονται, αλλά είναι υπεύθυνα για τις απαιτήσεις και τα ασφάλιστρα στο εν λόγω ποσοστό.

Μη αναλογική κάλυψη (Non proportional coverage)

Πολλές ασφαλιστικές εταιρείες δεν επιθυμούν να έχουν πλήρη συνεργασία με αντασφαλιστική εταιρεία. Αντ’ αυτού, θέλουν απλώς να καλυφθούν σε περίπτωση καταστροφής. Σε αυτές τις περιπτώσεις, συντάσσουν μη αναλογικές συμβάσεις κάλυψης. Σύμφωνα με τις συμβάσεις αυτές, μια ασφαλιστική εταιρεία πληρώνει μια μικρή αμοιβή στην αντασφαλιστική εταιρεία για να καλύψει τις ζημίες αν υπερβεί ένα ορισμένο ποσό. 

Για παράδειγμα, μια ασφαλιστική εταιρεία μπορεί να θέλει να καλύψει το σύνολο των απαιτήσεων που καταβάλλονται από αυτήν όταν υπερβαίνουν τα 100 εκατ. ευρώ ετησίως. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα πρώτα 100 εκατ. ευρώ απαιτήσεων θα καταβληθούν από την ασφαλιστική εταιρεία. Μόλις το όριο εξαντληθεί, οι απαιτήσεις που καταβάλλει η ασφαλιστική εταιρεία θα αποζημιωθούν από την αντασφαλιστική εταιρεία.

Άλλοι τύποι συμβάσεων

Υπάρχουν διάφοροι άλλοι τύποι αντασφαλιστικών πολιτικών, εκτός από αυτούς που αναφέρονται παραπάνω. Σε ορισμένους τύπους συμβάσεων, η ημερομηνία κατά την οποία υποβάλλεται η απαίτηση είναι ζωτικής σημασίας. Ενώ σε πολλούς άλλους τύπους συμβάσεων θεωρείται σημαντική η ημερομηνία της απώλειας.

Cat bonds, ILS, Run-off

Υπάρχουν επίσης και οι εναλλακτικές μορφές αντασφάλισης, όπως είναι τα ομόλογα καταστροφών (cat bonds) και τα επενδυτικά ILS, όπως επίσης και τα run-off, που αποτρέπουν τις πτωχεύσεις των ασφαλιστικών και επιτρέπουν τις ομαλές αποζημιώσεις, π.χ. με την εκχώρηση απαιτήσεων.

Αναδημοσίευση από το Περιοδικό Insurance World (μέρος Γ’)

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*