Μ. Αντωνάκη: Τα νοσοκομειακά προγράμματα στις πρώτες επιλογές των ασφαλισμένων

αφιέρωμα ασφαλιστικά προϊόντα Υγείας (μέρος α’)

του Βάιου Κρόκου

Νοσοκομειακά προγράμματα επιλέγει η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών που έχει εμπιστευθεί την ιδιωτική ασφάλιση, ενώ τα αμιγώς εξωνοσοκομειακά προγράμματα υγείας είναι λιγότερα, ωστόσο κινούνται ανοδικά, όπως δηλώνει σε συνέντευξή της στο περιοδικό iw η κυρία Μαργαρίτα Αντωνάκη, διευθύντρια της ΕΑΕΕ.

Η τελευταία επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι οι ασφαλισμένοι αναζητούν προγράμματα τα οποία να μπορούν να αγοράσουν με τα συρρικνωμένα εισοδήματά τους και, από την άλλη, οι ασφαλιστικές έχουν προσαρμόσει τόσο τα προϊόντα τους όσο και την τιμολογιακή τους πολιτική στα συρρικνωμένα εισοδήματα των καταναλωτών.

Συμπληρώνει δε ότι στο κόστος των ασφαλιστικών προγραμμάτων υγείας τον πρωταγωνιστικό ρόλο κρατούν οι πάροχοι υπηρεσιών υγείας, και οι ασφαλιστές τον δευτεραγωνιστικό.

Διευκρινίζει, μιλώντας για το θέμα αυτό, ότι η μείωση του τελικού κόστους των ασφαλιστικών προγραμμάτων υγείας και η διεύρυνση της ασφαλιστικής βάσης μπορεί να επιτευχθούν άμεσα και σε ουσιαστικό βαθμό μέσω της άρσης των φορολογικών αντικινήτρων. Αναλυτικά:

iw? Ποια προϊόντα έχουν μεγαλύτερη ζήτηση, τα νοσοκομειακά ή τα πρωτοβάθμιας περίθαλψης; Ποια προϊόντα επιλέγουν οι πολίτες περισσότερο, τα ακριβά ή τα χαμηλού κόστους;

Μαργαρίτα Αντωνάκη: Με βάση τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η ΕΑΕΕ, η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών που έχουν εμπιστευθεί την ιδιωτική ασφάλιση υγείας διαθέτουν, οπωσδήποτε, νοσοκομειακή κάλυψη, η οποία συμπληρώνεται, τις περισσότερες φορές, και από εξωνοσοκομειακή. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, τα αμιγώς εξωνοσοκομειακά προγράμματα υγείας είναι πολύ λιγότερα, αλλά εμφανίζουν σχετική αύξηση και αυτά, ειδικά τα τελευταία έτη. Η εικόνα αυτή, ασφαλώς, σχετίζεται με τις εντεινόμενες δυσκολίες πρόσβασης και εξυπηρέτησης, τις οποίες αντιμετωπίζουν οι πολίτες της χώρας στις υπηρεσίες δευτεροβάθμιας αλλά και πρωτοβάθμιας, πλέον, περίθαλψης, που διατίθεται στο πλαίσιο της κοινωνικής τους ασφάλισης.

Ως προς το κόστος των προγραμμάτων υγείας που επιλέγουν οι ασφαλισμένοι, μολονότι η ΕΑΕΕ δεν συλλέγει σχετικά στοιχεία, κατά τον κοινό νου, εκτιμάμε ότι οι ασφαλισμένοι, όπως όλοι μας, λειτουργώντας ως καταναλωτές, αναζητούν προγράμματα, τα οποία μπορούν να αγοράσουν με τα συρρικνωμένα εισοδήματά τους. Οι ασφαλιστικές εταιρείες, βέβαια, αντιδρώντας άμεσα, έχουν προσαρμόσει τόσο τα προϊόντα τους όσο και την τιμολογιακή τους πολιτική στις ιδιαίτερες ανάγκες αλλά και οικονομικές δυνατότητες των ασφαλισμένων. Υπό αυτήν την έννοια, στην ελληνική ασφαλιστική αγορά διατίθεται ευρεία γκάμα ασφαλιστικών προγραμμάτων, τα οποία προσφέρουν διαφορετικά επίπεδα καλύψεων, με το ανάλογο, αλλά πάντα πλέον προσιτό, κόστος και τη μεγαλύτερη δυνατή αξία.

iw? Πως καθορίζεται το κόστος των προϊόντων υγείας; Μόνο οι ασφαλιστικές παίζουν ρόλο στη διαμόρφωση του κόστους;

M.A.: Για τη διαμόρφωση του κόστους των ασφαλιστικών προϊόντων υγείας λαμβάνονται υπόψη τα έξοδα των προϊόντων αυτών. Πιο συγκεκριμένα, το βασικότερο και πλέον καθοριστικό έξοδο που λαμβάνεται υπόψη στην τιμολόγηση των προγραμμάτων υγείας είναι, βέβαια, οι αποζημιώσεις –πληρωθείσες και εκκρεμείς– που καλείται να καταβάλει η εταιρεία για το συγκεκριμένο, κάθε φορά, πρόγραμμα.

