Γ.Ραουνάς/KPMG: Ολιστική και ανεξάρτητη η συνεισφορά των συμβουλευτικών στις ασφαλιστικές

Η «χρυσή εποχή» στη σχέση συμβουλευτικών – ασφαλιστικών εταιριών (Αφιέρωμα μέρος β’)

του Νίκου Σακελλαρίου

Ο κύριος Γιώργος Ραουνάς, Γενικός Διευθυντής, KPMG, απαντώντας στα ερωτήματα του iw σχετικά με τους ρόλους και τους στόχους των σχέσεων συμβουλευτικών-ασφαλιστικών εταιρειών, μας είπε:

iw? Πώς συνεισφέρουν οι συμβουλευτικές-ελεγκτικές εταιρείες στην ανάπτυξη των ασφαλιστικών εταιρειών;

Γ.Ρ.: Η συνεισφορά των συμβουλευτικών-ελεγκτικών εταιρειών στην ανάπτυξη των ασφαλιστικών εταιρειών μπορεί να είναι πολύπλευρη. Το κύριο όφελος που αναμένεται να υπάρξει σε μια τέτοια συνεργασία αφορά τη δυνατότητα μιας ομάδας έμπειρων συμβούλων να αντιμετωπίσουν το οποιοδήποτε θέμα με μια σφαιρική-ολιστική και ταυτόχρονα ανεξάρτητη προσέγγιση, χωρίς να επηρεάζονται από τα ιστορικά δεδομένα και τα στεγανά της εταιρείας, ούτε από την καθημερινότητα, παρέχοντας προτάσεις «καθαρής σκέψης». Αυτό συνεπικουρείται από την αξιοποίηση υποδειγματικών διεθνών πρακτικών είτε από εταιρείες του χώρου είτε μεταφέροντας καλά παραδείγματα από άλλους κλάδους. Οι συμβουλευτικές εταιρείες παρέχουν υπηρεσίες για θέματα μη οργανικής ανάπτυξης.

Το κύρος ενός αξιόπιστου οργανισμού είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν έχει αναπτύξει ένα επιχειρηματικό σχέδιο, έχει εκπονήσει έναν διαχειριστικό οικονομικό έλεγχο ή έχει αποτιμήσει την αξία της επιχείρησης, ώστε να υπάρχει η κατάλληλη πληροφόρηση για να ολοκληρωθεί μια συναλλαγή εξαγοράς ή συγχώνευσης. Οι υπηρεσίες αυτές γίνονται ακόμα πιο σημαντικές στην παρούσα φάση, όπου η συγκέντρωση της ασφαλιστικής αγοράς είναι δεδομένη.

Επίσης, μεγάλης αξίας είναι οι υπηρεσίες που αφορούν τη βελτίωση της επιχειρηματικής απόδοσης και παραγωγικότητας. Αυτές εκτείνονται από τη διαμόρφωση της στρατηγικής στη λειτουργική αναδιάρθρωση και από τη βέλτιστη πληροφορική υποστήριξη στην ενδυνάμωση του προσωπικού, για την εξασφάλιση του επιθυμητού αποτελέσματος. Ο αυξημένος ανταγωνισμός, η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος για απόκτηση ασφαλιστικών προϊόντων, οι χαμηλές επενδυτικές αποδόσεις και η αύξηση του κόστους λειτουργίας, λόγω κανονιστικών υποχρεώσεων, οδηγούν στην ανάγκη συνεργασίας με τους ειδικούς. Τέλος, η συνεισφορά των συμβούλων σε κανονιστικά θέματα, όπως παρατηρήθηκε έντονα κατά την πρόσφατη εφαρμογή του Solvency II, είναι ιδιαίτερα σημαντική, ακόμα και σε επίπεδο βιωσιμότητας.

iw? Πως έχουν επιδράσει τα Solvency II στην ανάπτυξη της ζήτησης υπηρεσιών συμβουλευτικών εταιρειών;

Γ.Ρ.: Η οδηγία Solvency II αποτελεί τον λόγο που πολλές ασφαλιστικές εταιρείες συνεργάστηκαν με συμβούλους. Οι βασικοί πυλώνες εταιρικής διακυβέρνησης, σε αρκετό αριθμό εταιρειών του χώρου, βρίσκονταν σε εμβρυακό επίπεδο ή σε πλήρη ανυπαρξία, οπότε χρειάστηκε η τεχνογνωσία των συμβουλευτικών εταιρειών για το «στήσιμο» και τον καθορισμό του τρόπου λειτουργίας δομών εσωτερικού ελέγχου, διαχείρισης κινδύνων και κανονιστικής συμμόρφωσης.

