Η επιτυχής ανακεφαλαιοποίηση «θωράκισε» τον τραπεζικό κλάδο από την ύφεση

Ο εγχώριος τραπεζικός κλάδος εξετάζεται σε πρόσφατη μελέτη της Infobank Hellastat Α.Ε. Σύμφωνα με τον Νικολαΐδη Αλέξη, Economic Research & Sectoral Studies Analyst, η επιδείνωση της ελληνικής οικονομίας δεν άφησε ανεπηρέαστο τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο, καθώς σημαντικό μέρος των καταθέσεων, υπό το φόβο πιθανής χρεοκοπίας και επιστροφής στη δραχμή, τα προηγούμενα χρόνια διοχετεύθηκαν σε τράπεζες του εξωτερικού. Ωστόσο, από το δεύτερο εξάμηνο του 2012 εκδηλώθηκε αντιστροφή της τάσης αυτής, με αποτέλεσμα το 2013 το συνολικό ύψος των καταθέσεων να εμφανίσει ήπια αύξηση 1,3%, στα €163 δισ.
Η «φυγή» κεφαλαίων και η δυσκολία πρόσβασης σε διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίου προκάλεσαν σημαντική εξάρτηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από το ευρωσύστημα. Πάντως, το τελευταίο έτος σημειώθηκε υποχώρηση των δανειακών κεφαλαίων που έχουν ληφθεί από τη συγκεκριμένη πηγή χρηματοδότησης, στα €73 δισ. το Δεκέμβριο του 2013, από €121 δισ. πριν από ένα χρόνο.
Οι εγχώριες τράπεζες, έχοντας επηρεαστεί αρνητικά από την κρίση χρέους και την υποχώρηση των καταθέσεων, εφάρμοσαν αυστηρή πιστοδοτική πολιτική. Σύμφωνα με την ΤτΕ, η χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα το 2013 υποχώρησε περαιτέρω κατά 3,9%, με το υπόλοιπο του συνόλου των δανείων να διαμορφώνεται σε €218 δισ.
Επιπλέον, το ποσοστό των δανείων σε καθυστέρηση εμφάνισε σημαντική άνοδο σε 31,6% στο τέλος του 2013, από 21,4% το 2012 και 14,7% το 2011, με το υπόλοιπο να διαμορφώνεται σε περίπου €69 δισ.
Την 31η Μαρτίου 2013 τέθηκαν σε ισχύ από την ΤτΕ τα ελάχιστα όρια για το δείκτη κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων (Core Tier I) στο 9% των σταθμισμένων στοιχείων του ενεργητικού και για το δείκτη βασικών ιδίων κεφαλαίων (Tier I) στο 6%.

Προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις αυτές, πραγματοποιήθηκαν αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που ολοκληρώθηκαν επιτυχώς στα μέσα του 2013, με τις 4 συστημικές τράπεζες να αντλούν συνολικά €28,6 δισ., αποκαθιστώντας τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας σε επίπεδα υψηλότερα από τα ελάχιστα όρια. Το ΤΧΣ κατέστη ο κύριος μέτοχος, καταβάλλοντας το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων μέσω ομολόγων ονομαστικής αξίας περίπου €25 δισ. και εύλογης αξίας €25,5 δισ.
Σύμφωνα με επαναληπτικό stress test που διεξήγαγε η ΤτΕ, οι επικαιροποιημένες κεφαλαιακές ανάγκες για το σύνολο των ελληνικών τραπεζών για την περίοδο από 7/2013 έως 12/2016 προσδιορίστηκαν σε €6,4 δισ. σύμφωνα με το βασικό σενάριο και €9,4 δισ. βάσει του δυσμενούς σεναρίου. Έτσι, η ΤτΕ ζήτησε από τις τράπεζες την υποβολή σχεδίων κεφαλαιακής ενίσχυσης έως την 15/4/2014 και χρονοδιάγραμμα υλοποίησης. Στα πλαίσια αυτά οι συστημικές τράπεζες το πρώτο εξάμηνο του 2014 προχώρησαν σε νέες αυξήσεις κεφαλαίων ύψους €8,3 δισ., οι οποίες υπερκαλύφθηκαν αποκλειστικά από ιδιώτες.
Πλέον, στα μέσα του 2014 οι ιδιώτες κατείχαν το 43% του Ομίλου της Εθνικής Τράπεζας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στη Eurobank διαμορφώθηκε σε 65%. Η συμμετοχή των ιδιωτών σε Τράπεζα Πειραιώς και Alpha Bank ήταν χαμηλότερη, στο 33% και 30% αντίστοιχα.
Την τρέχουσα περίοδο, ο κλάδος βρίσκεται σε αναμονή για την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των ευρωπαϊκών ελέγχων: α) εξέτασης των στοιχείων του ενεργητικού και β) των stress tests που θα διεξαχθούν σε όλη την Ε.Ε. από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΒΑ) την 31/10/2014.
Οι μακροοικονομικές παραδοχές που έχει υιοθετήσει η ΕΒΑ είναι πιο ήπιες σε σχέση με την αντίστοιχη προσομείωση της ΤτΕ, γεγονός που δημιουργεί συγκρατημένη αισιοδοξία στους εκπροσώπους των συστημικών τραπεζών ότι δεν θα απαιτηθούν πρό-σθετες κεφαλαιακές ενισχύσεις. Η τελική έκβαση των ελέγχων θα καθορίσει και τον τρόπο αξιοποίησης του αποθέματος διαθεσίμων που έχει σήμερα το ΤΧΣ (α-νέρχεται στα €11 δις).
Ο κλάδος την τελευταία διετία βρίσκεται σε διαδικασία συγκέντρωσης δυνάμεων, κάτι που υπαγορεύεται τόσο από την ύφεση, όσο και την ανάγκη για ανακεφαλαιοποίηση και υψηλότερη ρευστότητα. Το 2013 η τάση αυτή εντάθηκε, γεγονός που ενίσχυσε σημαντικά το βαθμό συγκέντρωσης της αγοράς σε λιγότερες και μεγαλύτερου μεγέθους τράπεζες. Έτσι, στα τέλη του 2013 το Ενεργητικό των 5 μεγαλύτερων τραπεζικών ομίλων αποτελούσε το 94% του Συνολικού Ενεργητικού του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, από 69,2% το 2009.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*