Το ύψος των αποζημιώσεων καθορίζεται από τη συχνότητα χρήσης των υπηρεσιών υγείας και από τις τιμές των υπηρεσιών υγείας. Με πολύ απλά λόγια, το ύψος των νοσοκομειακών, για παράδειγμα, αποζημιώσεων διαμορφώνεται από το πλήθος των ασφαλισμένων που πραγματοποιούν νοσηλεία και τις τιμές με τις οποίες τιμολογούνται οι νοσοκομειακές υπηρεσίες και τα προϊόντα υγείας των οποίων έγινε χρήση κατά τη νοσηλεία τους.

Οι ασφαλιστικές εταιρείες, ως γνωστόν, δεν είναι πάροχοι υπηρεσιών υγείας και δεν μπορούν να ελέγξουν πλήρως την τιμολόγηση των υπηρεσιών και προϊόντων υγείας. Αντίθετα, οι ασφαλιστές αποτελούν ακολούθημα της τιμολόγησης των προμηθευτών υγείας. Συνεπώς, καθεμιά ασφαλιστική εταιρεία, ξεχωριστά, ως διαχειρίστρια των ασφαλίστρων που εισπράττει από τους ασφαλισμένους της, προβαίνει σε διαρκείς διαπραγματεύσεις με τις συμβαλλόμενες κλινικές και διαγνωστικά κέντρα, για να επιτύχει τις καλύτερες δυνατές οικονομικές συμφωνίες. Παράλληλα, οι ασφαλιστικές εταιρείες διενεργούν επιμελώς ελέγχους των αναλισκόμενων και τιμολογούμενων υπηρεσιών, ώστε να διασφαλίσουν την αναγκαιότητα και ορθότητα αυτών.

Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι στο κόστος των ασφαλιστικών προγραμμάτων υγείας τον πρωταγωνιστικό ρόλο κρατούν οι πάροχοι υπηρεσιών υγείας, και οι ασφαλιστές τον δευτεραγωνιστικό, θα μπορούσαμε να πούμε, αφού πληρώνουν ήδη πραγματοποιηθέντα έξοδα. Η ιδιωτική ασφάλιση, από όταν πρωτοξεκίνησε, στηρίχθηκε στους ιδιώτες προμηθευτές υγείας και εξακολουθεί να εξαρτάται από αυτούς έως σήμερα, για λόγους καλύτερων υποδομών, διαρκούς επένδυσης στη νέα ιατρική τεχνολογία, καλύτερης εξυπηρέτησης, αλλά και διαχείρισης των διαδικασιών συνεργασίας με τους ασφαλιστές.

Η εξάρτηση της πλήρους ανταγωνιστικής ιδιωτικής ασφάλισης υγείας από μια ολιγοπωλιακά διαρθρωμένη αγορά, όπως είναι αυτή των ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας, εξηγεί απολύτως την παραπάνω τοποθέτησή μας.

Επιβάρυνση 15% στο τελικό κόστος των προγραμμάτων υγείας από τον φόρο ασφαλίστρων

iw? Μια συνεργασία μεταξύ του κρατικού και του ιδιωτικού φορέα σε σωστή βάση θα βοηθούσε να αυξηθεί η ασφαλιστική βάση και να πέσει το τελικό κόστος αγοράς αυτών των προϊόντων;

M.A.: Όπως εξηγήσαμε προηγουμένως, η ασφαλιστική αγορά ακολουθεί μια μάλλον «παράλληλη» προς τις δημόσιες δομές υγείας πορεία, απευθυνόμενη στην ιδιωτική αγορά υπηρεσιών υγείας. Το γεγονός αυτό, ωστόσο, δεν συνιστά μονομερή επιλογή των ασφαλιστών, αλλά είναι μάλλον αποτέλεσμα της εμφανούς απροθυμίας του ελληνικού Δημοσίου να προχωρήσει σε μια ουσιαστική και αποτελεσματική συνεργασία με τον κλάδο μας. Είναι γνωστή η απόπειρα μιας τέτοιας συνεργασίας που επιχειρήθηκε το 2011 με τα νοσοκομεία του ΕΣΥ, η οποία όμως δεν λειτούργησε, αφού το Δημόσιο επέδειξε απροθυμία ή αδυναμία να προβεί στις απαραίτητες βελτιώσεις των υποδομών του και ρυθμίσεις για να λειτουργήσει πραγματικά η συνεργασία εκείνη.

Παρ’ όλα αυτά, οι ασφαλιστές δεν αποκλείουν τη διεύρυνση του δικτύου των προμηθευτών τους και είναι θετικοί σε μια συνεργασία με το Δημόσιο, μια συνεργασία, ωστόσο, που θα είναι πραγματικά λειτουργική και θα διασφαλίζει τις απαραίτητες προϋποθέσεις σε ό,τι αφορά την εξυπηρέτηση των ασφαλισμένων και την ποιότητα των υπηρεσιών.

