Γ. Μακρής, Εθνική Ασφαλιστική: Η αύξηση της αντασφάλισης μειώνει την καθαρή ιδία κράτηση της εταιρείας

Συνέντευξη του Γεωργίου Μακρή, Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή, Εθνική Ασφαλιστική στον Βάιο Κρόκο

Για τα κριτήρια με τα οποία η Εθνική Ασφαλιστική αντασφαλίζει τους κινδύνους των χαρτοφυλακίων της μιλά, μεταξύ άλλων, σε συνέντευξή του στο Insurance & Reinsurance Outlook 2018 o κύριος Γεώργιος Μακρής, αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Εθνικής Ασφαλιστικής. Τέτοια κριτήρια, όπως αναφέρει, είναι όταν δημιουργείται συσσώρευση ασφαλισμένων κινδύνων σε συγκεκριμένη τοποθεσία, όταν το είδος του κινδύνου ή και κάποιες επιθυμητές από τον πελάτη καλύψεις εξαιρούνται από τους όρους της αντασφαλιστικής σύμβασης κ.ά.

Διευκρινίζοντας ο κύριος Μακρής το πόσο η αντασφάλιση συμβάλλει στην ενδυνάμωση των δεικτών φερεγγυότητας, τονίζει ότι η αντασφάλιση βοηθά στην ενδυνάμωση των δεικτών φερεγγυότητας, η αύξηση όμως της αντασφαλιστικής υποστήριξης μειώνει την καθαρή ιδία κράτηση της εταιρείας, που, ιδιαίτερα για κερδοφόρα χαρτοφυλάκια, έχει ως αποτέλεσμα και τη μείωση της κερδοφορίας, γενικότερα, προσθέτοντας ότι αρκετοί αντασφαλιστές προσφέρουν συμβατικά αντασφαλιστικά σχήματα, που έχουν σκοπό και τη μείωση των κεφαλαίων που απαιτούνται με βάση τις διατάξεις περί φερεγγυότητας.

Μιλώντας για την ελληνική αγορά, διαβλέπει πιθανή συγκέντρωση του κλάδου, χωρίς όμως να μπορεί να κάνει κάποια εκτίμηση αναφορικά με το πότε θα συμβεί.

 

  • Ποια είναι η άποψή σας για τις τιμές στα αντασφάλιστρα; Θεωρείτε ότι θα αυξηθούν ή θα παραμείνουν στα ίδια επίπεδα;

Προκειμένου να απαντηθεί αυτή η ερώτηση, θα πρέπει κατ’ αρχάς να επισημάνω ότι το κόστος αντασφάλισης αφορά στις μη αναλογικές αντασφαλιστικές συμβάσεις (Excess of Loss). Κι αυτό γιατί στις αναλογικές συμβάσεις (Quota Share ή και Surplus), ο κυριότερος παράγων τιμολόγησης είναι η αντασφαλιστική προμήθεια, η οποία, κατά κανόνα, εξαρτάται άμεσα από τα αποτελέσματα που παράγει για τη σύμβαση το χαρτοφυλάκιο του πρωτασφαλιστή, οπότε το κόστος αντασφάλισης ρυθμίζεται αυτόματα και ουσιαστικά αφορά στην κάθε ασφαλιστική εταιρεία μεμονωμένα.

Όσον αφορά στις μη αναλογικές συμβάσεις, θα πρέπει να τις διακρίνουμε σε αυτές που παρέχουν αντασφαλιστική προστασία:

  • ανά κίνδυνο του χαρτοφυλακίου του πρωτασφαλιστή (Excess of Loss per Risk), όπου κατά κανόνα δεν περιλαμβάνεται αντασφαλιστική κάλυψη για καταστροφικούς κινδύνους. Σε αυτήν την περίπτωση, η τιμολόγηση της αντασφάλισης εξαρτάται ουσιαστικά από το ιστορικό ζημιών του πρωτασφαλιστή και φυσικά, και εδώ, αφορά στην κάθε ασφαλιστική εταιρεία μεμονωμένα,

  • για καταστροφικούς κινδύνους (Catastrophe Excess of Loss), η οποία, μεταξύ άλλων, εξαρτάται σημαντικά από το εκάστοτε διαθέσιμο κεφάλαιο (capacity) της αντασφαλιστικής αγοράς προς κάλυψη αυτών των καταστροφικών κινδύνων (σεισμού, πλημμύρας κ.λπ.).

