Όχι «σημαίες ευκαιρίας» για την εταιρική υπευθυνότητα και τη βιώσιμη ανάπτυξη

Άρθρο του κ. Γιάννη Ρούντου που δημοσιεύτηκε στο Broker’s Time 48*

* Ο κ. Ρούντος είναι Διευθυντής Δημοσίων Σχέσεων & Εταιρικής Υπευθυνότητας του Ομίλου Interamerican

Οι εταιρείες της ασφαλιστικής αγοράς έχουν, σήμερα, μια μοναδική ευκαιρία να συνάψουν ένα νέο συμβόλαιο εμπιστοσύνης με τους καταναλωτές και την ευρύτερη κοινωνία, εφόσον υπερβούν την «υποχρέωση» με τη «στρατηγική ενσωμάτωση» της υπευθυνότητας και με τη δημιουργία σχετικής εταιρικής κουλτούρας.

Σε έναν νέο δρόμο εταιρικής υπευθυνότητας εισέρχεται η ασφαλιστική επιχειρηματική κοινότητα, μετά από μια περίοδο άσκησης ορισμένων εταιρειών της αγοράς σε αποσπασματικές πρακτικές κοινωνικών δράσεων, «στο πλαίσιο της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης», όπως καθιερώθηκε να αναφέρεται στα εκδιδόμενα δελτία Τύπου («Επιχειρησιακή Κοινωνική Υπευθυνότητα» θα διόρθωνε, ακριβολογώντας, ο ακαδημαϊκός Θεοδόσης Τάσιος, με την υψηλή γλωσσική υπευθυνότητά του).

Αυτός ο νέος δρόμος υπαγορεύεται, φαινομενικά, από το κανονιστικό πλαίσιο αναφοράς των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που εισάγει ο νόμος 4403/2016, σε επίπεδο «υποχρεωτικής λογοδοσίας». Τονίζω τον χαρακτηρισμό «φαινομενικά», για να αντιδιαστείλω την υπαγόρευση του νέου νόμου με την ανελαστική αναγκαιότητα της ευθυγράμμισης των συμπεριφορών και των πρακτικών, που οφείλουν να ακολουθήσουν εφεξής οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις προκειμένου να έχουν προοπτική βιώσιμης ανάπτυξης, με γνώμονα την ευρύτερη έννοια της εταιρικής υπευθυνότητας.

Όμως, ας δούμε σε τι αναφέρεται ο νόμος 4403/2016. Το νομοθετημένο πλαίσιο, σε ακολουθία των Οδηγιών της ΕΕ 2013/34 και 2014/95, έρχεται να υποχρεώσει τα διοικητικά συμβούλια των εταιρειών να υποβάλλουν, ετησίως, στη Γενική Συνέλευση «Έκθεση Διαχείρισης». Η Έκθεση, πέραν της απεικόνισης των δραστηριοτήτων, των επιδόσεων και της θέσης της εταιρείας, ενσωματώνει περιγραφικά τους κυριότερους κινδύνους και τις αβεβαιότητες που απειλούν τον οργανισμό και, εκτός των χρηματοοικονομικών, συμπεριλαμβάνει μη χρηματοοικονομικούς βασικούς δείκτες επιδόσεων, πληροφορίες για περιβαλλοντικά και εργασιακά θέματα, προβλέψεις για την εξέλιξη της εταιρείας και αναφορά δραστηριοτήτων στους τομείς ερευνών και ανάπτυξης.

Είναι, λοιπόν, προφανές ότι η εταιρική υπευθυνότητα, κανονιστικά, μπαίνει στο καλούπι της αναφοράς του «τι, πώς, γιατί και διότι» όσον αφορά σε θέματα ευρύτερης επίδρασης, σε μια «αλληλοτομία οικονομίας και ηθικής» -για να δανειστώ το φως της σκέψης του Θεοδόση Τάσιου, και πάλι, από τη σπουδαία πραγματεία του υπό τον τίτλο «Ηθο-Οικονομικά».

Ο νόμος 4403/2016 υποχρεώνει τις μεγάλες ανώνυμες εταιρείες, που αποτελούν οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος -και τις εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά κράτους-μέλους της ΕΕ- και οι οποίες απασχολούν περισσότερους από 500 εργαζομένους, να περιλαμβάνουν στην ετήσια Έκθεση Διαχείρισης του ΔΣ και μια μη χρηματοοικονομική Κατάσταση, με πληροφορίες σχετικές με περιβαλλοντικά, κοινωνικά και εργασιακά θέματα, με τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την αντιμετώπιση της διαφθοράς και της δωροδοκίας.

Όρια υποχρεωτικότητας για την υποβολή της Κατάστασης, πέραν του αριθμού των εργαζομένων, είναι το σύνολο ενεργητικού της εταιρείας να υπερβαίνει τα 20 εκατ. ευρώ και ο καθαρός κύκλος εργασιών να είναι πάνω από 40 εκατ. ευρώ.