Επίσης, η υποχρέωση για παρακολούθηση και ενημέρωση/πληροφόρηση (τόσο εσωτερικά όσο και προς τον Επόπτη), απαιτεί την εγκατάσταση και παραμετροποίηση πληροφορικών συστημάτων και οδήγησαν πολλές ασφαλιστικές εταιρείες σε συνεργασίες με συμβούλους, ώστε να επιτευχθεί έγκαιρα ικανοποιητικό επίπεδο συμμόρφωσης στην οδηγία Solvency. Η ανάγκη ύπαρξης καταγεγραμμένης τεκμηρίωσης για πολιτικές και διαδικασίες αποτέλεσε λόγο συνεργασίας.

Συμπερασματικά, το Solvency II είχε καταλυτικό ρόλο στην αύξηση της ζήτησης συμβουλευτικών υπηρεσιών από τις ασφαλιστικές εταιρείες, κυρίως στις μεσαίες και μικρές ασφαλιστικές επιχειρήσεις, που πριν την οδηγία ελάχιστες συνεργασίες είχαν με συμβούλους. Η προηγούμενη διετία αποτέλεσε τη δοκιμαστική περίοδο αυτής της σχέσης. Εκτιμώ ότι η αποτίμηση των αποτελεσμάτων είναι μικτή.

Υπήρξαν συνεργασίες που κρίθηκαν και από τα δύο μέρη ως επιτυχημένες, έχτισαν κλίμα εμπιστοσύνης και αναμένεται να συνεχιστούν, ενώ σε άλλες περιπτώσεις τα αποτελέσματα κρίθηκαν χαμηλότερα των προσδοκιών και πιθανά ενέτειναν την ήδη υπάρχουσα επιφυλακτικότητα.

iw? Ποια είναι τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της ανάθεσης εργασιών στις συμβουλευτικές-ελεγκτικές εταιρείες σε σχέση με τη δημιουργία εσωτερικών υποδομών (in house);

Γ.Ρ.: Οι σύμβουλοι δεν πρέπει να υποκαθιστούν τις δομές των ασφαλιστικών εταιρειών. Η χρησιμοποίηση συμβούλων πρέπει να γίνεται λελογισμένα και όταν απαιτείται. Οι «πάγιες και διαρκείς ανάγκες» πρέπει να καλύπτονται εσωτερικά. Η αξία του συμβούλου έγκειται στο να φέρει έτοιμη τεχνογνωσία από τις αντίστοιχες εμπειρίες που έχει εντός και εκτός Ελλάδας.

Για παράδειγμα, στα νέα κανονιστικά θέματα που επιφέρουν σημαντικές αλλαγές, τις οποίες οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν, ενδείκνυται η αξιοποίηση συμβούλων και η ανάθεση σχετικών εργασιών. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι εταιρείες θα πρέπει –πέρα από την οικονομική επένδυση πρόσληψης του συμβούλου– να επενδύσουν και στους δικούς τους ανθρώπινους πόρους, οι οποίοι θα συμμετέχουν ενεργά στην ομάδα εργασίας του συμβούλου, ώστε να γίνει η μεταφορά της σχετικής με το αντικείμενο του έργου τεχνογνωσίας και η εκπαίδευσή τους στην πράξη.