Για την περίπτωση αντασφαλιστικής κάλυψης καταστροφικών κινδύνων, είναι αναμενόμενο ότι η μείωση του capacity, λόγω αποζημιώσεων για καταστροφές που συμβαίνουν στην τρέχουσα περίοδο, θα επηρεάσουν αυξητικά το κόστος αντασφάλισης της επόμενης περιόδου, λόγω αφενός της μείωσης της προσφοράς, αλλά και αφετέρου του κόστους που απαιτείται για την αναπροσαρμογή του capacity στα επιθυμητά επίπεδα.

Οι φυσικές καταστροφές που έπληξαν φέτος τις ΗΠΑ αναμένεται να έχουν μια τέτοια επίδραση στο κόστος αντασφάλισης για το 2018, αν και απ’ ό,τι φαίνεται μέχρι στιγμής –και λόγω της μη ύπαρξης άλλων σημαντικών φυσικών καταστροφών– η αύξηση του αντασφαλιστικού κόστους δεν αναμένεται να είναι ιδιαίτερα σημαντική. Απομένει να το διαπιστώσουμε με την οριστικοποίηση των αντασφαλιστικών προγραμμάτων του 2018.

  • Με ποια κριτήρια αντασφαλίζετε τους κινδύνους των χαρτοφυλακίων σας;

Θεωρώντας ότι η ερώτηση αφορά στις προαιρετικές αντασφαλίσεις, μπορώ να συνοψίσω ως κυριότερα κριτήρια τα ακόλουθα:

  • Όταν η συνολική αξία του προς ασφάλιση κινδύνου υπερβαίνει το όριο αυτόματης ανάληψης με βάση την υφιστάμενη αντασφαλιστική σύμβαση.

  • Όταν το είδος του κινδύνου ή και κάποιες επιθυμητές από τον πελάτη καλύψεις εξαιρούνται από τους όρους της αντασφαλιστικής σύμβασης.

  • Όταν δημιουργείται συσσώρευση ασφαλισμένων κινδύνων σε συγκεκριμένη τοποθεσία.

  • Όταν, ακόμη κι αν δεν υφίστανται οι παραπάνω περιπτώσεις, και με σκοπό την εξισορρόπηση του χαρτοφυλακίου, εκχωρείται αντασφαλιστικά μέρος κινδύνων, οι οποίοι, παρότι είναι αποδεκτοί προς ασφάλιση, παρουσιάζουν υψηλή έκθεση στον κίνδυνο που αναλαμβάνουμε.

Να τονιστεί ότι τα παραπάνω κριτήρια είναι τα πιο σημαντικά, χωρίς όμως να είναι και τα μόνα.

  • Με το δεδομένο ότι μεταφέρεται μέρος των κινδύνων σας στους αντασφαλιστές ή στους μεσίτες αντασφαλειών, πόσο η αντασφάλιση σας βοηθά στην ενδυνάμωση των δεικτών φερεγγυότητάς σας;