Μια τέτοιου είδους σύμπραξη θα μπορούσε να οδηγήσει, ενδεχομένως, σε διεύρυνση του ασφαλισμένου πληθυσμού, εφόσον και οι οικονομικοί όροι αυτής της ήταν σημαντικά ανταγωνιστικοί προς την ιδιωτική αγορά υπηρεσιών υγείας.
Ωστόσο, στο σημείο αυτό, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η μείωση του τελικού κόστους των ασφαλιστικών προγραμμάτων υγείας και η διεύρυνση της ασφαλιστικής βάσης είναι δυνατό να επιτευχθούν άμεσα και σε ουσιαστικό βαθμό μέσω της άρσης των φορολογικών αντικινήτρων αγοράς των προγραμμάτων αυτών, που είναι σε ισχύ. Πιο συγκεκριμένα, το τελικό κόστος των προγραμμάτων υγείας επιβαρύνεται αυτή τη στιγμή από έναν φόρο ασφαλίστρων της τάξης του 15%, ένα ποσοστό διόλου ευκαταφρόνητο.

Οι καταναλωτές, μολονότι έχουν κατανοήσει την πραγματική αξία της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας, ειδικά σε αυτά τα δύσκολα χρόνια της κρίσης του δημόσιου συστήματος υγείας, δυσκολεύονται να προβούν στην αγορά της, εξαιτίας των συρρικνωμένων εισοδημάτων τους. Μια άρση αυτής της σημαντικής φορολογικής επιβάρυνσης, συνεπώς, θα καθιστούσε την ιδιωτική ασφάλιση προσβάσιμη για περισσότερες οικογένειες, προσφέροντας σημαντικά αντισταθμιστικά οφέλη προς το Δημόσιο μέσω της αύξησης των νόμιμα τιμολογούμενων ιατρικών υπηρεσιών, των οποίων οι ασφαλισμένοι κάνουν χρήση στο πλαίσιο της ιδιωτικής ασφάλισης.

iw? Υπάρχει ελπίδα το κράτος να αποδεχθεί τα προβλήματα που έχει ο κλάδος δημόσιας υγείας και να κάτσει να συνομιλήσει με ιδιωτικούς παρόχους υγείας, βάζοντας στο επίκεντρο τις ανάγκες των πολιτών;

M.A.: Κατά το γνωστό «όσο ζω, ελπίζω», θα λέγαμε ότι και, βέβαια, υπάρχει ελπίδα ότι το θεσμοθετημένο κράτος μπορεί και, υπό την πίεση των τρεχουσών συνθηκών, οφείλει να ανοίξει έναν ουσιαστικό διάλογο με όλα τα εμπλεκόμενα στο σύστημα ασφάλισης και περίθαλψης της υγείας μέρη, δημόσιας και ιδιωτικής ταυτότητας.

Τα συναρμόδια υπουργεία νομίζουμε ότι έχουν αντιληφθεί ότι είναι πλέον ώρα να αναγνωρίσουν με ειλικρίνεια τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το σύστημα και να αναλάβουν δράση για την αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων μέσων και πόρων του συστήματος αυτού, περιλαμβανομένων, ασφαλώς, και των ιδιωτικών προμηθευτών, αλλά και ασφαλιστών υγείας. Ο κλάδος μας, διαθέτοντας την απαραίτητη ασφαλιστική τεχνογνωσία και διαχειριστική εμπειρία, μπορεί να συμβάλει σημαντικά τόσο στην ομαλοποίηση της ζήτησης υπηρεσιών υγείας, που δεν μπορεί να εξυπηρετηθεί από τις δημόσιες δομές όσο και στην αποφόρτιση των πολιτών από το βάρος των δυσβάστακτων, αμιγώς, ιδιωτικών πληρωμών που καλούνται να καταβάλουν οι πολίτες, όταν απευθύνονται στην ιδιωτική αγορά υγείας.

Θέτοντάς το πιο απλά, σε ό,τι αφορά τον κλάδο μας, η Πολιτεία οφείλει να λάβει υπεύθυνη θέση και να αναγνωρίσει τη δυνατότητα των ασφαλιστών να ανταποκριθούν στις τρέχουσες ανάγκες και οικονομικές δυνατότητες των πολιτών, αναθέτοντάς τους τον ρόλο που τους αρμόζει. Από πλευράς μας, υπάρχει η ειλικρινής διάθεση για έναν τίμιο διάλογο προς αυτήν την κατεύθυνση, καθώς και προτάσεις για την επίτευξη μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας και βέλτιστης αξιοποίησης των διαθέσιμων παραγωγικών και χρηματοδοτικών πόρων του συστήματος υγείας στη χώρα μας.

 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*