Τι λέει η νέα ασφαλιστική νομοθεσία

Ριζικές αλλαγές στον τρόπο εποπτείας των ασφαλιστικών εταιρειών επιφέρει το νέο καθεστώς ελέγχου του κλάδου, όπως αυτό προβλέπεται από νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών με το οποίο τροποποιείται ο βασικός νόμος της αγοράς, το ν.δ. 400/70, και ενσωματώνεται στο εθνικό δίκαιο η οδηγία περί Solvency II.
Σύμφωνα με το νομοσχέδιο, που σύντομα θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση:
– Οι ασφαλιστικές εταιρείες:
• υποχρεούνται στη δημοσιοποίηση εκτεταμένων στοιχείων της φερεγγυότητας και της χρηματοπιστωτικής τους κατάστασης, προς ενημέρωση του επόπτη, αλλά και του ευρύτερου κοινού.
• υποχρεούνται να τηρούν σύστημα διαχείρισης κινδύνων και να διαθέτουν τις αντίστοιχες έγγραφες πολιτικές.
• υποχρεούνται να διαθέτουν δική τους εσωτερική αξιολόγηση κινδύνου και φερεγγυότητας.
• Έχουν τη δυνατότητά τους να προβαίνουν σε εξωτερικές αναθέσεις ακόμη και κρίσιμων ή σημαντικών λειτουργιών ή εργασιών σε τρίτα προς αυτές φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
• υποχρεούνται να δημοσιοποιούν σε ετήσια βάση έκθεση σχετικά με τη φερεγγυότητα και τη χρηματοοικονομική τους κατάσταση (Solvency and Financial Condition Report-SFCR).
• υποχρεούνται να ταξινομούν τα ίδια κεφάλαια σε τρεις κατηγορίες (tiers).
• μπορούν να κάνουν χρήση εσωτερικού υποδείγματος για τη διατήρηση επιλέξιμων κεφαλαίων.
• υποχρεούνται για τις ασφαλίσεις Ζωής να ενημερώνουν τους ασφαλισμένους για την επωνυμία, τον σκοπό και τη νομική μορφή της επιχείρησης, το κράτος μέλος καταγωγής της επιχείρησης και τη διεύθυνση της έδρας.
• υποχρεούνται επίσης να δίνουν στοιχεία σχετικά με την περιγραφή κάθε παρεχόμενης κάλυψης και των επιλογών τη διάρκεια της σύμβασης, τον τρόπο καταγγελίας της σύμβασης, τον τρόπο και χρόνο καταβολής των ασφαλίστρων και τον τρόπο υπολογισμού και συμμετοχής στα κέρδη. ενδεικτικές τιμές της αξίας εξαγοράς και του κεφαλαίου ελευθέρου περαιτέρω καταβολών και το βαθμό στον οποίο αυτά είναι εγγυημένα. Επίσης πρέπει να δίνουν πληροφορίες για τα ασφάλιστρα που αφορούν σε κάθε κάλυψη, είτε κύρια είτε συμπληρωματική, τον καθορισμό των μεριδίων που αντιστοιχούν στις συμβάσεις συνδεδεμένες με επενδύσεις, τη φύση των στοιχείων του ενεργητικού που καλύπτουν τις unit linked συμβάσεις, τον τρόπο άσκησης του δικαιώματος υπαναχώρησης, τις γενικές ενδείξεις περί του φορολογικού καθεστώτος που ισχύει για τον συγκεκριμένο τύπο ασφαλιστηρίου, τους μηχανισμούς διευθέτησης των αιτιάσεων των αντισυμβαλλομένων ή των δικαιούχων αποζημίωσης, το εφαρμοστέο δίκαιο της σύμβασης, ειδικότερες πληροφορίες που θα επιτρέπουν στον αντισυμβαλλόμενο να κατανοήσει τους κινδύνους που ενέχει η προσχώρησή του στη σύμβαση και να παρέχουν, ετησίως, ενημέρωση του αντισυμβαλλόμενου για το ύψος της συμμετοχής του στα υπό διανομή κέρδη.

– Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει τη δυνατότητα:
• να αξιολογεί τις εταιρείες τουλάχιστον μια φορά ανά 12μηνο.
• να επιβάλλει τη ρευστοποίηση συγκεκριμένων επενδύσεων σε περιπτώσεις ασφαλιστικών εταιρειών που δεν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους
• να απαγορεύει υπό προϋποθέσεις την ελεύθερη διάθεση στοιχείων του ενεργητικού
• να παρατείνει την περίοδο εφαρμογής του σχεδίου οικονομικής ανάκαμψης μιας εταιρείας με επιπλέον κατάλληλο χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβαίνει τα επτά έτη
• να παρεμβαίνει για την αποτροπή συστημικού κινδύνου, επιβάλλοντας σε εταιρείες:
1. το διορισμό διαχειριστή,
2. την αύξηση κεφαλαίου,
3. την υποχρεωτική μεταβίβαση χαρτοφυλακίου,
4. την αναστολή πληρωμών και τη μείωση του συνόλου ή μέρους των ασφαλιστικών υποχρεώσεων.

– Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να επιβάλλει πρόσθετη κεφαλαιακή απαίτηση:

• όταν διαπιστώνει ότι το προφίλ κινδύνου της ασφαλιστικής επιχείρησης αποκλίνει σημαντικά από τις παραδοχές στις οποίες βασίζεται ο υπολογισμός της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας με την τυποποιημένη μέθοδο.
• όταν διαπιστώνει ότι για τον υπολογισμό της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας, στο εσωτερικό υπόδειγμα ορισμένοι ποσοτικοποιήσιμοι κίνδυνοι δεν λαμβάνονται επαρκώς υπόψη.
• όταν διαπιστώνει ως ανεπαρκές το σύστημα διακυβέρνησης της ασφαλιστικής επιχείρησης
• όταν διαπιστώνει ότι το προφίλ κινδύνου της ασφαλιστικής επιχείρησης αποκλίνει σημαντικά από τη χρήση εσωτερικών υποδειγμάτων.

– Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να λαμβάνει μέτρα εξυγίανσης εφόσον διαπιστώνει:
• αδυναμία ασφαλιστικής επιχείρησης να ανακάμψει κεφαλαιακά.
• αδυναμία λήψης εναλλακτικών μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος για αφερέγγυες εταιρείες.
• σοβαρές συνέπειες από την αδυναμία πληρωμών ασφαλιστικής επιχείρησης για το χρηματοπιστωτικό σύστημα, λαμβανομένων υπόψη ιδίως:
1. του είδους των ασφαλιστικών εργασιών και του ύψους των τεχνικών προβλέψεων και των απαιτήσεων επενδυτών
2. του είδους και εύρους των υποχρεώσεων της ασφαλιστικής επιχείρησης έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων, επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών, οργανισμών συλλογικών επενδύσεων

– Σε ότι αφορά, τέλος, το νέο πλαίσιο επιβολής κυρώσεων αυτό προβλέπει:
• Πρόστιμο μέχρι 2.000.000 ευρώ για παράβαση της ισχύουσας νομοθεσίας σε ασφαλιστική και σε μέλη διοίκησής.
• Πρόστιμο μέχρι 200.000 ευρώ σε ασφαλιστική, σε μέλη διοίκησης ή σε όποιον αρνείται συνεργασία ή παρακωλύει τον έλεγχο.
• Πρόστιμο ύψους μέχρι 100.000 ευρώ και σε περίπτωση υποτροπής 300.000 ευρώ σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που παραβαίνει τις διατάξεις περί ασφάλισης οχημάτων και ασφαλιστικής διαμεσολάβησης.
• Σε περίπτωση που πραγματοποιηθεί ειδική συμμετοχή ή αυξηθεί η υφιστάμενη συμμετοχή στο μ/κ ασφαλιστικής, χωρίς προηγούμενη έγκρισή της επιβάλλεται στους κατόχους των συμμετοχών:
1. Πρόστιμο μέχρι 10% της αξίας των μετοχών που απέκτησαν.
2. Αποκλεισμό φυσικών προσώπων από το ΔΣ ασφαλιστικών και από μέλος διοίκησης ή διευθυντική θέση.
• Σε περίπτωση μη τήρησης των υποχρεώσεων γνωστοποίησης στην ΤτΕ περί της αλλαγής της ταυτότητας φυσικών προσώπων που ελέγχουν νομικά πρόσωπα, κατόχους ειδικής συμμετοχής επιβάλλεται στα φυσικά πρόσωπα αποκλεισμό από το ΔΣ εταιρειών, από μέλος διοίκησης ή διευθυντική θέση.
• Σε περίπτωση κατά την οποία δεν τηρείται από μετόχους η υποχρέωση ενημέρωσης της ΤτΕ περί παύσης ειδικής συμμετοχής ή μείωσής της λιγότερο από 20%, 1/3 ή 50% του μ/κ, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους μέχρι 5% της αξίας των μετοχών που μεταβιβάσθηκαν.
• Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης στην ΤτΕ για τη λήψη διορθωτικών μέτρων:
1. Επιβάλλεται η απομάκρυνση των ανωτέρω προσώπων, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, από το Δ.Σ. ασφαλιστικών, από μέλος διοίκησης ή διευθυντική θέση.
2. Αναστέλλεται η άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από τις μετοχές που κατέχουν τα πρόσωπα αυτά.
3. Απαγορεύεται οποιαδήποτε νέα συναλλαγή ασφαλιστικών με τα πρόσωπα αυτά, καθώς και να κηρύσσεται ληξιπρόθεσμα και αμέσως απαιτητά τα δάνεια που έχουν λάβει.
• Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των προσώπων που κατέχουν ειδική συμμετοχή σε ασφαλιστική και τους έχει υποδειχθεί λήψη κατάλληλων διορθωτικών μέτρων:
i. Επιβάλλεται η απομάκρυνση των ανωτέρω προσώπων, για ορισμένο ή αόριστο χρόνο, από το ΔΣ, από μέλος διοίκησης ή διευθυντική θέση.
ii. Αναστέλλεται η άσκηση των δικαιωμάτων ψήφου, που απορρέουν από τις μετοχές που κατέχουν τα πρόσωπα αυτά.
iii. Απαγορεύεται οποιαδήποτε νέα συναλλαγή ασφαλιστικών εταιρειών με τα πρόσωπα αυτά, καθώς και κηρύσσονται ληξιπρόθεσμα και αμέσως απαιτητά τα δάνεια που έχουν λάβει όλα τα πιο πάνω πρόσωπα.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*