Με αυτόν τον τρόπο η γνώση θα παραμείνει στην εταιρεία και μετά την ολοκλήρωση του έργου του συμβούλου και η ασφαλιστική εταιρεία θα εξασφαλίσει τη δυνατότητα εκπλήρωσης των υποχρεώσεών της με ίδιες δυνάμεις. Σε γενικές γραμμές, το θέμα εσωτερικής υλοποίησης ή εξωτερικής ανάθεσης δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται ως δίλημμα, αλλά η απόφαση να λαμβάνεται ανάλογα με τις εκάστοτε συνθήκες, που προσδιορίζονται από τον βαθμό κάλυψης των γνωσιακών αναγκών από το υφιστάμενο προσωπικό, τη διαθεσιμότητα χρόνου, το επείγον της ολοκλήρωσης, καθώς και το ειδικό βάρος που προσδίδει ένας αξιόπιστος συμβουλευτικός οίκος.

iw? Τι συμβαίνει στην Ευρώπη και την Αμερική σε ό,τι αφορά την παροχή υπηρεσιών από τις συμβουλευτικές-ελεγκτικές εταιρείες προς τις ασφαλιστικές;

Γ.Ρ.: Η σχέση ασφαλιστικών και συμβουλευτικών εταιρειών στην Ευρώπη και την Αμερική έχει σαφώς μεγαλύτερη προϊστορία από ό,τι στη χώρα μας. Η αναζήτηση βοήθειας σε εξειδικευμένα θέματα ευρέως φάσματος δεν θεωρείται κάτι ιδιαίτερο, αφού αποτελεί τη νόρμα. Έργα υιοθέτησης νέων τεχνολογιών υλοποιούνται σχεδόν πάντοτε σε συνεργασία με κάποιον σύμβουλο, που μπορεί να φέρει καλές πρακτικές και να βοηθήσει στην αποφυγή των συνηθισμένων παγίδων.

Το ίδιο συμβαίνει και σε έργα χάραξης στρατηγικής, αφού εκτός Ελλάδος δεν θεωρείται αυτονόητο ότι όλη η γνώση και η σοφία βρίσκεται στο κεφάλι του ιδιοκτήτη ή –στην καλύτερη περίπτωση– εντός της διοικητικής ομάδας. Ακόμα και έργα που άπτονται αναλογιστικών θεμάτων, γίνονται συχνά με συνεργασία των στελεχών των ασφαλιστικών εταιρειών με εξωτερικούς συμβούλους, οι οποίοι ενδέχεται να φέρνουν κάποια εναλλακτική προσέγγιση που θα άξιζε να ληφθεί υπόψη ή, στην απλούστερη περίπτωση, προσφέρουν επιπρόσθετους πόρους σε έργα μεγάλης έντασης εργασίας.

iw? Θεωρείτε ότι οι συμβουλευτικές εταιρείες έχουν συμβάλει στη διεύρυνση της φερεγγυότητας των ασφαλιστικών εταιρειών;

Γ.Ρ.: Ίσως η άποψη ενός συμβούλου επηρεάζεται από την ιδιότητά του, αλλά πραγματικά πιστεύω ότι οι συμβουλευτικές εταιρείες έχουν συμβάλει στη βελτίωση της φερεγγυότητας των ασφαλιστικών εταιρειών. Κατ’ αρχάς, αυτό υπηρετείται από τη θεμελιώδη προσέγγιση των συμβουλευτικών εταιρειών όσον αφορά τα θέματα εταιρικής διακυβέρνησης και πληροφόρησης.

Η εμμονή μας στις αρχές της καλής εταιρική διακυβέρνησης μάς κάνει συχνά αντιπαθητικούς προς τους ιδιοκτήτες/διευθύνοντες των εταιρειών, αφού απαιτείται η αποκέντρωση της λήψης αποφάσεων, η ουσιαστική στελέχωση και λειτουργία των επιτροπών του ΔΣ, η τυποποίηση και καταγραφή πολιτικών και διαδικασιών, η παροχή αξιόπιστης, έγκυρης και έγκαιρης πληροφόρησης προς τους μετόχους, τις αρχές και, βεβαίως, τους υφιστάμενους και δυνητικούς πελάτες.