Σίγουρα η αντασφάλιση βοηθά σημαντικά στην ενδυνάμωση των δεικτών φερεγγυότητας, η αύξηση όμως της αντασφαλιστικής υποστήριξης μειώνει την καθαρή ιδία κράτηση της εταιρείας, που, ιδιαίτερα για κερδοφόρα χαρτοφυλάκια, έχει ως αποτέλεσμα και τη μείωση της κερδοφορίας γενικότερα. Να σημειωθεί ότι αρκετοί αντασφαλιστές προσφέρουν διάφορα συμβατικά αντασφαλιστικά σχήματα, που έχουν ως επιπρόσθετο σκοπό και τη μείωση των κεφαλαίων που απαιτούνται με βάση τις διατάξεις περί φερεγγυότητας. Σε κάθε περίπτωση, κάθε τέτοιο αντασφαλιστικό σχήμα θα πρέπει να εξετάζεται πριν την αποδοχή ή απόρριψή του, με βάση το όφελος που προκύπτει από το κόστος που αντιστοιχεί στα εξοικονομούμενα εποπτικά κεφάλαια, σε σχέση με την ενδεχόμενη μείωση της κερδοφορίας.

  • Νέες τάσεις και προκλήσεις λαμβάνουν χώρα διεθνώς είτε σε γεωπολιτικό επίπεδο (Brexit κ.λπ.) είτε σε ζητήματα που άπτονται άμεσα της αγοράς (cyber risk, περιβαλλοντικούς κινδύνους ή κινδύνους D&O). Ποια είναι η γνώμη σας;

Μέχρι στιγμής, η διεθνής ασφαλιστική και αντασφαλιστική αγορά έχει επιδείξει εξαιρετικά αντανακλαστικά στις προκλήσεις που παρουσιάζονται σε σχέση με νέους κινδύνους, σχεδιάζοντας νέα προϊόντα που παρέχουν στους ασφαλισμένους προστασία και έναντι αυτών των νέων κινδύνων. Η απειλή για ασφαλιστές και αντασφαλιστές προέρχεται από την έλλειψη στατιστικής εμπειρίας ζημιών, γεγονός που συνεπάγεται ότι η τιμολόγηση, και γενικότερα η εκτίμηση, από ασφαλιστικής σκοπιάς, των νέων αυτών κινδύνων είναι ιδιαίτερα δυσχερής, και ενδέχεται τα νέα ασφαλιστικά προϊόντα κατά τα πρώτα έτη κυκλοφορίας τους να εμφανίσουν ιδιαίτερα αρνητικά αποτελέσματα.

  • Διαβλέπετε περαιτέρω συγκέντρωση του κλάδου; Ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για την ελληνική αγορά το νέο έτος;

Οποιαδήποτε πρόβλεψη είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένη. Πιστεύω ότι ο ιδιαίτερα οξύς ανταγωνισμός σε επίπεδο ασφαλίστρων αναφορικά με τους δύο σημαντικότερους κλάδους των γενικών ασφαλίσεων, και πιο συγκεκριμένα αυτούς της περιουσίας και του αυτοκινήτου, θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε συρρίκνωση της κερδοφορίας της αγοράς ή ακόμη και, για κάποιες εταιρείες, σε ζημιά. Το εάν το γεγονός αυτό οδηγήσει ή όχι σε αναπροσαρμογές ασφαλίστρων, και γενικότερα σε μια λιγότερο επιθετική πολιτική, είναι ένα ζήτημα που δυστυχώς, στην παρούσα φάση, δεν μπορεί να τύχει απάντησης. Ιδιαίτερα όσον αφορά στον κλάδο αστικής ευθύνης αυτοκινήτων, όπου τα αποτελέσματα της πολιτικής οποιασδήποτε εταιρείας δεν μπορούν να εκτιμηθούν εάν δεν περάσουν τουλάχιστον 3 έτη από το έτος στο οποίο αυτή εφαρμόστηκε, καθιστούν τα όποια συμπεράσματα κάθε άλλο παρά ασφαλή.

Τέλος, και με βάση τα δεδομένα που ισχύουν σήμερα, φαίνεται ως ιδιαίτερα πιθανή μια περαιτέρω συγκέντρωση του κλάδου, χωρίς όμως να είναι δυνατή κάποια εκτίμηση αναφορικά με το πότε θα συμβεί.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*