Ως δημοσίου ενδιαφέροντος οντότητες (public interest entities) ορίζονται και όλες, ανεξαιρέτως, οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές εταιρείες του Κανονισμού της ΕΕ 575/2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων.

Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον είναι ότι για τους ασφαλιστικούς και αντασφαλιστικούς οργανισμούς, που είναι «οντότητες δημοσίου ενδιαφέροντος», ο νέος νόμος για την υποβολή μη χρηματοοικονομικών στοιχείων τέμνεται, σε αρκετά σημεία, με το κανονιστικό πλαίσιο Solvency II, που ήδη ευρίσκεται εν ισχύ από τον Ιανουάριο του 2016. Ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία του Solvency II αναγνωρίζονται και στο έδαφος της λογοδοσίας του νέου νόμου για την εταιρική υπευθυνότητα, όπως π.χ. το θέμα της διακυβέρνησης, της διαφάνειας και ακεραιότητας.

Όμως, για να αποφύγουμε το «κενό γράμμα» μιας υποχρέωσης όπως αυτή που επιβάλλει ο νόμος -και επειδή η εταιρική υπευθυνότητα είναι μια στάση για το επιχειρείν που πρέπει να αποδίδει ουσιαστική αξία σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη- οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που θέλουν να εισαχθούν στον δρόμο της βιώσιμης ανάπτυξης μέσω της εταιρικής υπευθυνότητας θα πρέπει να ξεφύγουν από τη ρηχή προσέγγιση της «Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης» με τις κατά μίμηση «σχολικές» ενέργειες (και αυτές έχουν τον χώρο τους).

Οι εταιρείες της ασφαλιστικής αγοράς έχουν, σήμερα, μια μοναδική ευκαιρία να συνάψουν ένα νέο συμβόλαιο εμπιστοσύνης με τους καταναλωτές και την ευρύτερη κοινωνία, εφόσον υπερβούν την «υποχρέωση» με τη «στρατηγική ενσωμάτωση» της υπευθυνότητας και με τη δημιουργία σχετικής εταιρικής κουλτούρας.

Η πρόκληση, που οδηγεί στη βιώσιμη ανάπτυξη, είναι μεγάλη και απαιτεί αλλαγές, εκπαίδευση-μύηση και το σημαντικότερο: νέο ήθος, σε συνδυασμό με την οικονομική υγεία της επιχείρησης. Την προοπτική επιχειρηματικής αειφορίας κατακτούν οι οργανισμοί που αλλάζουν τη νοοτροπία στα διοικητικά συμβούλια, εισάγοντας τις επιταγές της βιωσιμότητας στους τομείς της στρατηγικής, της ανάλυσης και της δράσης.

Για την Ελλάδα, ειδικότερα, ο Ελληνικός Κώδικας Βιωσιμότητας παρέχει μια κλιμάκωση συμμόρφωσης σε τέσσερα επίπεδα, τα οποία οι επιχειρήσεις μπορούν να υιοθετούν σταδιακά.

Εν προκειμένω, στην Interamerican, ο βαθμός ωρίμανσης και βελτίωσης της εταιρικής υπευθυνότητας είναι αρκετά υψηλός, και για την ασφαλιστική αγορά η εταιρεία αποτελεί ένα υποδειγματικό πρότυπο με τα βήματα που έχει κάνει, από το 2003, και το πρώτο σχέδιο καλών πρακτικών υπευθυνότητας μέχρι την ευθυγράμμισή της με τις διεθνείς προτεραιότητες, την ατζέντα 2030 του ΟΗΕ και τους στόχους SDGs για ένα καλύτερο μέλλον.

Η εξάλειψη ή έστω ο περιορισμός της φτώχειας, η υγεία, η εκπαίδευση, η ισότητα, η αξιοπρεπής εργασία και η οικονομική ανάπτυξη, η καινοτομία, οι υποδομές, η υπεύθυνη κατανάλωση και παραγωγή, οι βιώσιμες πόλεις, η χρηστή διαχείριση των φυσικών πόρων και το καθαρό περιβάλλον, η διαφύλαξη της ειρήνης και η λειτουργία της δικαιοσύνης και των θεσμών, η συνεργασία, αποτελούν στόχους με τους οποίους η Interamerican -και κάθε εταιρεία με υπευθυνότητα- κατέχει έναν «οδικό χάρτη» για τη σύγχρονη λειτουργία της και τη δημιουργία αξίας για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, σε βάθος χρόνου. Στα προαναφερθέντα ζητήματα-στόχους, προφανώς, δεν μπορούν να επενδύσουν επιχειρήσεις με «σημαία ευκαιρίας».

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*