Η διαφάνεια που επιτυγχάνεται προφανώς βελτιώνει τη φερεγγυότητα των ασφαλιστικών εταιρειών. Επίσης, οι συμβουλευτικές εταιρείες έχουν παράσχει υποστήριξη για την ανάπτυξη εργαλείων και την εκπόνηση ασκήσεων σε όλη τη διαδρομή συμμόρφωσης στο πλαίσιο της οδηγίας Solvency II, που περιλαμβάνουν την εκτίμηση επιπτώσεων για τις μακροχρόνιες εγγυήσεις (LTGA), την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (EIOPA stress test), την εκτίμηση Ιδίου Κινδύνου και Φερεγγυότητας/Μελλοντική Αξιολόγηση Ιδίου Κινδύνου» (ORSA/FLAOR).

Όλα αυτά συνετέλεσαν στην περαιτέρω ενίσχυση της φερεγγυότητας των ασφαλιστικών εταιρειών. Σε κάθε περίπτωση, και πέρα από την όποια συνδρομή των συμβουλευτικών εταιρειών, το στοίχημα θα κερδηθεί με την κατανόηση, από τους μετόχους και τους διοικούντες, του νέου τρόπου λειτουργίας των ασφαλιστικών εταιρειών σε ένα περιβάλλον διαφάνειας και, κατά συνέπεια, την αλλαγή παλιών νοοτροπιών.

iw? Εσείς, ως συμβουλευτική-ελεγκτική εταιρεία, τι πιστεύετε ότι πρέπει να αλλάξουν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα;

Γ.Ρ.: Ο ασφαλιστικός κλάδος στην Ελλάδα βρίσκεται ήδη σε μια περιδίνηση, που οριοθετείται από το νέο οικονομικό/κοινωνικό περιβάλλον (θεωρώ άτοπο να συζητάμε ακόμα για κρίση –ας δεχτούμε ότι αυτή είναι απλώς η νέα κατάσταση εντός της οποίας καλούμαστε να λειτουργήσουμε), τις μεγάλες κανονιστικές απαιτήσεις και την επιβληθείσα αποξένωση των τραπεζών από τις ασφαλιστικές τους εταιρείες.

Η συγκέντρωση της αγοράς είναι μονόδρομος, αλλά πάντοτε θα υπάρχει χώρος για καλές τοπικές εταιρείες, που μπορούν, όντας ευέλικτες, με λιτές δομές και κοντά στην ελληνική πραγματικότητα, να έχουν μια καλή πορεία και βιώσιμη ανάπτυξη. Για να μπορέσουν όμως να επιτύχουν θα πρέπει να αλλάξουν πολλά πράγματα σε πολλαπλά επίπεδα. Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουν το μοντέλο προώθησης των ασφαλιστικών προϊόντων, με την αξιοποίηση του καλύτερου καναλιού ανά κατηγορία προϊόντος. Στρεβλώσεις του παρελθόντος πρέπει να αντιμετωπισθούν με τόλμη και με τη μέγιστη δυνατή συναίνεση μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών. Οι αποδεδειγμένα κακοί επαγγελματίες του χώρου πρέπει να απομονωθούν. Η αγορά πρέπει να υιοθετήσει το ηθικό επιχειρείν.

Επίσης, πρέπει να εκλογικευθούν τα κόστη λειτουργίας. Αυτό δεν σημαίνει υποχρεωτικά περιορισμό θέσεων εργασίας, αλλά αξιοποίηση της τεχνολογίας πληροφορικής στο σύνολο των επιχειρηματικών λειτουργιών, από την ανάληψη και κοστολόγηση κινδύνων μέχρι τη διαχείριση ζημιών. Η αγορά τρέχει προς αυτήν την κατεύθυνση και οι ελληνικές εταιρείες δεν είναι δυνατόν να μείνουν ουραγοί, αφού αυτό ισοδυναμεί με εξαφάνιση.

Τέλος, η συνήθης επωδός όταν αναφερόμαστε στις αναγκαίες αλλαγές –αλλαγή νοοτροπίας. Σε μια αγορά που αλλάζει ραγδαία, η παραμονή σε παλιές λογικές δεν αποτελεί σώφρονα απόφαση. Ας το πάρουν όλοι απόφαση ότι αυτά που μας έφεραν μέχρι εδώ δεν μπορούν να μας πάνε παρακάτω.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*