Άδεια Ικανότητας Αλλοδαπού οδηγού Μοτοποδηλάτου που δεν διαμένει στην Ελλάδα

Για την οδήγηση μοτοποδηλάτου από αλλοδαπούς, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει το 16° έτος της ηλικίας τους και δεν διαμένουν στην Ελλάδα, δεν απαιτείται η κατά το άρθρο 96 παρ. 2 του Ν.2094/1992 (ΚΟΚ) άδεια.
Εν προκειμένω ο οδηγός του μοτοποδηλάτου, κατά το χρόνο του ατυχήματος ήταν υπήκοος Αυστραλίας και κατοικούσε μόνιμα στη εν λόγω χώρα, ενόψει δε των δεδομένων αυτών και του γεγονότος ότι είχε συμπληρώσει το 16° έτος της ηλικίας του, δεν ήταν υποχρεωμένος να έχει άδεια οδηγήσεως μοτοποδηλάτου. Επομένως, ως αλλοδαπός και μόνιμος κάτοικος εξωτερικού, νόμιμα οδηγούσε το εμπλακέν σε τροχαίο ατύχημα δίκυκλο μοτοποδήλατο.

Εξαίρεση Ασφαλιστικής Κάλυψης
Έλλειψη της κατά νόμο άδειας ικανότητας μοτοποδηλάτου
Παρεμπίπτουσα Αγωγή Ασφαλιστή – Απορριπτέα
Αναιρετική Διαδικασία κατ΄άρθρ. 559 αρ.19 ΚΠολΔ
Με βάση τις παραδοχές αυτές, το Εφετείο, που απέρριψε την αγωγή ως προς την τότε εναγομένη – εκκαλούσα (ιδιοκτήτρια του μοτοποδηλάτου) και ήδη αναιρεσίβλητη ως ουσιαστικά αβάσιμη, δεν παραβίασε εκ πλαγίου τη διάταξη του άρθρου 96 παρ. 2 του ν. 2094/1992 (Κ.Ο.Κ.) που ίσχυε κατά το χρόνο που έλαβε χώρα το ένδικο τροχαίο ατύχημα, και την οποία εφάρμοσε, αφού με πλήρεις, σαφείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή ή μη εφαρμογή της ως άνω ουσιαστικής διατάξεως, δέχθηκε, αφ’ ενός μεν ότι το ανήκον στην κυριότητα, νομή και κατοχή της αναιρεσίβλητης όχημα ήταν “δίκυκλο μοτοποδήλατο, κατά τον ορισμό του άρθρου 2 παρ. 1 του ν. 2094/1992 (ΚΟΚ)”, αφ’ ετέρου δε ότι ο οδηγός κατά το χρόνο του ατυχήματος του εν λόγω μοτοποδηλάτου, ήταν Αυστραλός υπήκοος και κατοικούσε μόνιμα στο Σίδνεϋ Αυστραλίας. Επομένως, ο έκτος λόγος αναίρεσης από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.

Αποδεικτική Ισχύς Προσαγόμενων Εγγράφων
Προϋποθέσεις Λήψης υπόψη αυτών
(αρθρ.436 επ. ΚΠολΔ)
Αν το έγγραφο που προσκομίστηκε αναφέρεται σε άλλο έγγραφο, προσάγεται και αυτό, εκτός αν εκείνο που προσκομίστηκε αντικατέστησε το έγγραφο που αναφέρεται ή περιλαμβάνει όλο το ουσιώδες περιεχόμενό του. Από την διάταξη του άρθρ.436 ΚΠολΔ προκύπτει ότι το αναφέρον έγγραφο έχει την πλήρη απόδειξη του αναφερόμενου εγγράφου, χωρίς την προσαγωγή του αναφερόμενου, όταν συντάχθηκε για να αντικαταστήσει το αναφερόμενο ή όταν η όλη ουσιώδης έννοια του αναφερόμενου εγγράφου επαναλαμβάνεται στο αναφέρον. Προκειμένου όμως το δικαστήριο να προσδώσει σε μόνο το αναφέρον έγγραφο την αποδεικτική δύναμη του αναφερόμενου πρέπει να βεβαιώνει τη συνδρομή ενός από τους παραπάνω νόμιμους όρους, πράγμα που μπορεί να συνάγεται και από μόνη την αναφορά του ανωτέρω άρθρου του ΚΠολΔ, εφόσον προκύπτει από τη σημείωση μιας των δύο περιπτώσεων του ότι κατ’ εφαρμογήν αυτής κρίνει ότι το αναφέρον έγγραφο είναι εκτιμητέο ως έχον την αποδεικτική δύναμη του αναφερόμενου εγγράφου, η βεβαιούμενη δε συνδρομή μιας των προϋποθέσεων του άρθρου τούτου, ως αναγόμενη σε εκτίμηση πραγματικού γεγονότος είναι ανέλεγκτη από τον Άρειο Πάγο. Σε αντίθετη περίπτωση, δηλ. χωρίς τη βεβαίωση αυτή, εάν το αναφερόμενο έγγραφο έχει ορισμένη από το νόμο αποδεικτική δύναμη, εφόσον η δύναμη αυτή αποδοθεί από το δικαστήριο μόνο στο αναφέρον έγγραφο, τότε τούτο υποπίπτει στη με τη διάταξη της ΚΠολΔ 559 αριθ. 12 ελεγχομένη νομική πλημμέλεια.
Εν προκειμένω ελήφθη υπόψη το αναφέρον έγγραφο (έκθεση απολογίας κατηγορουμένου), στο οποίο περιλαμβάνετε το ουσιώδες περιεχόμενο του αναφερόμενου εγγράφου (διαβατήριο), χωρίς να έχει προσκομισθεί το τελευταίο. Απορριπτέος ο εκ του αρ.1 άρθρ. 559 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως.

Απόφ. ΑΠ……
Δημοσιεύεται στην Επιθεώρηση Συγκοινωνιακού Δικαίου τεύχος Δεκέμβριος 2016

Διαβάστε περισσότερα εδώ
Επιθεώρηση Συγκοινωνιακού Δικαίου – Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ο Σόλων

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

*